Σε κεντρικό στόχο για την ελληνική κυβέρνηση ανάγεται η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας για τα ελληνικά ομόλογα ύστερα από μια «μαύρη δεκαετία», κατά τη διάρκεια της οποίας οι ελληνικοί τίτλοι κατατάχθηκαν στην κατηγορία των σκουπιδιών. Η επιστροφή στην επενδυτική βαθμίδα θα επιφέρει την ανάκτηση της δυνατότητας πρόσβασης σε φθηνότερο δανεισμό όχι μόνο για το ελληνικό Δημόσιο, αλλά και για τις τράπεζες και τις επιχειρήσεις, όπως επίσης και συμμετοχή της Ελλάδας στο νέο υπό διαμόρφωση πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
Από την έντυπη έκδοση
Tου Θάνου Τσίρου
[email protected]
Σε κεντρικό στόχο για την ελληνική κυβέρνηση ανάγεται η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας για τα ελληνικά ομόλογα ύστερα από μια «μαύρη δεκαετία», κατά τη διάρκεια της οποίας οι ελληνικοί τίτλοι κατατάχθηκαν στην κατηγορία των σκουπιδιών. Η επιστροφή στην επενδυτική βαθμίδα θα επιφέρει την ανάκτηση της δυνατότητας πρόσβασης σε φθηνότερο δανεισμό όχι μόνο για το ελληνικό Δημόσιο, αλλά και για τις τράπεζες και τις επιχειρήσεις, όπως επίσης και συμμετοχή της Ελλάδας στο νέο υπό διαμόρφωση πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
Θα σηματοδοτήσει επίσης τη δυνατότητα «επίσημης» υποβολής του αιτήματος για τη μείωση του στόχου του πρωτογενούς πλεονάσματος χωρίς να υπάρξει επίπτωση στη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους. Ως προς τον χρόνο που απαιτείται για την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας, οι απόψεις στην αγορά διίστανται. Άλλοι περιορίζουν τον απαιτούμενο χρόνο στους 9-12 μήνες και άλλοι ανεβάζουν το απαιτούμενο χρονικό διάστημα τουλάχιστον στους 18 μήνες.
Σε κάθε περίπτωση είναι ξεκάθαρο ότι η επίτευξη του στόχου συνδέεται άμεσα με την προώθηση των μεταρρυθμίσεων και των μεγάλων επενδύσεων από την πλευρά της ελληνικής κυβέρνησης, όπως επίσης και με την τήρηση των συμφωνηθέντων και σε επίπεδο εφαρμογής των πολιτικών, αλλά και σε επίπεδο επίτευξης των δημοσιονομικών στόχων.
Προς το παρόν υπάρχει απόσταση 3 ή 4 βαθμίδων από τον στόχο (ανάλογα με τη βαθμολογία του κάθε οίκου). Οι αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων -και χθες το 10ετές κινήθηκε στην περιοχή του 2,05%- δείχνουν ότι υπάρχει θετική προσδοκία, ωστόσο είναι δεδομένο ότι και οι αγορές, αλλά και οι επενδυτικοί οίκοι περιμένουν οι εξαγγελίες της κυβέρνησης να αρχίσουν να γίνονται πράξη το ταχύτερο δυνατό.
Τα βλέμματα στρέφονται κυρίως στις επιδόσεις όσον αφορά τη μείωση των κόκκινων δανείων, την αποπληρωμή των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων του Δημοσίου, την επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων και φέτος αλλά και του χρόνου, όπως επίσης και την υλοποίηση των κυβερνητικών δεσμεύσεων για «μπουλντόζες στο Ελληνικό» μέχρι το τέλος του έτους, εξυγίανση της ΔΕΗ, αλλά και περαιτέρω εξορθολογισμό των δημοσίων δαπανών και των οικονομικών επιδόσεων των ΔΕΚΟ.
Τα πρώτα crash tests
Οι εκθέσεις αξιολόγησης του Αυγούστου(σ.σ.: η χθεσινή του οίκου Fitch, αλλά και αυτή που θα ακολουθήσει από τη Moody's στο τέλος Αυγούστου, που είναι προς το παρόν και ο «αυστηρότερος» οίκος αξιολόγησης απέναντι στην Ελλάδα) στηρίζονται εν πολλοίς στις προσδοκίες. Από το φθινόπωρο, όμως, οι οίκοι θα περιμένουν και τις πρώτες επιδόσεις.
