Το εισόδημα από ιδιοχρησιμοποίηση ακινήτου αποτελεί εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα και κατά συνέπεια για φορολογικούς σκοπούς συνυπολογίζεται σε κάθε περίπτωση στο φορολογητέο αποτέλεσμα της επιχείρησης, ανεξάρτητα αν έχει καταχωρηθεί στα βιβλία της. Όσον αφορά την τεκμαρτή δαπάνη (μίσθωμα) από την ιδιοχρησιμοποίηση ακινήτου, εφόσον η τεκμαρτή δαπάνη (μίσθωμα) από την ιδιοχρησιμοποίηση ακινήτου δεν υπερβαίνει το τρία τοις εκατό (3%) της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου αυτή σε κάθε περίπτωση αποτελεί εκπιπτόμενη δαπάνη (βλ. και εγκύκλιο ΑΑΔΕ Ε.2156/8.8.2019 «Φορολογική μεταχείριση τεκμαρτού εισοδήματος και τεκμαρτής δαπάνης από ιδιοχρησιμοποίηση ακινήτου νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων»).
Από την έντυπη έκδοση
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: Επιστημονική ομάδα της ARTION
με την καθοδήγηση του Γιώργου Δαλιάνη www.artion.gr
Iδιοχρησιμοποίηση ακινήτου νομικών προσώπων
Το εισόδημα από ιδιοχρησιμοποίηση ακινήτου αποτελεί εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα και κατά συνέπεια για φορολογικούς σκοπούς συνυπολογίζεται σε κάθε περίπτωση στο φορολογητέο αποτέλεσμα της επιχείρησης, ανεξάρτητα αν έχει καταχωρηθεί στα βιβλία της. Όσον αφορά την τεκμαρτή δαπάνη (μίσθωμα) από την ιδιοχρησιμοποίηση ακινήτου, εφόσον η τεκμαρτή δαπάνη (μίσθωμα) από την ιδιοχρησιμοποίηση ακινήτου δεν υπερβαίνει το τρία τοις εκατό (3%) της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου αυτή σε κάθε περίπτωση αποτελεί εκπιπτόμενη δαπάνη (βλ. και εγκύκλιο ΑΑΔΕ Ε.2156/8.8.2019 «Φορολογική μεταχείριση τεκμαρτού εισοδήματος και τεκμαρτής δαπάνης από ιδιοχρησιμοποίηση ακινήτου νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων»).
Παραγραφή φορολογικών απαιτήσεων από ΚΒΣ
Με την υπ’ αριθ. 5912/2019 απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών (14ο Τμήμα - πηγή http://www.adjustice.gr/webcenter/portal/dprotodikeioath) ακυρώθηκε πράξη προστίμου ΚΒΣ έτους 2013 για διαχειριστική περίοδο 2006 λόγω παραγραφής (άρθρο 84 παρ. 1 του ΚΦΕ). Στην υπόθεση αυτή η φορολογική αρχή επέβαλε το 2013 σε βάρος του προσφεύγοντος πρόστιμο ΚΒΣ για τη χρήση 2006, για την οποία ο προσφεύγων είχε υπαχθεί στις διατάξεις του ν. 3296/2004 περί αυτοπεραίωσης και η χρήση αυτή είχε περαιωθεί από τη φορολογική αρχή χωρίς έλεγχο.
Το Δικαστήριο έκρινε ότι τα στοιχεία που αντλήθηκαν από το άνοιγμα των τραπεζικών του λογαριασμών δεν συνιστούσαν συμπληρωματικά στοιχεία, κατά την έννοια του άρθρου 68 παρ. 2 του ΚΦΕ, ικανά να δικαιολογήσουν την επιμήκυνση της κατ’ αρχήν οριζόμενης πενταετούς προθεσμίας παραγραφής σε δεκαετή, σύμφωνα με το άρθρο 84 παρ. 4 περ. β΄ του ΚΦΕ, συνεπώς κρίθηκε ότι το δικαίωμα του Δημοσίου για την επιβολή (το 2013) πρόστιμου ΚΒΣ (χρήσης 2006) υπέκυψε στην πενταετή παραγραφή, διότι η έκθεση ελέγχου του ΣΔΟΕ (έτους 2013) δεν αφορούσε παρά σε αντιπαραβολικό, προς τα βιβλία και στοιχεία και τις δηλώσεις εισοδήματος του προσφεύγοντος, έλεγχο στοιχείων περί των τραπεζικών λογαριασμών, η εξέταση των οποίων, ωστόσο, αποτελούσε βασικό και τακτικό μέσο του φορολογικού ελέγχου, προκειμένου να διαπιστώσει αν έχει τηρηθεί ή όχι η προβλεπόμενη από τον ΚΒΣ υποχρέωση των ελεύθερων επαγγελματιών για έκδοση απόδειξης παροχής υπηρεσιών, το οποίο (μέσο) είχε στη διάθεσή του κατά τον κρίσιμο χρόνο (2006) και όφειλε να είχε εφαρμόσει ορθολογικά και επίκαιρα.
Δικαιούχοι τραπεζικής θυρίδας
Το περιεχόμενο της τραπεζικής θυρίδας αποτιμάται από τη φορολογική αρχή σε χρήμα και συνυπολογίζεται για την κληρονομική μερίδα των εξ αδιαθέτου ή εκ διαθήκης κληρονόμων. Κατά πάγια τακτική των τραπεζών, οι θυρίδες μισθώνονται σε ένα πρόσωπο, το οποίο μπορεί να ορίζει συνδικαιούχους ή πληρεξουσίους, να κάνει χρήση της θυρίδας είτε αυτοπροσώπως είτε μέσω πληρεξουσίου, βάσει συνήθως ειδικής έγγραφης πληρεξουσιότητας που απευθύνεται προς την τράπεζα. Ο πληρεξούσιος έχει τη δυνατότητα να χρησιμοποιεί τη θυρίδα, στην οποία, προφανώς, μπορεί να τοποθετήσει και από την οποία μπορεί να αποσύρει και δικά του πράγματα, να ανανεώνει και να λύσει τη μίσθωση.
Την κατοχή της θυρίδας και του χώρου της έχει μόνον ο πελάτης. Η θυρίδα σε περίπτωση θανάτου του δικαιούχου ανοίγει παρουσία συμβολαιογράφου και γίνεται καταμέτρηση του περιεχομένου της. Αν υπάρχει διαθήκη, επανασφραγίζεται και δημοσιεύεται η διαθήκη.
Δημοφιλή Ερωτήματα
Για χρήσεις προ του 2014, σε περίπτωση υποβολής εκπρόθεσμης δήλωσης μετά την πάροδο της αρχικής πενταετούς παραγραφής, ήτοι για δηλώσεις που υποβάλλονται από το έκτο έτος και μετά, δεν εφαρμόζεται η δεκαπενταετής παραγραφή, αλλά βραχύτερη τριετής προθεσμία, αρχόμενη από τη λήξη του έτους υποβολής της εκπρόθεσμης δήλωσης και μη υπερβαίνουσα, κατ΄ ανώτατο όριο, τα 15 έτη (βλ. Ε.2123/1.7.2019 εγκύκλιο της ΑΑΔΕ, που τροποποίησε την ΠΟΛ. 1165/2018 κατόπιν έκδοσης της υπ’ αριθ. 732/2019 απόφασης του ΣτΕ).