Ψήφο εμπιστοσύνης των θεσμικών επενδυτών στην ελληνική οικονομία αποτελεί τόσο η ισχυρή ζήτηση, που εκδηλώθηκε για την απόκτηση του επταετούς ομολόγου, όσο και το μειωμένο επιτόκιο, το οποίο έσπασε το φράγμα το 2%. Μπορεί ο Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους να ολοκλήρωσε από χθες το φετινό πρόγραμμα δανεισμού με την επιτυχή -όπως αποδείχτηκε- έκδοση του 7ετούς ομολόγου, ωστόσο δεν αναμένεται να απεμπολήσει το δικαίωμά του να προχωρήσει σε επόμενες εκδόσεις μέσα στη φετινή χρονιά.
Από την έντυπη έκδοση
Του Θάνου Τσίρου
[email protected]
Ψήφο εμπιστοσύνης των θεσμικών επενδυτών στην ελληνική οικονομία αποτελεί τόσο η ισχυρή ζήτηση, που εκδηλώθηκε για την απόκτηση του επταετούς ομολόγου, όσο και το μειωμένο επιτόκιο, το οποίο έσπασε το φράγμα το 2%. Μπορεί ο Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους να ολοκλήρωσε από χθες το φετινό πρόγραμμα δανεισμού με την επιτυχή -όπως αποδείχτηκε- έκδοση του 7ετούς ομολόγου, ωστόσο δεν αναμένεται να απεμπολήσει το δικαίωμά του να προχωρήσει σε επόμενες εκδόσεις μέσα στη φετινή χρονιά. Άλλωστε, το πλάνο του 2020 προβλέπει την άντληση μόλις 5 δισ. ευρώ, οπότε θεωρείται από τώρα αδιανόητο μέσα στους επόμενους 18 μήνες να υπάρξουν μόνο δύο ή τρεις νέες εκδόσεις ελληνικών ομολόγων.
Ισχυρή ζήτηση
Στη χθεσινή έκδοση του 7ετούς ομολόγου καταγράφηκε πολύ ισχυρή ζήτηση με το σχετικό ποσό να ξεπερνά τα 13 δισ. ευρώ. Έτσι, ο Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους θα αντλήσει με ευκολία τα 2,5 δισ. ευρώ που είχε σχεδιάσει προκειμένου να ολοκληρώσει και το φετινό πλάνο άντλησης 7 δισ. ευρώ από τις αγορές. Το επιτόκιο διαμορφώθηκε στο 1,9%, ενώ η απόδοση θα κινηθεί κοντά στο 2% με βάση και την τιμή διάθεσης των ομολόγων. Η σύγκριση με την αντίστοιχη έκδοση του 2018 (σ.σ.: 7ετές ομόλογο είχε εκδώσει η Ελλάδα και τον Φεβρουάριο της προηγούμενης χρονιάς) δείχνει και τη βελτίωση του κλίματος. Πέρυσι, η Ελλάδα άντλησε 2,5 δισ. ευρώ με επιτόκιο 3,5%, ενώ η ζήτηση είχε φτάσει στα 6,5 δισ. ευρώ. Φέτος, για το ίδιο ποσό, το επιτόκιο πέφτει κάτω από το 2%, ενώ η ζήτηση υπερέβη τα 13 δισ. ευρώ. Μετά και τη χθεσινή επιτυχημένη έκδοση του ελληνικού ομολόγου, το ενδιαφέρον μετατοπίζεται πλέον στις επόμενες αξιολογήσεις της ελληνικής οικονομίας από τους οίκους αξιολόγησης. Δύο προγραμματισμένες αξιολογήσεις υπάρχουν για μέσα στον Αύγουστο. Η πρώτη θα γίνει στις 2 Αυγούστου από τον οίκο Fitch και η δεύτερη στις 23 Αυγούστου από τον οίκο Moodys.
H Standard and Poor’s θα βγάλει την επόμενη έκθεση στις 25 Οκτωβρίου, ενώ η DBRS θα ακολουθήσει στην 1η Νοεμβρίου.
