Είναι το σενάριο που έχει στοιχειώσει τον Ντόναλντ Τραμπ τους τελευταίους μήνες. Και μπορεί κανείς να το καταλάβει στα ξεσπάσματα οργής στο Twitter κατά της Fed, που δεν μειώνει αρκετά τα επιτόκια, κατά της ΕΚΤ, που έχει υπερβολικά χαμηλά τα δικά της και κατά πάσης φύσεως «εχθρών». Μπορεί να το διακρίνει στις συνεχείς αλλαγές στάσεις απέναντι στην Κίνα. Ποιο είναι αυτό; Μία παρατεταμένη επιβράδυνση της οικονομίας, η οποία θα κορυφώνεται το φθινόπωρο του 2020.
Της Νατάσας Στασινού
[email protected]
Είναι το σενάριο που έχει στοιχειώσει τον Ντόναλντ Τραμπ τους τελευταίους μήνες. Και μπορεί κανείς να το καταλάβει στα ξεσπάσματα οργής στο Twitter κατά της Fed, που δεν μειώνει αρκετά τα επιτόκια, κατά της ΕΚΤ, που έχει υπερβολικά χαμηλά τα δικά της και κατά πάσης φύσεως «εχθρών». Μπορεί να το διακρίνει στις συνεχείς αλλαγές στάσεις απέναντι στην Κίνα. Ποιο είναι αυτό; Μία παρατεταμένη επιβράδυνση της οικονομίας, η οποία θα κορυφώνεται το φθινόπωρο του 2020.
Η αμερικανική οικονομία δεν κινδυνεύει σήμερα με ύφεση στον ίδιο βαθμό με την Ευρωζώνη. Οι ρυθμοί ανάπτυξής της είναι μάλλον αξιοζήλευτοι εάν τους συγκρίνει κανείς με της Γερμανίας, της Γαλλίας, της Ιταλίας ή και άλλων ανεπτυγμένων οικονομιών από την Ιαπωνία έως τη Νέα Ζηλανδία. Κατεβάζει όμως ταχύτητα απότομα και εκπλήσσει δυσάρεστα τον Αμερικανό πρόεδρο που έως και τα τέλη πρώτου τριμήνου μπορούσε να ποντάρει στο ισχυρό χαρτί της οικονομίας. Αν δεν γίνει κάτι να ανακοπεί η πτωτική πορεία τότε η ύφεση θα χτυπήσει την πόρτα των ΗΠΑ την ώρα περίπου θα ανοίγουν και οι κάλπες του Νοεμβρίου του 2020.
Και κάπως έτσι το «είναι η οικονομία ανόητε» γίνεται και πάλι επίκαιρο.
Έχουν περάσει κάτι λιγότερο από τέσσερις μήνες από τότε, που γράφαμε ότι η οικονομία δίνει στον Τραμπ «άδεια παραμονής» στον Λευκό Οίκο. Τότε είχαν μόλις γίνει γνωστά τα στοιχεία για το ΑΕΠ του πρώτου τριμήνου, που έδειξε ανάπτυξη 3,2%- εντυπωσιακή για τα δεδομένα του ανεπτυγμένου κόσμου και πέρα κάθε προσδοκίας των αναλυτών, που θεωρούσαν ότι ο αντίκτυπος των φοροελαφρύνσεων έχει ήδη εξασθενήσει. Δημοσκόπηση του SSRS για λογαριασμό του CNN έδειχνε το 56% των Αμερικανών να αποτιμούν θετικά την οικονομική πολιτική του Αμερικανού προέδρου, επικαλούμενοι και την ισχυρή της εικόνας της αγοράς εργασίας. Ο Τραμπ παρέλαβε το ποσοστό της ανεργίας σε αρκετά χαμηλά επίπεδα (4,8%), αλλά το οδήγησε ακόμη χαμηλότερα στο 3,6%.
Και τώρα τι; Ειδικοί προειδοποιούν στον The Atlantic πως εάν η επιβράδυνση συνεχιστεί με τους ίδιους ρυθμούς, με την ανάπτυξη να πέφτει κοντά στο 1%, το ποσοστό της ανεργίας θα διπλασιαστεί έως τον Νοέμβριο του 2020. Και το χειρότερο για τον Τραμπ είναι ότι θα κινείται πολύ υψηλότερα στις περιοχές εκείνες, που το 2016 υποσχέθηκε να προστατεύσει και τον οδήγησαν στον Λευκό Οίκο: στη λεγόμενη ζώνη της σκουριάς και στις αγροτικές περιοχές, που αισθάνονται περισσότερο από κάθε άλλον τις επιπτώσεις δασμών και αντιποίνων από Κίνα και Ε.Ε.
Για κάθε πρόεδρο, που επιδιώκει την επανεκλογή του, ισχύει το ερώτημα, που είχε θέσει ο Ρόναλντ Ρέιγκαν: «Είναι καλύτερα τα πράγματα από ό,τι ήταν πριν από τέσσερα χρόνια»; Η απάντηση δεν είναι πια τόσο ξεκάθαρη και ο χρόνος εξελίσσεται σε αντίπαλο αντί για σύμμαχο του Τραμπ.
Έως τώρα αρκετοί Αμερικανοί στήριζαν Τραμπ για τις επιδόσεις του στην οικονομία, ακόμη και αν δεν ήταν «οπαδοί» της ρητορικής του και του τρόπου με τον οποίο πολιτεύεται. Ωστόσο πρόσφατη δημοσκόπηση της Wall Street Journal και του NBC αναδεικνύει ένα μεγάλο αγκάθι για τον Αμερικανό πρόεδρο. Αυτοί που επικροτούν την οικονομική πολιτική του, δεν θέλουν απαραίτητα να τον ξαναδουν στον Λευκό Οίκο.
Στην υπο-ομάδα των ψηφοφόρων που δεν εγκρίνουν το συνολικό στυλ του Τραμπ, αλλά κρίνουν θετικά τους χειρισμούς του στην οικονομία, το 73% δηλώνει ότι πιθανότατα θα ψήφιζε... Δημοκρατικό υποψήφιο. Δεν πρόκειται για παραδοσιακούς ψηφοφόρους του, αλλά μάλλον δεν έχει την πολυτέλεια να τους αγνοήσει.