Οικονομία & Αγορές
Δευτέρα, 23 Σεπτεμβρίου 2019 18:23

Γιατί «ξεπάγωσαν» τα ελληνικά εταιρικά ομόλογα

Ιδιαίτερα αυξημένες πιθανότητες να σημειωθούν σημαντικές νέες ομολογιακές εκδόσεις από ελληνικούς ομίλους, μέσα στους επόμενους μήνες, διαπιστώνουν κύκλοι της αγοράς μετά την αποκλιμάκωση των αποδόσεων των ελληνικών κρατικών ομολόγων, αλλά και τη γενικότερη μείωση των αποδόσεων σε πανευρωπαϊκό επίπεδο. 

Από την έντυπη έκδοση

Του Γιώργου Σακκά
[email protected]

Ιδιαίτερα αυξημένες πιθανότητες να σημειωθούν σημαντικές νέες ομολογιακές εκδόσεις από ελληνικούς ομίλους, μέσα στους επόμενους μήνες, διαπιστώνουν κύκλοι της αγοράς μετά την αποκλιμάκωση των αποδόσεων των ελληνικών κρατικών ομολόγων, αλλά και τη γενικότερη μείωση των αποδόσεων σε πανευρωπαϊκό επίπεδο. 

Όπως επισημαίνει η Τράπεζα Πειραιώς, με την παγίωση του τρέχοντος κλίματος ίσως να παρατηρηθεί το δ’ τρίμηνο του 2019 μια αντιστροφή της ισχνής προσφοράς νέων εκδόσεων, μετά και την πρόσφατη έκδοση του 7ετούς ομολόγου από τον ΟΤΕ αλλά και τους σχεδιασμούς για νέες εκδόσεις ομολόγων από τα ΕΛΠΕ και την ΤΕΡΝΑ Ενεργειακή το αμέσως επόμενο διάστημα. 
Οι συγκεκριμένες εκδόσεις έχουν κύριο στόχο την αναχρηματοδότηση λήξεων ομολόγων σε χαμηλότερα επιτόκια αλλά και την ενίσχυση της ρευστότητας των εταιρειών εισάγοντας, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις, περίπου 1 δισ. νέα κεφάλαια.

Όπως σημειώνουν τραπεζικές πηγές, το ευνοϊκό κλίμα που διαμορφώνεται για νέες εκδόσεις εταιρικών ομολόγων έχει να κάνει με την σε παγκόσμιο και ιδιαίτερα σε πανευρωπαϊκό επίπεδο αποκλιμάκωση των αποδόσεων των κρατικών ομολόγων και τη χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής από την ΕΚΤ. 

Συγκεκριμένα έχουμε ιδιαίτερα χαμηλά κρατικά επιτόκια (στη Γερμανία για παράδειγμα είναι αρνητικά), ενώ η ΕΚΤ μείωσε κατά 10 μονάδες βάσης στο -0,5% το επιτόκιο δανεισμού των τραπεζών και σύμφωνα με πληροφορίες θα το επαναλάβει και το πρώτο τρίμηνο του 2020, ενώ ξεκινά και πάλι QE.
Ρευστότητα

Βέβαια, η Ελλάδα δεν συμμετέχει σ’ αυτό, αλλά έμμεσα ευνοούνται και τα ελληνικά ομόλογα, κρατικά και εταιρικά, καθώς υπάρχουν σ’ αυτά χαμηλές αλλά ικανοποιητικές αποδόσεις για επενδυτές. Η Ελλάδα μπορεί να εκμεταλλευτεί λοιπόν αυτό το περιβάλλον υπερβάλλουσας ρευστότητας και χαμηλών επιτοκίων ώστε να προχωρήσει σε εκδόσεις ομολόγων με κύριο σκοπό την αναχρηματοδότηση παλαιότερων δανείων με υψηλότερα επιτόκια. 

Εδώ να σημειώσουμε ότι συνήθως οι εταιρείες εκδίδουν εταιρικά ομόλογα με δικαίωμα ανάκλησης. Δηλαδή, η εταιρεία εκδότης έχει τη δυνατότητα να προκαταβάλει το συνολικό κεφάλαιο το οποίο άντλησε μέσω ομολόγων πολύ νωρίτερα από την ημερομηνία λήξης του. Αυτές οι εκδόσεις είθισται να έχουν και πιο ελκυστικά επιτόκια. 

