Συστάσεις στην Ελλάδα για την ολοκλήρωση των μεταρρυθμίσεων σε ορισμένους τομείς, αλλά και τήρηση των δεσμεύσεων, που ανέλαβε στο πλαίσιο της εξόδου της χώρας από το τρίτο πρόγραμμα διάσωσης (Αύγουστος 2018), μεταξύ των οποίων και η επίτευξη ετήσιων πρωτογενών πλεονασμάτων 3,5% του ΑΕΠ, ενέκρινε χθες το Συμβούλιο ΕCOFIN της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Από την έντυπη έκδοση
Του Νίκου Μπέλλου
[email protected]
Συστάσεις στην Ελλάδα για την ολοκλήρωση των μεταρρυθμίσεων σε ορισμένους τομείς, αλλά και τήρηση των δεσμεύσεων, που ανέλαβε στο πλαίσιο της εξόδου της χώρας από το τρίτο πρόγραμμα διάσωσης (Αύγουστος 2018), μεταξύ των οποίων και η επίτευξη ετήσιων πρωτογενών πλεονασμάτων 3,5% του ΑΕΠ, ενέκρινε χθες το Συμβούλιο ΕCOFIN της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Πρόκειται για τη διαδικασία του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου (συντονισμός οικονομικών πολιτικών), στην οποία εντάσσονται τα προγράμματα μεταρρυθμίσεων και σταθερότητας των χωρών μελών για το 2019.
Αναφορικά με τη χώρα μας, το Συμβούλιο υιοθέτησε δύο συστάσεις όπου καλείται η Ελλάδα να λάβει μέτρα το 2019 και το 2020, προκειμένου:
1. Να επιτύχει βιώσιμη οικονομική ανάκαμψη και να αντιμετωπίσει τις υπερβολικές μακροοικονομικές ανισορροπίες, συνεχίζοντας και ολοκληρώνοντας τις μεταρρυθμίσεις, σύμφωνα με τις μεταπρογραμματικές δεσμεύσεις που αναλήφθηκαν στο πλαίσιο της Ευρωομάδας στις 22 Ιουνίου 2018.
2. Να επικεντρώσει την επενδυτική οικονομική πολιτική στους τομείς των βιώσιμων μεταφορών και της εφοδιαστικής, της περιβαλλοντικής προστασίας, της ενεργειακής απόδοσης, των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και των έργων διασύνδεσης, των ψηφιακών τεχνολογιών, της έρευνας και ανάπτυξης, της εκπαίδευσης, των δεξιοτήτων, της απασχολησιμότητας, της υγείας και της ανάπλασης των αστικών περιοχών, λαμβάνοντας υπόψη τις περιφερειακές ανισότητες και την ανάγκη διασφάλισης της κοινωνικής ένταξης.
Σύμφωνα με το εγκριθέν κείμενο, που βασίζεται σε έκθεση-εισήγηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η Ελλάδα «θα πρέπει επίσης να διατηρήσει υγιή δημοσιονομική θέση που εξασφαλίζει τη συμμόρφωση με τον στόχο για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος (ΑΕΠ) ο οποίος καθορίστηκε με την εκτελεστική απόφαση (ΕΕ) 2017/12266 για το 2018 και μεσοπρόθεσμα».
Υψηλή ανεργία
Σε σχέση με την αγορά εργασίας, επισημαίνεται ότι, παρά τις πρόσφατες βελτιώσεις, το ποσοστό των μακροχρόνια ανέργων, που αντιπροσώπευαν το 70% των ανέργων στην Ελλάδα το 2018, είναι πολύ υψηλό, και η υψηλή ανεργία των νέων και η χαμηλή συμμετοχή των γυναικών στην αγορά εργασίας αποτελούν επίσης πηγή ανησυχίας. Οι παρεμβάσεις θα πρέπει να επικεντρωθούν στη βελτίωση των προοπτικών απασχόλησης, στην προώθηση της συμμετοχής στην αγορά εργασίας και στην ενίσχυση των συνθηκών για τη δημιουργία θέσεων εργασίας, υπογραμμίζει το κείμενο.
