Έφτασε η ώρα η Γερμανία να πει τέλος στην δέσμευση για μηδενικά ελλείμματα; Θα έλεγε κανείς πως θα έπρεπε να το έχει ήδη πράξει δεδομένου ότι το made in Germany, τα άλλοτε πανίσχυρα στις διεθνείς αγορές γερμανικά βιομηχανικά προϊόντα, βιώνουν βαθύτατη κρίση, έχοντας εξελιχθεί σε μία από τις κυριότερες παράπλευρες απώλειες του σινο-αμερικανικού πολέμου, αλλά και αντιμέτωπα με πολλαπλά επιχειρηματικά σκάνδαλα τα τελευταία έτη. Κι όμως δεν είναι η βουτιά των παραγγελιών από το εξωτερικό, η ύφεση του μεταποιητικού κλάδου και η ραγδαία επιβράδυνση του ΑΕΠ, οι παράγοντες που σπρώχνουν τη γερμανική κυβέρνηση σε αλλαγή πολιτικής.
Της Νατάσας Στασινού
[email protected]
Έφτασε η ώρα η Γερμανία να πει τέλος στην δέσμευση για μηδενικά ελλείμματα; Θα έλεγε κανείς πως θα έπρεπε να το έχει ήδη πράξει δεδομένου ότι το made in Germany, τα άλλοτε πανίσχυρα στις διεθνείς αγορές γερμανικά βιομηχανικά προϊόντα, βιώνουν βαθύτατη κρίση, έχοντας εξελιχθεί σε μία από τις κυριότερες παράπλευρες απώλειες του σινο-αμερικανικού πολέμου, αλλά και αντιμέτωπα με πολλαπλά επιχειρηματικά σκάνδαλα τα τελευταία έτη. Κι όμως δεν είναι η βουτιά των παραγγελιών από το εξωτερικό, η ύφεση του μεταποιητικού κλάδου και η ραγδαία επιβράδυνση του ΑΕΠ, οι παράγοντες που σπρώχνουν τη γερμανική κυβέρνηση σε αλλαγή πολιτικής.
Το ειδησεογραφικό πρακτορείο Reuters επικαλούμενο ανώνυμες κυβερνητικές πηγές μετέδωσε ότι η Γερμανία εξετάζει την έκδοση νέου χρέους για τη χρηματοδότηση μέτρων, που έχουν ως στόχο την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και την προστασία του περιβάλλοντος. Στο δημοσίευμα αφήνεται να εννοηθεί ότι ο νέος δανεισμός θα είναι τέτοιου ύψους, που θα σημάνει το τέλος της δέσμευσης για ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς. Το υπουργείο Οικονομικών διέψευσε τις πληροφορίες, αλλά όπως σχολιάζει σε σημείωμά της στους επενδυτές η Citi «δεν υπάρχει καπνός χωρίς φωτιά».
Η διάψευση ενδεχομένως να ήταν επιβεβλημένη δεδομένης της άμεσης αντίδρασης της αγοράς στις εξελίξεις. Ενώ τα γερμανικά ομόλογα αποτελούν το απόλυτο καταφύγιο σε περιόδους αναταραχής, όπως η τρέχουσα, αμέσως μετά το ρεπορτάζ του Reuters είδαν τις αποδόσεις τους να ανεβαίνουν. Στην περίπτωση του 30ετους ομολόγου είχαμε μάλιστα αύξηση επτά μονάδων βάσης.
Τα δεδομένα αποκαλύπτουν πως η γερμανική οικονομία έχει άμεση ανάγκη από τονωτικές ενέσεις. Τον Ιούνιο η βιομηχανική παραγωγή στη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης μειώθηκε 1,5% σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα και περισσότερο από 5% σε σχέση με τον Ιούνιο του 2018. Πρόκειται για τη μεγαλύτερη πτώση από το 2009, όταν η παγκόσμια οικονομία βυθιζόταν στην ύφεση ως αποτέλεσμα της χρηματοπιστωτικής κρίσης. «Η πτώση αυτή έρχεται να σκοτώσει την όποια ελπίδα γέννησαν τα στοιχεία για τις υψηλότερες των προσδοκιών παραγγελίες» σχολίασε χαρακτηριστικά η Capital Economics.
Συνολικά το δεύτερο τρίμηνο του έτους η γερμανική βιομηχανική παραγωγή συρρικνώθηκε κατά 1,9% σε σχέση με το προηγούμενο, ύστερα από πτώση μόλις 0,3% το πρώτο τρίμηνο έναντι των τελευταίων μηνών του 2018.
Η Κομισιόν και το ΔΝΤ έχουν άλλωστε επανειλημμένα τα τελευταία χρόνια καλέσει την μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης να αφήσει κατά μέρος το δόγμα της λιτότητας και να εκμεταλλευθεί τα μεγάλα περιθώρια δημοσιονομικών ελιγμών ,που έχει, για να ενισχύσει την εσωτερική ζήτηση. Αυτό κρίνεται αναγκαίο όχι μόνο για να αποτραπεί μία ύφεση, αλλά και για να περιορίσει τη χώρα την μεγάλη εξάρτησή της από τις εξαγωγές, μειώνοντας παράλληλα τα τεράστια εμπορικά πλεονάσματά της. Το «ταγκό» των ανισορροπιών στην Ευρωζώνη θέλει δύο, έχουν και οι δύο θεσμοί επισημάνει, καλώντας το Βερολίνο να πράξει περισσότερα.
Σε αυτές τις συνθήκες η πολιτική του ισοσκελισμένου προϋπολογισμού δεν φαίνεται να έχει λογική. Και οι αγορές όσο «ευαίσθητες» και εάν είναι, δεν θα αντιδράσουν ιδιαίτερα σε μία πιο επεκτατική δημοσιονομική πολιτική. Μάλιστα η επίκληση της «πράσινης» στροφής και όχι των οικονομικών συνθηκών καθιστά την αλλαγή ρότας στα δημοσιονομικά πολιτικά πιο πιθανή, όπως σχολιάζουν οι αναλυτές της Citi.
Mε τις ανησυχίες για την συχνότητα των ακραίων καιρικών φαινομένων και άλλων δραματικών επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής να έχουν ενταθεί, η όποια «δυσανεξία» των Γερμανών απέναντι στην έκδοση νέου χρέους θα μπορούσε μάλλον εύκολα να ξεπεραστεί.
Ενδεχομένως η δημοσιονομική στροφή να μην είναι άμεση, αλλά δεν θα αργήσει και πολύ να έρθει. Τα περιθώρια σίγουρα υπάρχουν. Η Citi υπολογίζει τον διαθέσιμο δημοσιονομικό χώρο από 1,4% έως και 4,6% του ΑΕΠ, ανάλογα με το πόσο διατεθειμένη είναι η Γερμανία να αλλάξει.