Ανασκόπηση

Επιχειρώντας μια σύντομη ανασκόπηση για τα ελληνικά εταιρικά ομόλογα, η Τράπεζα Πειραιώς στην περιοδική της έκθεση Greek Fixed Income Monitor των Ηλία Λεκκού, Δημητρίας Ρότσικα και Χάρη Γιαννακίδη, αναφέρεται ότι παρά τη στροφή της αγοράς προς τα εταιρικά ομόλογα, η κεφαλαιοποίηση των ομολόγων που συνθέτουν τον σχετικό δείκτη που έχει δημιουργήσει η τράπεζα παρέμεινε σχετικά σταθερή τα τελευταία χρόνια. 

Για παράδειγμα, παρά τις προσδοκίες για σημαντική αύξηση της κεφαλαιοποίησης στην αγορά εταιρικών ομολόγων το 2019, τα συνολικά κεφάλαια σε εταιρικό χρέος αυξήθηκαν κατά 7,5% σε σχέση με το 2018, ενώ η αύξηση αυτή στηρίζεται κυρίως στις 2 νέες εκδόσεις της Coca-Cola. Βασικός παράγοντας αυτής της μειωμένης προσφοράς είναι ότι τα κεφάλαια των νέων εκδόσεων είναι σχετικά μικρά. Για παράδειγμα, οι νέες εκδόσεις των ομολόγων της Aegean και Attica Holdings αποτελούν μόνο το 2,6% και 2,3% του υφιστάμενου εταιρικού χρέους, ενώ το ομόλογο της MLS δεν ξεπερνά το 1% των κεφαλαίων των ομολογιακών εκδόσεων. 

Παρά λοιπόν τα προσεκτικά βήματα των εταιρειών για δανεισμό μέσω εταιρικών ομολόγων οι συνθήκες από την πλευρά της ζήτησης είναι ευνοϊκές. Το ράλι των κρατικών ομολόγων, η αναζήτηση των επενδυτών για ενσωμάτωση στα χαρτοφυλάκιά τους τίτλων με σχετικά υψηλές αποδόσεις, η βελτίωση των μακροοικονομικών συνθηκών και η άρση των κεφαλαιακών περιορισμών δημιουργούν συνθήκες για βελτίωση της ρευστότητας στην αγορά εταιρικών ομολόγων, αλλά και προοπτικές για αναχρηματοδότηση του υπάρχοντος δανεισμού σε χαμηλότερα επιτόκια αποφορτίζοντας τους ισολογισμούς των εταιρειών.

Αξίζει να σημειωθεί ότι οι ελληνικές εταιρείες που έχουν εκδώσει εταιρικά ομόλογα και διαπραγματεύονται αυτή την περίοδο είναι οι Αegean, Attica Group, B&F, Coca-Cola, Coral, Crystal Almond, Δέλτα Τεχνική, Ελληνικά Πετρέλαια, ΓΕΚ Τέρνα, Housemarket, Intralot, MLS, Motoroil, Μυτιληναίος, ΟΠΑΠ, ΟΤΕ, Sunlight, Τέρνα Ενεργειακή, Τιτάν καθώς και οι τράπεζες Εθνική, Alpha και Eurobank. Επίσης να αναφέρουμε ότι υπάρχει και το μετατρέψιμο σε μετοχές εταιρικό ομόλογο της Forthnet.

Νέες εταιρείες

Συνολικά εκτιμάται ότι τα ποσά που έχουν αντληθεί είναι της τάξης των 8 δισ. ευρώ. Οι εκδόσεις που, όπως αναφέραμε, αναμένονται να γίνουν μετά και τον ΟΤΕ δεν θα αυξήσουν το συνολικό ποσό καθώς θα αντικαταστήσουν υφιστάμενο δανεισμό. 

Άρα η αγορά για να τονωθεί χρειάζεται νέες εταιρείες που θα εκδώσουν ομόλογα. Αυτό μπορεί να τονώσει και το ελληνικό χρηματιστήριο καθώς πολλές εταιρείες προτιμούν μια τέτοια έκδοση από την εισαγωγή μετοχών, όπως έχουν κάνει η Housemarket, η Β&F, Coral, κ.ά. Μάλιστα πληροφορίες αναφέρουν πως εδώ και μήνες μια μεγάλη εταιρεία από τον κλάδο του εμπορίου προετοιμάζεται για μια τέτοια κίνηση.