Η Ελλάδα βαθμολογείται αυτή τη στιγμή με Β+ από τη Standard & Poor’s (και με θετική προοπτική), με ΒΒ- από τη Fitch Ratings (με θετικό outlook) και με Β1 από τη Moody’s (με σταθερό outlook). Πρακτικά η χώρα απέχει 3 βαθμίδες από την επενδυτική, οπότε μια άμεση αναβάθμιση θα την φέρει πιο κοντά στον στόχο, που είναι να εξασφαλιστεί η επενδυτική βαθμίδα όσο το δυνατόν συντομότερα εν όψει και της επανέναρξης του προγράμματος πιστωτικής χαλάρωσης από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
Αποκλιμάκωση και του 10ετούς
Περαιτέρω αποκλιμάκωση παρουσίασαν χθες οι αποδόσεις των ελληνικών κρατικών ομολόγων, μετά την επιτυχημένη έκδοση του νέου επταετούς ομολόγου και την εντυπωσιακά μεγάλη υπερκάλυψη της προσφοράς.
Η απόδοση του 10ετούς περιορίστηκε ελαφρώς στο 2,22% από 2,29% στη συνεδρίαση της Δευτέρας, με το spread στις 252 μονάδες βάσης. Αναλυτές βλέπουν μία αργή, αλλά σταθερή αποκλιμάκωση, δεδομένου ότι στο τέλος της προηγούμενης εβδομάδας η απόδοση του 10ετούς είχε ξεπεράσει το 2,30% μετά την ανοδική διόρθωση των τελευταίων συνεδριάσεων. Στο πενταετές με λήξη το 2024 η απόδοση αποκλιμακώθηκε ακόμη περισσότερο στο 1,18%, ενώ στο παλαιό επταετές με λήξη το 2025 περιορίστηκε ελαφρώς στο 1,45%. Στους πιο κοντινούς τίτλους με λήξη το 2022, η απόδοση διαμορφώθηκε στο 0,72%. Ο όγκος των συναλλαγών στην ΗΔΑΤ ήταν και πάλι περιορισμένος, διαμορφούμενος χθες στα 14 εκατ. ευρώ.
Προσδοκίες αναβάθμισης
Μετά την ολοκλήρωση της έκδοσης του 7ετούς ομολόγου, υπουργείο Οικονομικών και ΟΔΔΗΧ στρέφουν το ενδιαφέρον τους στις επικείμενες αναθεωρήσεις της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας στο προσεχές τετράμηνο, με τις προσδοκίες να είναι αυξημένες για αναβάθμιση.Ειδικότερα οι οίκοι αξιολόγησης έχουν προγραμματίσει να ανακοινώσουν τις αξιολογήσεις τους στις ακόλουθες ημερομηνίες.
* 2 Αυγούστου η Fitch Ratings
* 23 Αυγούστου η Moody’s
* 25 Οκτωβρίου 2019 η Standard and Poor’s
* 1 Νοεμβρίου η DBRS
Η γεωγραφική κατανομή
Σύμφωνα με τον ΟΔΔΗΧ, στη δημοπρασία συμμετείχαν συνολικά 335 επενδυτές, εκ των οποίων το 84% ήταν ξένοι.
Ως προς τη γεωγραφική κατανομή, το 33% των επενδυτών προέρχεται από το Ηνωμένο Βασίλειο, το 16% από την Ελλάδα, το 12% από τη Γαλλία, το 11% από τις σκανδιναβικές χώρες, το 9% από Γερμανία, Αυστρία και Ελβετία, το 6% από την Ιταλία, το 4% από τη Λιβερία, το 4% από τις ΗΠΑ, το 3% από λοιπές χώρες της Ευρώπης και το 2% από άλλες χώρες.
Επιτόκιο-ρεκόρ
«Συγχαίρω τον Οργανισμό Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους και το υπουργείο Οικονομικών για την έκδοση του 7ετούς ομολόγου με το επιτόκιο-ρεκόρ του 1,9%» αναφέρει σε ανάρτησή του στο twitter ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης και προσθέτει «είναι μια ψήφος εμπιστοσύνης στις αναπτυξιακές προοπτικές της χώρας».
Κανονικότητα
Με την ολοκλήρωση της διαδικασίας έκδοσης του ελληνικού ομολόγου, ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας προχώρησε στην ακόλουθη δήλωση: «Βασική προϋπόθεση για να επιστρέψει η ελληνική οικονομία στην κανονικότητα είναι η συστηματική, ποιοτική και με χαμηλό κόστος χρηματοδότηση της χώρας από τις διεθνείς αγορές. Η σημερινή έκδοση του επταετούς ομολόγου αξιολογείται ως ιδιαίτερα επιτυχής, αφού κινείται προς αυτή την κατεύθυνση».