Τα πρώτα crash tests θα είναι τα εξής: 1, Tο κλείσιμο του προϋπολογισμού του 2019 εντός των συμφωνηθέντων ορίων. Παρά την πρόσφατη ψήφιση του νόμου για τη μείωση του ΕΝΦΙΑ μεσοσταθμικά κατά 22% (και το συνεπαγόμενο δημοσιονομικό κόστος των 205 εκατ. ευρώ), αλλά και τις ευνοϊκές αλλαγές στη ρύθμιση των 120 δόσεων (για τις οποίες οι θεσμοί είχαν διατυπώσει έντονες αντιρρήσεις στην πρόσφατη έκθεση για την ελληνική οικονομία, καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι θα προκύψει δημοσιονομικό κόστος 0,6% του ΑΕΠ), στο ελληνικό στρατόπεδο εμφανίζονται βέβαιοι ότι η χρονιά θα κλείσει με πρωτογενές πλεόνασμα τουλάχιστον 3,5% του ΑΕΠ. Τ
ον Σεπτέμβριο που θα γίνει και η σχετική συζήτηση με τους δανειστές, η ελληνική πλευρά θα παρουσιάσει τα στοιχεία για τον εξορθολογισμό των δημοσίων δαπανών (σ.σ.: εκτιμάται ότι είναι υπερεκτιμημένες, με αποτέλεσμα να εμφανίζεται υστέρηση στα μηνιαία δελτία εκτέλεσης παρά την πρόσφατη καταβολή της λεγόμενης «13ης σύνταξης»), ώστε και οι θεσμοί και η Τράπεζα της Ελλάδος να έχουν κοινά στοιχεία για την πορεία του φετινού προϋπολογισμού. Η συμφωνία με τους θεσμούς για την παραγωγή πρωτογενούς πλεονάσματος 3,5% μέσα στο 2019 εκτιμάται ότι θα αποτελέσει ένα θετικό πρώτο βήμα εν όψει των συζητήσεων για τον προϋπολογισμό του 2020, αλλά και για το περιεχόμενο του φορολογικού νομοσχεδίου (σ.σ.: σε αυτό αναμένεται να συμπεριληφθεί η πρώτη μείωση του φόρου εισοδήματος νομικών προσώπων, αλλά και η μείωση του κατώτατου συντελεστή της φορολογικής κλίμακας στο 9%).
2. Η κατάργηση των capital controls μέσα στον Σεπτέμβριο, κάτι που επίσης θα σηματοδοτήσει την επιστροφή στην κανονικότητα. Η Τράπεζα της Ελλάδος έχει ήδη ταχθεί υπέρ, ενώ αν συνεχιστεί η αύξηση των καταθέσεων που παρατηρήθηκε τον Ιούνιο, εκτιμάται ότι το κλίμα θα βελτιωθεί ακόμη περισσότερο.
3. Η προώθηση των μέτρων για τον περιορισμό των κόκκινων στεγαστικών δανείων. Η ελληνική κυβέρνηση έχει ανακοινώσει ότι θα προωθήσει άμεσα και το σχέδιο του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, αλλά και την πρόταση της Τράπεζας της Ελλάδος. Καλύτερες επιδόσεις από αυτές που έχουν προβλεφθεί θα αποτελέσουν ένα ακόμη επιχείρημα για τους οίκους αξιολόγησης προκειμένου να αναβαθμίσουν περαιτέρω τα ελληνικά ομόλογα.
4. Η εμφάνιση απτών αποτελεσμάτων από την ελληνική πλευρά για την άμεση μείωση των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων του ελληνικού Δημοσίου προς τον ιδιωτικό τομέα, όπως επίσης και για τη μείωση του αποθέματος των συντάξεων που βρίσκονται σε εκκρεμότητα. 5Η επιτάχυνση των μεγάλων έργων με ιδιαίτερη έμφαση στο Ελληνικό για το οποίο η κυβέρνηση έχει δεσμευτεί να ξεκινήσουν τα έργα μέχρι το τέλος του έτους