Πώς η κεφαλαιοποίηση των εταιρικών ομολόγων που διαπραγματεύονται στο Χ.Α. έφτασε το τέλος Αυγούστου στο 1,27 δισ. ευρώ, ενώ ομόλογα φαίνονται να διακρατούν στα χαρτοφυλάκιά τους οι 19.489 Έλληνες επενδυτές και 113 αλλοδαποί; Βέβαια, μιλάμε για τις εκδόσεις «mini bonds», δηλαδή εκδόσεις όχι ιδιαίτερα μεγάλες, με τη συνήθη τιμή διάθεση της κάθε ομολογίας να είναι τα 1.000 ευρώ. 

Οι μεγαλύτερες εκδόσεις οι οποίες διαπραγματεύονται σε ξένες αγορές όπως το Λουξεμβούργο και έχουν κεφαλαιοποίηση συνολικά πάνω από 7 δισ. ευρώ κατέχονται από χαρτοφυλάκια ξένων θεσμικών, καθώς είναι εκδόσεις της τάξης των 100.000 ευρώ η ομολογία.  

Οι ελληνικές εταιρείες που έχουν εκδώσει εταιρικά ομόλογα και διαπραγματεύονται αυτή την περίοδο είναι οι Αegean, Attica Group, B&F, Coca-Cola, Coral, Crystal Almond, Δέλτα Τεχνική, Ελληνικά Πετρέλαια, ΓΕΚ Τέρνα, Housemarket, Intralot, MLS, Motoroil, Μυτιληναίος, ΟΠΑΠ, ΟΤΕ, Sunlight, Τέρνα Ενεργειακή, Τιτάν καθώς και οι τράπεζες Εθνική, Alpha και Eurobank. 

Ευρωβουλή καλεί Ε.Ε. για την 5η Οδηγία Περί του «βρόμικου» χρήματος

Η ολομέλεια της Ευρωβουλής με ψήφισμά της κάλεσε την Κομισιόν να εντείνει τις πιέσεις στα κράτη-μέλη που εξακολουθούν να μην εφαρμόζουν ορθά την κοινοτική νομοθεσία κατά της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες.
Οι ευρωβουλευτές ανεβάζουν τους τόνους, γιατί τα κράτη-μέλη όχι μόνο δεν είναι έτοιμα να θέσουν σε εφαρμογή τον Ιανουάριο του 2020 την πέμπτη οδηγία κατά του ξεπλύματος «βρόμικου» χρήματος, αλλά ορισμένα δεν έχουν μεταφέρει ορθά στο εθνικό δίκαιο ούτε την τέταρτη οδηγία, παρά το γεγονός ότι η διορία έχει τελειώσει από τον Ιούνιο του 2017.

Στην ανάγκη αντιμετώπισης του προβλήματος είχε αναφερθεί τον Ιούλιο και η Κομισιόν, δημοσιοποιώντας τέσσερις εκθέσεις, που καταδείκνυαν διαρθρωτικές αδυναμίες στην εφαρμογή της κοινοτικής νομοθεσίας.

Το ψήφισμα τονίζει ότι την κύρια ευθύνη για την εφαρμογή της νομοθεσίας έχουν οι εθνικές αρχές και παροτρύνει τα κράτη-μέλη να θέσουν ως προτεραιότητα τη χρήση κατάλληλων πόρων για τις διαδικασίες ελέγχου. Μάλιστα, καλεί την Επιτροπή να ολοκληρώσει το συντομότερο δυνατόν διεξοδικούς ελέγχους και να κινήσει διαδικασίες επί παραβάσει όπου αυτό είναι αναγκαίο.
Οι ευρωβουλευτές υπενθυμίζουν ότι τα μητρώα πραγματικών δικαιούχων για εταιρικές και άλλες νομικές οντότητες θα πρέπει να είναι έτοιμα μέχρι τις 10 Ιανουαρίου 2020 και για τα καταπιστεύματα και τα παρόμοια νομικά μορφώματα μέχρι τις 10 Μαρτίου 2020.

Η Ευρωβουλή θεωρεί ότι η Κομισιόν πρέπει να συντάξει κατάλογο τρίτων χωρών υψηλού κινδύνου σχετικά με το ξέπλυμα χρήματος, κατά τα πρότυπα του καταλόγου που υπάρχει είδη για τρίτες χώρες που δεν συνεργάζονται στον φορολογικό τομέα με την Ε.Ε. Στο πλαίσιο αυτό καλεί την Επιτροπή να διασφαλίσει διαφανή διαδικασία με σαφείς και συγκεκριμένους δείκτες αναφοράς για τις χώρες που δεσμεύονται να προβούν σε μεταρρυθμίσεις, ώστε να αποφευχθεί η καταχώρισή τους στον κατάλογο.