Ο εμπορικός πόλεμος δεν κάνει διακοπές. Με αμείωτη ένταση συνεχίζεται και ο νομισματικός πόλεμος, ενώ το πολιτικό ρίσκο παραμένει στα ύψη, με το βλέμμα στραμμένο πρωτίστως στη Βρετανία και τα σχέδια του Μπόρις Τζόνσον να βγάλει τη χώρα από την κοινότητα ακόμη και χωρίς συμφωνία έως τον Οκτώβριο. Όλα αυτά ανεβάζουν το θερμόμετρο για τους επενδυτές, ενώ δημιουργούν τις συνθήκες για μία ακόμη «καταιγίδα». Οι αναλυτές προειδοποιούν για απότομη διόρθωση στις μετοχές, καθώς οι επενδυτές απομακρύνονται μαζικά από το ρίσκο αναζητώντας καταφύγια.
Της Νατάσας Στασινού
[email protected]
Ο εμπορικός πόλεμος δεν κάνει διακοπές. Με αμείωτη ένταση συνεχίζεται και ο νομισματικός πόλεμος, ενώ το πολιτικό ρίσκο παραμένει στα ύψη, με το βλέμμα στραμμένο πρωτίστως στη Βρετανία και τα σχέδια του Μπόρις Τζόνσον να βγάλει τη χώρα από την κοινότητα ακόμη και χωρίς συμφωνία έως τον Οκτώβριο. Όλα αυτά ανεβάζουν το θερμόμετρο για τους επενδυτές, ενώ δημιουργούν τις συνθήκες για μία ακόμη «καταιγίδα». Οι αναλυτές προειδοποιούν για απότομη διόρθωση στις μετοχές, καθώς οι επενδυτές απομακρύνονται μαζικά από το ρίσκο αναζητώντας καταφύγια.
Η περασμένη εβδομάδα έδωσε μία πρώτη γεύση και οι επόμενες ίσως βρουν τις αγορές μετοχών σε αιμορραγία. Οι ρευστοποιήσεις άρχισαν με την απόφαση της Fed να μειώσει το βασικό επιτόκιο δανεισμού κατά 25 μονάδες βάσης, στέλνοντας ωστόσο παράλληλα το μήνυμα ότι αυτό δεν αποτελεί την έναρξη ενός επιθετικού κύκλου χαλάρωσης που θα οδηγήσει το κόστος δανεισμού αισθητά χαμηλότερα, σε επίπεδα ανάλογα με εκείνα της Ευρωζώνης ή της Ιαπωνίας.
Αν και βλέπει το δολάριο να ενισχύεται συνεχώς έναντι των μεγάλων ανταγωνιστών του στην αγορά- γεγονός που εξοργίζει τον Ντόναλντ Τραμπ, η αμερικανική κεντρική τράπεζα πιθανότατα θα επαναλάβει την στρατηγική του Γκρίνσπαν στα τέλη της δεκαετίας του '90 με λίγες, μικρές μειώσεις επιτοκίων, που θα είναι ικανές να αποτρέψουν την απότομη επιβράδυνση, αλλά όχι και να δώσουν ώθηση στην ανάπτυξη. Πρόκειται για «μεσοκυκλική προσαρμογή» ξεκάθαρισε ο Τζερόμ Πάουελ, απογοητεύοντας τις αγορές.
Και ενώ ο Αμερικανός πρόεδρος έσπευσε να κατηγορήσει τον επικεφαλής της FED για την πτώση των δεικτών, φρόντισε και ο ίδιος να πυροδοτήσει ακόμη εντονότερες αναταράξεις. Προανήγγειλε την επιβολή δασμών 10% σε πρόσθετες εισαγωγές αξίας 300 δισ. δολαρίων από την Κίνα, επικαλούμενος την απουσία προόδου στις εμπορικές διαπραγματεύσεις. Παράλληλα, ενώ πανηγύριζε την υπογραφή συμφωνίας για την αισθητή αύξηση των εξαγωγών αμερικανικού βοδινού προς την Ε.Ε., δεν παρέλειψε να απειλήσει εκ νέου τους Ευρωπαίους με δασμούς στα αυτοκίνητα.
Όλο αυτό το κλίμα αβεβαιότητας για την εξέλιξη των εμπορικών διένεξεων δημιουργεί έντονη νευρικότητα και στις επιχειρήσεις που θα μπορούσαν να παγώσουν σχέδια για επενδύσεις, προσλήψεις, εξαγορές. Η ανάπτυξη του αμερικανικού ΑΕΠ αν και παραμένει πολύ ισχυρότερη σε σχέση με του ευρωπαϊκού, επιβραδύνθηκε στο 2,1% από 3,1% το δεύτερο τρίμηνο του έτους. Η αγορά ομολόγων εκπέμπει εδώ και καιρό σήμα ύφεσης με την αναστροφή στην καμπύλη απόδοσης των κρατικών τίτλων, γεγονός που έρχεται να ρίξει βαριά τη σκιά του και στη Wall Street.
Πολύ πιο άμεσα φαίνεται να απειλείται με ύφεση η Ευρώπη. Οι παραγγελίες από το εξωτερικό βουλιάζουν, η μεταποιητική δραστηριότητα συρρικνώνεται με ολοένα και ταχύτερα ρυθμούς, η πρώτη και τρίτη μεγαλύτερη οικονομία του ευρώ, Γερμανία και Ιταλία, είναι στο χείλος της ύφεσης και η Γαλλία σε αποθέρμανση. Αυξάνονται οι πονοκέφαλοι και από την πλευρά της Βρετανίας, αφού ο νέος πρωθυπουργός εμφανίζεται αποφασισμένος να βγάλει τη χώρα από την Ε.Ε. ακόμη και χωρίς συμφωνία, χωρίς να υπολογίζει το κόστος για την οικονομία. Μάλιστα ρίχνει περισσότερο χρήμα στις προετοιμασίες για ένα no deal Brexit.
Υπό τις συνθήκες αυτές ο αμερικανικός δείκτης S&P 500 θα μπορούσε να κατρακυλήσει κοντά στις 2.770 μονάδες από 2.932 μ σήμερα και ο πανευρωπαϊκός Stoxx 600 κάτω από τις 350 μονάδες από 378 σήμερα, προειδοποιούν αναλυτές.