ΣΕ ΧΑΜΗΛΟΤΕΡΑ επίπεδα κινήθηκαν χθες οι ευρωπαϊκές μετοχές, με την επενδυτική δραστηριότητα να διαμορφώνεται γύρω από τις εταιρείες τηλεπικοινωνιών και τεχνολογίας, έπειτα από την αναθεώρηση προς τα κάτω των προβλέψεων της Lucent για τα έσοδά της.
ΣΕ ΧΑΜΗΛΟΤΕΡΑ επίπεδα κινήθηκαν χθες οι ευρωπαϊκές μετοχές, με την επενδυτική δραστηριότητα να διαμορφώνεται γύρω από τις εταιρείες τηλεπικοινωνιών και τεχνολογίας, έπειτα από την αναθεώρηση προς τα κάτω των προβλέψεων της Lucent για τα έσοδά της.
Ο πανευρωπαϊκός δείκτης FTSEurofirst 300 έκλεισε με απώλειες 0,65% στις 1.303,34 μονάδες. Στο Λονδίνο ο δείκτης FTSE υποχώρησε κατά 0,4%, ο DAX στη Φραγκφούρτη και CAC στο Παρίσι με πτώση 1,1% και 0,8% αντίστοιχα.
Σε σταθερά επίπεδα κινήθηκαν τα Χρηματιστήρια στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού μετά τα κυβερνητικά στοιχεία για το βασικό πληθωρισμό που διατηρείται σε σταθερά επίπεδα και τον ενθουσιασμό να μετριάζεται από τις ανησυχίες που επικρατούν αναφορικά με τις πυρηνικές φιλοδοξίες του Ιράν.
Επιπλέον, τα στοιχεία για τις τιμές παραγωγού στις ΗΠΑ προσέθεσαν στις προσδοκίες ότι η Φέντεραλ Ριζέρβ αναμένεται να ολοκληρώσει σύντομα τον κύκλο των αυξήσεων των επιτοκίων.
Οι ανησυχίες αναφορικά με τις προοπτικές των εταιρικών κερδών στις ΗΠΑ περιόρισαν σημαντικά τα κέρδη των μετοχών, έπειτα από προειδοποίηση της Tyco International Ltd. για χαμηλότερη κερδοφορία με αποτέλεσμα η μετοχή της να υποχωρήσει κατά 9,3% τη μεγαλύτερη πτώση στο Standard & Poor's 500.
Ο δείκτης Dow Jones έκλεισε στις 10.959,15 μονάδες με απώλειες 0,03%, ο δείκτης Standard & Poor's 500 σημείωσε οριακή άνοδο 0,09% κλείνοντας στις 1.287,22 μονάδες, ενώ ο Nasdaq διαμορφώθηκε στις 2.318,89 με άνοδο 0,09.
Αύξηση 0,06% σημείωσε ο δείκτης Nikkei σημειώνοντας νέο ρεκόρ πενταετίας με τις μετοχές τεχνολογίας να κερδίζουν έδαφος. Η μετοχή της Matsushita Electric Industrial Co. σημείωσε άνοδο 4,2% λόγω των προβλέψεων αυξημένης κερδοφορίας και της Sharp Corp. άνοδο 4,8% έπειτα από ανακοίνωση αύξησης της παραγωγής σε εργοστάσιο οθονών LCD στην Ιαπωνία.
Ο δείκτης έκλεισε στις 16.454,95 μονάδες στο υψηλότερο επίπεδο από το Σεπτέμβριο του 2000, ενώ αναλυτές αναφέρουν ότι η αδυναμία του δείκτη να ανέλθει πάνω από τις 16.500 μονάδες αποθαρρύνει τους επενδυτές να ωθήσουν υψηλότερα τις τιμές.