Τρεις παράγοντες στους οποίους αποδίδεται η πορεία του πληθωρισμού στην Ελλάδα παρουσιάζει η Alpha Βank στο τελευταίο οικονομικό της δελτίο. Όπως αναφέρει, ο πληθωρισμός στην Ελλάδα, με βάση τον εναρμονισμένο δείκτη τιμών καταναλωτή της Eurostat, παρέμεινε σε οριακά θετικά επίπεδα τον Ιούλιο, στο 0,4% από 0,2% τον Ιούνιο, ενώ διαμορφώθηκε σε 0,7% κατά μέσο όρο στο πρώτο επτάμηνο του έτους. Ο ρυθμός ανόδου των τιμών στη χώρα διατηρείται σε χαμηλότερα επίπεδα σε σχέση με τον πληθωρισμό της Ευρωζώνης, ο οποίος εκτιμάται ότι θα ανέλθει στο 1,1% τον Ιούλιο από 1,3% τον Ιούνιο, χαμηλότερα από τον στόχο που έχει θέσει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (κάτω και πλησίον του 2%).
Από την έντυπη έκδοση
Τρεις παράγοντες στους οποίους αποδίδεται η πορεία του πληθωρισμού στην Ελλάδα παρουσιάζει η Alpha Βank στο τελευταίο οικονομικό της δελτίο. Όπως αναφέρει, ο πληθωρισμός στην Ελλάδα, με βάση τον εναρμονισμένο δείκτη τιμών καταναλωτή της Eurostat, παρέμεινε σε οριακά θετικά επίπεδα τον Ιούλιο, στο 0,4% από 0,2% τον Ιούνιο, ενώ διαμορφώθηκε σε 0,7% κατά μέσο όρο στο πρώτο επτάμηνο του έτους. Ο ρυθμός ανόδου των τιμών στη χώρα διατηρείται σε χαμηλότερα επίπεδα σε σχέση με τον πληθωρισμό της Ευρωζώνης, ο οποίος εκτιμάται ότι θα ανέλθει στο 1,1% τον Ιούλιο από 1,3% τον Ιούνιο, χαμηλότερα από τον στόχο που έχει θέσει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (κάτω και πλησίον του 2%).
Η εξασθένηση του ρυθμού ανόδου των τιμών αντανακλά:
Πρώτον, τη διακοπή της ανοδικής πορείας της διεθνούς τιμής του πετρελαίου κατά το πρώτο τρίμηνο του έτους και τη διατήρησή της, κατά μέσο όρο, σε χαμηλότερα επίπεδα σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2018. Η εξέλιξη αυτή αντισταθμίζει την επίπτωση της υποτίμησης του ευρώ έναντι του δολαρίου.
Δεύτερον, την ισχυρή αρνητική επίπτωση στις τιμές από τον μειωμένο φόρο προστιθέμενης αξίας το τελευταίο δίμηνο στα προϊόντα εστίασης και ενέργειας.
Τρίτον, τη διατήρηση του πληθωρισμού των βασικών μας εμπορικών εταίρων, δηλαδή των χωρών της Ευρωζώνης, σε πτωτική πορεία σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του προηγούμενου έτους, εξέλιξη που μεταξύ άλλων αντανακλά την επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας και, ιδιαίτερα, την κάμψη της βιομηχανικής παραγωγής στις μεγάλες ευρωπαϊκές οικονομίες.
Σύμφωνα με την Alpha Bank, η πτωτική πορεία της τιμής του πετρελαίου είναι συνδυαστικό αποτέλεσμα αντίρροπων δυνάμεων όπως: (α) η επιβράδυνση της παγκόσμιας οικονομίας και οι δυσμενείς προβλέψεις αναφορικά με την εξέλιξή της, (β) οι επιπτώσεις της γεωπολιτικής αστάθειας (π.χ. οι κυρώσεις που έχουν επιβάλει οι ΗΠΑ στις εξαγωγές πετρελαίου της Βενεζουέλας, ο εμπορικός αποκλεισμός του Ιράν και των χωρών που πραγματοποιούν εισαγωγές από την εν λόγω χώρα), (γ) η αύξηση της συνολικής προσφοράς αργού πετρελαίου από τις ΗΠΑ, τη Ρωσία και τη Σαουδική Αραβία και (δ) η στρατηγική απόφαση του Οργανισμού Πετρελαιοεξαγωγικών Κρατών (ΟΠΕΚ) και της Ρωσίας στο τέλος του 2018 να περιορίσουν την παραγωγή τους, ώστε να αποφευχθεί η παρατεταμένη υποχώρηση της διεθνούς τιμής του αργού πετρελαίου. Η τιμή του πετρελαίου αναμένεται να συνεχίσει την καθοδική πορεία της στο υπόλοιπο του 2019. Συγκεκριμένα, το ΔΝΤ αναμένει πτώση της τιμής κατά 13,4%, ενώ προβλέπει και έντονες διακυμάνσεις, κυρίως λόγω των διεθνών γεωπολιτικών εντάσεων. Ομοίως, στην πρόσφατη έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (European Economic Forecast, Summer, July 2019) αναφέρεται ότι η τιμή του πετρελαίου προβλέπεται να υποχωρήσει τόσο το 2019 (64,7 δολ./βαρέλι) όσο και το 2020 (61,5 δολ./βαρέλι).