Επισημαίνεται ακόμη ότι η Ελλάδα χαρακτηρίζεται από υψηλή εισοδηματική ανισότητα και οι κοινωνικές μεταβιβάσεις έχουν ένα από τα χαμηλότερα ποσοστά ως προς τον αντίκτυπο στη μείωση του κινδύνου φτώχειας στην Ε.Ε. (15,83% το 2017 έναντι μέσου όρου 33,98% στην Ε.Ε.). Οι επενδύσεις θα πρέπει να επικεντρωθούν στη βελτίωση της πρόσβασης σε οικονομικά προσιτές και υψηλής ποιότητας κοινωνικές υπηρεσίες χωρίς αποκλεισμούς, καθώς και στην ανάπτυξη κέντρων ημερήσιας φροντίδας. Η στήριξη των απόρων και η προώθηση της κοινωνικής ένταξης των παιδιών που κινδυνεύουν από τη φτώχεια, των ατόμων με αναπηρία, των μεταναστών και των προσφύγων, με παράλληλη μέριμνα για την εξομάλυνση των γεωγραφικών ανισοτήτων, θα βελτιώσουν την κοινωνική ένταξη στην Ελλάδα, αναφέρει η έκθεση.
Επιτάχυνση Δικαιοσύνης
Σχετικά με τις μεταρρυθμίσεις, ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στο ελληνικό δικαστικό σύστημα, το οποίο παρά τις βελτιώσεις εξακολουθεί να αντιμετωπίζει προκλήσεις και ανεπάρκειες, καθώς ο χρόνος για την έκδοση μιας απόφασης είναι συχνά υπερβολικά μεγάλος και οι εκκρεμείς υποθέσεις επηρεάζουν την παραγωγικότητα των δικαστηρίων. Ως εκ τούτου, η περαιτέρω στοχευμένη δράση στον τομέα αυτόν έχει καθοριστική σημασία, τόσο για να διευκολύνει την ομαλή λειτουργία του χρηματοπιστωτικού συστήματος όσο και για να συντελέσει στην απελευθέρωση του επενδυτικού δυναμικού της οικονομίας.
Για τον τομέα των μεταφορών τονίζεται ότι αντιμετωπίζει σημαντικές προκλήσεις. Στηρίζεται κατά κύριο λόγο στο οδικό δίκτυο και εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το πετρέλαιο, ενώ όλες οι κύριες συνδέσεις περιστρέφονται γύρω από τον άξονα Αθήνας-Θεσσαλονίκης. Το κόστος μεταφοράς εξακολουθεί να είναι υψηλό, ενώ η ποιότητα των υπηρεσιών, τα πρότυπα ασφαλείας και η διείσδυση των ευφυών συστημάτων μεταφορών παραμένουν σε χαμηλά επίπεδα. Απαιτούνται νέες επενδύσεις για την αύξηση των πολυτροπικών μεταφορών και την προώθηση της περιφερειακής ολοκλήρωσης και της αστικής ανάπτυξης.
Πρόσθετες επενδύσεις απαιτούνται επίσης στους τομείς των στερεών αποβλήτων και των αστικών και βιομηχανικών λυμάτων. Απαιτούνται επίσης επενδύσεις για τη βελτίωση της επεξεργασίας των υδάτων, την καταπολέμηση της αλάτωσης των υπόγειων υδάτων, καθώς και μέτρα στήριξης για την πρόληψη των πλημμυρών και την αποκατάσταση της φυσικής ροής των ποταμών.
Τέλος, η βιώσιμη ανάπλαση μειονεκτουσών και αποβιομηχανοποιημένων περιοχών στα αστικά κέντρα της Αθήνας, του Πειραιά και της Θεσσαλονίκης και σε ορισμένα περιφερειακά αστικά κέντρα χαρακτηρίζεται ως μια ειδική βραχυπρόθεσμη έως μεσοπρόθεσμη προτεραιότητα.
