Σε υψηλή προτεραιότητα έχει βάλει και η νέα κυβέρνηση την ανάπτυξη του θαλάσσιου τουρισμού της χώρας. Παρά το γεγονός ότι η Ελλάδα διαθέτει όλα τα φυσικά πλεονεκτήματα προκειμένου να καταστεί ένας από τους πρώτους προορισμούς στον κόσμο, μέχρι σήμερα αυτό δεν έχει γίνει εφικτό. Τόσο ο τομέας της κρουαζιέρας όσο και το γιότινγκ υπολείπονται των ανταγωνιστικών προορισμών.
Από την έντυπη έκδοση
Του Αντώνη Τσιμπλάκη
[email protected]
Σε υψηλή προτεραιότητα έχει βάλει και η νέα κυβέρνηση την ανάπτυξη του θαλάσσιου τουρισμού της χώρας. Παρά το γεγονός ότι η Ελλάδα διαθέτει όλα τα φυσικά πλεονεκτήματα προκειμένου να καταστεί ένας από τους πρώτους προορισμούς στον κόσμο, μέχρι σήμερα αυτό δεν έχει γίνει εφικτό. Τόσο ο τομέας της κρουαζιέρας όσο και το γιότινγκ υπολείπονται των ανταγωνιστικών προορισμών.
Οι αιτίες είναι γνωστές, έλλειψη υποδομών, απουσία στοχευμένου marketing, μεγάλος ανταγωνισμός για το home port από Ιταλία - Ισπανία και Τουρκία, που σταδιακά επανέρχεται, ενώ και οι κυβερνητικές παρεμβάσεις τις τελευταίες δεκαετίες δεν είχαν το επιθυμητό αποτέλεσμα. Ακόμα και σήμερα όμως ο τομέας του θαλάσσιου τουρισμού βρίσκεται στα χαρτοφυλάκια δύο υπουργείων, που δεν έχουν πάντα την ίδια στόχευση, ενώ και ο διαχωρισμός των αρμοδιοτήτων ανάμεσα στα δύο υπουργεία φαίνεται παράδοξος.
Στα κρουαζιερόπλοια τις προωθητικές ενέργειες έχει αναλάβει το υπουργείο Τουρισμού, ενώ στο υπουργείο Ναυτιλίας, που έχει στο χαρτοφυλάκιό του και τις υποδομές κρουαζιέρας στα λιμάνια, έχει συσταθεί η επιτροπή επίλυσης θεμάτων θαλάσσιου τουρισμού.
Όσον αφορά το γιότινγκ, τα λιμάνια (μαρίνες) έχει στη δικαιοδοσία του το υπουργείο Τουρισμού και το νομοθετικό πλαίσιο για τα σκάφη αναψυχής είναι αρμοδιότητα του υπουργείου Ναυτιλίας. Μάλιστα στο Ναυτικό Επιμελητήριο Ελλάδος (υπουργείου Ναυτιλίας) συστάθηκε πρόσφατα μια Επιτροπή η οποία θα καταβάλει προσπάθειες να καταλήξει σε μια πρόταση προς το υπουργείο Ναυτιλίας και τα συναρμόδια υπουργεία, προκειμένου να γίνει φιλικό το πλαίσιο στην Ελλάδα για την προσέλκυση σκαφών αναψυχής.
Ακόμα και ο νέος υπουργός Τουρισμού, Χάρης Θεοχάρης, στην πρόσφατη συνέντευξη που έδωσε στους δημοσιογράφους που καλύπτουν τον τομέα του τουρισμού, εστίασε στις συναρμοδιότητες ανάμεσα στα δύο υπουργεία, μετά από ερώτηση που του έγινε.
Η λιμενική και τουριστική πολιτική είναι οι δύο πιο κρίσιμες προϋποθέσεις για την ανάπτυξη του θαλάσσιου τουρισμού μας. Σε μια χώρα που έχει όλα τα στοιχεία που απαιτούνται για την πλήρη ικανοποίηση επισκεπτών κρουαζιέρας, γιότινγκ και άλλων δραστηριοτήτων στον θαλάσσιο τουρισμό. Η τεράστια ακτογραμμή, η πολυνησιακή διαμόρφωση, οι εξαιρετικές καιρικές συνθήκες, οι καταγάλανες θάλασσες, αλλά και τα ιστορικά μνημεία μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την ανάδειξη και του θαλάσσιου τουρισμού.