Το πλάνο του ΟΔΔΗΧ και η οφειλή προς το ΔΝΤ
tΟ Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους έχει ήδη έτοιμο το πλάνο για τις επόμενες κινήσεις. Οι νέες εκδόσεις θα στοχεύουν στην αποπληρωμή ακριβότερων τμημάτων του χρέους αλλά και στη σταδιακή «απεξάρτηση» από τα έντοκα γραμμάτια του ελληνικού Δημοσίου, τα οποία παραμένουν στο ύψος των 15 δισ. ευρώ. Θα αποσκοπούν επίσης στην ολοένα και μεγαλύτερη αύξηση του τμήματος του ελληνικού χρέους που βρίσκεται υπό διαπραγμάτευση. Αυτή τη στιγμή, αν και το χρέος εκτός του επίσημου τομέα ανέρχεται στα 60 δισ. ευρώ, στην πραγματικότητα μόνο τα 30-35 δισ. ευρώ βρίσκονται στην αγορά.
Οι ημερήσιες συναλλαγές επί των ελληνικών τίτλων δεν ξεπερνούν τα 200 εκατ. ευρώ. Έτσι, βασικός στόχος είναι, σταδιακά, αυτό το ποσό να γίνει όσο το δυνατόν μεγαλύτερο.
Το οικονομικό όφελος από τη μείωση του επιτοκίου θα φανεί ακόμη πιο έντονα άμεσα, καθώς μέχρι το τέλος του μήνα θα αποπληρωθούν δόσεις που επιβάρυναν τον κρατικό προϋπολογισμό με υψηλό επιτόκιο άνω του 5%. Στον ορίζοντα υπάρχει τώρα η μερική αποπληρωμή της οφειλής προς το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, η οποία αναμένεται να προχωρήσει το φθινόπωρο εφόσον κλείσει η μεταμνημονιακή αξιολόγηση και υπάρξει πλήρης συμφωνία με τους δανειστές επί του κρατικού προϋπολογισμού. Όσον αφορά την υποχρέωση προς την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα -η οποία επίσης τοκίζεται με επιτόκιο της τάξεως του 5%-, η πρόωρη αποπληρωμή δεν έχει οικονομικό όφελος, καθώς η πληρωμή γίνεται υπέρ το άρτιο οπότε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα εισπράξει ούτως ή άλλως το ίδιο ποσό ανεξάρτητα αν η αποπληρωμή γίνει πρόωρα ή όχι. Αντίθετα, οικονομικό νόημα φαίνεται να έχει η πρόωρη αποπληρωμή οικονομικών υποχρεώσεων που σχετίζονται με τα ANFAs και τα SMPs.
Bloomberg: Ελκυστικό για τους επενδυτές
Η ελληνική κυβέρνηση προχωράει στην έκδοση 7ετούς κρατικού ομολόγου 9 μόλις ημέρες μετά τη νίκη της στις βουλευτικές εκλογές της χώρας, αναφέρει σε χθεσινό δημοσίευμά του το Bloomberg, τονίζοντας παράλληλα ότι η Αθήνα θέλει να εκμεταλλευτεί το θετικό μομέντουμ του χαμηλού κόστους δανεισμού στην Ευρωζώνη. Η Ελλάδα χθες άνοιξε το βιβλίο προσφορών για το 7ετές κρατικό ομόλογο με ημερομηνία λήξης το 2026, προσδοκώντας να αντλήσει 2,5 δισ. ευρώ. Όπως αναφέρει το Bloomberg, η χώρα μας θα προσφέρει το νέο 7ετές ομόλογο με απόδοση 1,9%, ενώ χθες οι προσφορές ξεπέρασαν κατά πολύ τις προσδοκίες του ελληνικού υπουργείου Οικονομικών, υπερκαλύπτοντας κατά 5 φορές το ποσό, υπερβαίνοντας τα 13 δισ. ευρώ.
«Καλύτερες μέρες»
Η νέα έκδοση, όπως τονίζεται στο δημοσίευμα, είναι μία κίνηση της κυβέρνησης Μητσοτάκη να δείξει στις αγορές πως για την ελληνική οικονομία έρχονται καλύτερες ακόμα ημέρες.
Με τις αποδόσεις των ομολόγων της Ευρωζώνης να διαπραγματεύονται με αρνητικές αποδόσεις ή κοντά στο 0, τα ελληνικά κρατικά ομόλογα, όπως και τα ιταλικά με τις αποδόσεις τους σε πιο υψηλά επίπεδα, φαντάζουν επί της παρούσης πιο ελκυστικά για τους επενδυτές, καταλήγει το δημοσίευμα του Bloomberg.