Στις πιο μακροπρόθεσμες προτεραιότητες περιλαμβάνονται η ανάπτυξη βιώσιμων παραγωγικών δραστηριοτήτων, η αναβάθμιση των συστημάτων κινητικότητας και ασφάλειας, η ενεργειακή απόδοση και οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, η περιβαλλοντική προστασία και η βελτίωση της ανθεκτικότητας σε φυσικούς κινδύνους και κοινωνικοοικονομικές κρίσεις.
Οι παρεμβάσεις θα πρέπει επίσης να στοχεύουν στην κοινωνική ένταξη, στην ενσωμάτωση των μεταναστών, στην απόκτηση δεξιοτήτων για τη μείωση της ανεργίας, και σε πολιτιστικές δραστηριότητες για την αύξηση της ελκυστικότητας των μειονεκτικών περιοχών.
Η αντιμετώπιση αυτών των προκλήσεων μέσω ολοκληρωμένων στρατηγικών αστικής ανάπλασης θα μεγιστοποιήσει τις πιθανότητες επίτευξης των καλύτερων δυνατών οικονομικών, κοινωνικών και περιβαλλοντικών αποτελεσμάτων, καταλήγει το κοινοτικό έγγραφο.
«Καμπανάκι» για πακέτο παροχών
Η εκτίμηση της Κομισιόν πως ο δημοσιονομικός αντίκτυπος των παροχών της προηγούμενης κυβέρνησης θα υπερβεί το 1,0% του ΑΕΠ το 2019 και τα επόμενα έτη, επισημαίνεται προς τη χώρα μας στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου. Εκτιμάται επίσης ότι η έγκριση αυτών των νέων μέτρων θέτει σε κίνδυνο την επίτευξη του συμφωνηθέντος στόχου για πρωτογενές πλεόνασμα. Επιπλέον, τα νέα μέτρα αναμένεται να μειώσουν το διαρθρωτικό ισοζύγιο, εγείροντας ανησυχίες ως προς την επίτευξη του μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού στόχου το 2020. Παρότι το δημόσιο χρέος προβλέπεται να παραμείνει σε καθοδική πορεία, ενδέχεται να τεθεί σε κίνδυνο η συμμόρφωση με την τιμή αναφοράς για τη μείωσή του και για τον λόγο αυτό, όπως τονίζεται, θα πρέπει να επαναξιολογηθεί το φθινόπωρο ως αποτέλεσμα των εν λόγω μέτρων (παροχές).
Ανεπαρκής ανάπτυξη υποδομών
Η έκθεση του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου αναφέρει ότι η ανεπαρκής ανάπτυξη των υποδομών αυξάνει το ενεργειακό κόστος για τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά και αποτελεί εμπόδιο στην αξιοποίηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Η Ελλάδα αντιμετωπίζει εν προκειμένω μια ιδιαίτερη πρόκληση όσον αφορά τη συνδεσιμότητα των νησιών με το ηλεκτρικό δίκτυο και τη σύνδεση με τις γειτονικές χώρες, ενώ η περαιτέρω ανάπτυξη των εμπορικών υποδομών φυσικού αερίου θα συμβάλει στην ανάπτυξη της αγοράς.
«Αγκάθι» ευρυζωνικής ανεπάρκειας
Η Ελλάδα πρέπει ιδίως να επενδύσει στην τεχνολογία της πληροφορίας και της επικοινωνίας, προκειμένου να καλύψει επίσης την αποεπένδυση που παρατηρήθηκε κατά τη διάρκεια της κρίσης, τονίζεται μεταξύ άλλων στην έκθεση του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου. Η ανεπαρκής ευρυζωνική συνδεσιμότητα υψηλότερης ταχύτητας δημιουργεί σημαντικά εμπόδια για τις δυναμικές επιχειρήσεις με εξαγωγικό προσανατολισμό, ενώ η επένδυση στην καινοτομία και στις δεξιότητες του πληθυσμού δεν επαρκεί για να προωθηθεί η αύξηση της παραγωγικότητας. Συμπερασματικά διαπιστώνεται ότι η έλλειψη ψηφιακών δεξιοτήτων στο σύνολο του πληθυσμού αποτελεί τροχοπέδη για την εξεύρεση εργασίας και εμποδίζει την ανάπτυξη καινοτόμων επιχειρήσεων.