Στο πλευρό του Κ. Μητσοτάκη σε ό,τι αφορά την επαναδιαπραγμάτευση των στόχων για τα πρωτογενή πλεονάσματα τάσσεται ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας, όπως αναφέρει το γερμανικό περιοδικό «Der Spiegel», σε δημοσίευμά του στην ηλεκτρονική του έκδοση, όπου παρατίθενται δηλώσεις του Γιάννη Στουρνάρα.
Στο πλευρό του Κ. Μητσοτάκη σε ό,τι αφορά την επαναδιαπραγμάτευση των στόχων για τα πρωτογενή πλεονάσματα τάσσεται ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας, όπως αναφέρει το γερμανικό περιοδικό «Der Spiegel», σε δημοσίευμά του στην ηλεκτρονική του έκδοση, όπου παρατίθενται δηλώσεις του Γιάννη Στουρνάρα.
«Νομίζω ότι ο στόχος του 3,5% για το πρωτογενές πλεόνασμα μέχρι το 2022 δεν έχει μόνο αρνητικές επιπτώσεις για την Ελλάδα αλλά και για τους δανειστές», δηλώνει στο Spiegel o διοικητής της ΤτΕ. Όπως επισημαίνει, ο στόχος «θα έπρεπε να είναι η ανάπτυξη και τα χαμηλά επιτόκια και όχι τα πλεονάσματα». Σύμφωνα με τον κ. Στουρνάρα «μια χαλάρωση των όρων λιτότητας θα συνέφερε και την Ελλάδα και τους δανειστές».
Σύμφωνα με το Spiegel, o ίδιος εμφανίζεται αισιόδοξος ότι «τα capital control θα αρθούν πλήρως μέσα στο επόμενο εξάμηνο».
«Ο Μητσοτάκης επιδιώκει πιο χαλαρούς όρους λιτότητας»
Στο άρθρο του με τίτλο «Ο Μητσοτάκης επιδιώκει πιο χαλαρούς όρους λιτότητας» το Spiegel επισημαίνει πως ο νέος Πρωθυπουργός της Ελλάδας «κέρδισε τις εκλογές υποσχόμενος μεταρρυθμίσεις και τώρα θέλει διαπραγματεύσεις με την Ε.Ε. για ελάφρυνση του χρέους». Η γερμανική ιστοσελίδα επισημαίνει ότι «το μήνυμα του Πρωθυπουργού προς τους δανειστές θα λέει λίγο-πολύ ότι η Ελλάδα δεν είναι σε θέση να διατηρήσει τους υπερβολικούς στόχους για τα πρωτογενή πλεονάσματα του προϋπολογισμού για τους οποίους δεσμεύτηκε ο Αλέξης Τσίπρας» και ότι πρέπει να αλλάξουν οι όροι.
«Κατά την άποψη των υπολοίπων Ευρωπαίων οι δεσμεύσεις της Αθήνας είναι αδιαπραγμάτευτες και προϋπόθεση για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους έτσι ώστε να μην χρειασθεί η Ελλάδα νέα οικονομική βοήθεια» γράφει το Spiegel, προσθέτοντας ωστόσο ότι «η νέα κυβέρνηση θεωρεί τους όρους παράλογους και αντιφατικούς, διότι απομυζούν την οικονομία και παρεμποδίζουν την επίτευξη του αναπτυξιακού στόχου του 4%, που είναι απαραίτητος για να φθάσει το ΑΕΠ στα επίπεδα προ κρίσης».
Στη «βαριά κληρονομιά» που επωμίζεται ο νέος Πρωθυπουργός αναφέρεται στο μεταξύ η Handelsblatt σε άρθρο της με τίτλο «Με αυτά τα ζητήματα πρέπει να ασχοληθεί ο Κ. Μητσοτάκης».
Όπως σημειώνει η εφημερίδα, «ο προκάτοχός του Αλέξης Τσίπρας αφήνει πίσω του πολλά άλυτα προβλήματα: Δημόσιοι οργανισμοί στο χείλος της χρεοκοπίας, ένας προϋπολογισμός εκτός ελέγχου, προβληματικές τράπεζες, προσφυγικά κύματα στο Αιγαίο και ένταση με την γειτονική Τουρκία».
«’Κάθε μέρα μετρά’, δηλώνει ο Κ. Μητσοτάκης, ο οποίος ξεκινά την πρωθυπουργική του θητεία ως διαχειριστής κρίσεων» συνεχίζει το δημοσίευμα.
«Δυνατότητες ανάπτυξης»
«Στην Ελλάδα υπάρχουν δυνατότητες ανάπτυξης» εκτιμά από την πλευρά της η Frankfurter Allgemeine Zeitung, η οποία σημειώνει πως «με αφετηρία ιδεολογικά κριτήρια η κυβέρνηση Τσίπρα στάθηκε εμπόδιο σε τόσα επιχειρησιακά προγράμματα ή έργα υποδομής».
«Και μόνο ο τερματισμός αυτού του μποϊκοτάζ γεννά προσδοκίες. Μετά από χρόνια οικονομικού τέλματος και μόνο η διαδικασία εξόδου από αυτή την κατάσταση ίσως αρκεί για να δημιουργήσει ανάπτυξη» γράφει η εφημερίδα και συνεχίζει: «Οι Έλληνες απώλεσαν μεγάλο μέρος του εισοδήματός τους και αναγκάστηκαν να προσαρμοστούν σε ριζικές αλλαγές. Πολλοί δεν έχουν πλέον να χάσουν και πολλά με την εφαρμογή νέων μεταρρυθμίσεων. Αντίθετα θα βγουν κερδισμένοι».
Στη σύνθεση του νέου κυβερνητικού σχήματος εστιάζει η ΤΑΖ η οποία επιδοκιμάζει το γεγονός ότι «περίπου τα μισά στελέχη της κυβέρνησης Κ. Μητσοτάκη δεν προέρχονται από την συντηρητική παράταξη», κάνοντας λόγο για «Επανάσταση στα ελληνικά δεδομένα».
Η εφημερίδα του Βερολίνου επισημαίνει ωστόσο ότι ήδη στο ξεκίνημά του «ο κ. Μητσοτάκης αθέτησε την υπόσχεσή του για μικρό και ευέλικτο κυβερνητικό σχήμα παραμένοντας πιστός στην παράδοση των προκατόχων του».