Όσον αφορά την τουριστική πολιτική, ο πρόεδρος της Ένωσης Εφοπλιστών και Φορέων Κρουαζιέρας (ΕΕΚΦΝ), Θεόδωρος Κόντες, σημειώνει ότι θα πρέπει να συμβαδίζει με τη λιμενική με κοινό σκοπό την επιτυχή ανάπτυξη του τομέα.
Αναφορικά με όσα χρειάζεται να γίνουν, ο κ. Κόντες τα κωδικοποιεί:
Ευέλικτη λιμενική πολιτική βάσει προορισμού
Η ανάπτυξη του θαλάσσιου τουρισμού στη χώρα μας (κυρίως για την κρουαζιέρα, αλλά και για τον θαλάσσιο τουρισμό) «περνάει» από δύο βασικούς άξονες. Τη λιμενική και την τουριστική πολιτική. Χαρακτηριστικές είναι και οι δηλώσεις του προέδρου της Ένωσης Εφοπλιστών και Φορέων Κρουαζιέρας (ΕΕΚΦΝ) Θεόδωρου Κόντε στη «Ν». «Οι απαιτούμενες υποδομές κατέχουν την πρώτη θέση στον τομέα αυτό και αναφερόμεθα βέβαια σε λιμενικές υποδομές για την κρουαζιέρα, αλλά και μαρίνες για το γιότινγκ. Είναι βέβαια ευκολονόητο και φυσικά αδύνατον να προγραμματισθούν, μελετηθούν και εκτελεστούν τεράστια λιμενικά έργα σε όλους τους λιμένες της Επικράτειας» σημειώνει ο κ. Κόντες και προσθέτει: «Έτσι λοιπόν χρειάζεται μια λιμενική πολιτική που θα προταθούν ανάλογα έργα και με την προβλεπόμενη ανάπτυξη στους λιμένες που μπορούν να εξυπηρετήσουν τους επισκέπτες αλλά και μαρίνες σε ανάλογα ελκυστικούς προορισμούς με βραχύχρονες αλλά και μακροχρόνιες παραμονές προσφέροντας ανάλογες υπηρεσίες.
Στους κύριους προορισμούς κρουαζιέρας με τακτικές προσεγγίσεις αλλά και ανάλογα το μέγεθος των πλοίων απαιτούνται εκτεταμένες λιμενικές αλλά και χερσαίες υποδομές. Σε νέους προορισμούς, αλλά και σε προορισμούς με δυσκολίες στην προσέγγιση είναι σκόπιμο να μη γίνουν μόνιμες λιμενικές υποδομές μια που είναι πολύ δαπανηρές, αλλά να προβλεφθούν αγκυροβόλια (ναύδετα) ή και floating berths ανάλογα με τις απαιτήσεις και φυσικά πάντα παρακολουθώντας την εξέλιξη των εν λόγω προορισμών και ίσως στο μέλλον ανάλογα με την ανάπτυξη απαιτηθούν μόνιμες εγκαταστάσεις και να εδραιωθούν ως κύριοι προορισμοί».
Σύμφωνα με τον πρόεδρο της ΕΕΚΦΝ «οι μελέτες και ο προγραμματισμός τέτοιων υποδομών απαιτούν αξιολόγηση των συγκεκριμένων χώρων αλλά και τις προσφερόμενες υπηρεσίες, πάντοτε σε συνεννόηση με τους operators. Σχετικά με τις μαρίνες τα πράγματα είναι ακόμη πιο δύσκολα στις αποφάσεις, μια που πρέπει να αξιολογήσεις τον κάθε προορισμό χωριστά, συνδυάζοντας μαρίνες στην περιοχή αλλά και να υπολογίσεις υπηρεσίες που απαιτούνται και τι μπορούν να προσφέρουν.
Σε όλες τις περιπτώσεις οι σωστές υπηρεσίες, η απλούστευση διαδικασιών, αλλά και οι οικονομικές ανταγωνιστικές υπηρεσίες είναι προϋπόθεση για την επιτυχή μελέτη και κατασκευή υποδομών για τις εν λόγω εγκαταστάσεις που απαιτούνται».