Οικονομία & Αγορές
Τρίτη, 14 Φεβρουαρίου 2006 14:11

ΙΟΒΕ: Νέα άνοδος του δείκτη οικονομικού κλίματος

Για τρίτο κατά σειρά μήνα αυξήθηκε τον Ιανουάριο ο δείκτης οικονομικού κλίματος προσεγγίζοντας την ανώτερη τιμή του των τελευταίων 12 μηνών, όπως ανακοίνωσε το Ιδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ).

Η άνοδος οφείλεται κατά κύριο λόγο, στην ενίσχυση της εμπιστοσύνης των καταναλωτών και στη βελτίωση των προβλέψεων για την απασχόληση στις κατασκευές. Θετικές εξελίξεις, μικρότερης έντασης, καταγράφονται εξάλλου και στη βιομηχανία. Στο λιανικό εμπόριο υπήρξε μεν μικρή άνοδος, η οποία όμως εκτιμάται ότι υπολείπεται της συνήθους εποχικής, ενώ στις υπηρεσίες το κλίμα υποχώρησε ελαφρά.

1. ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ: Διατηρείται η ανοδική τάση του Δεκεμβρίου

Τον Ιανουάριο σημειώθηκε βελτίωση του κλίματος στη Βιομηχανία για δεύτερο κατά σειρά μήνα. Ο Δείκτης Επιχειρηματικών Προσδοκιών διαμορφώθηκε στις 99,3 μονάδες έναντι 98,4 μονάδων τον Δεκέμβριο, τιμή ουσιαστικά ανώτερη του προ έτους επιπέδου (Ιανουάριος 2005: 95,6 μονάδες). Η άνοδος του δείκτη οφείλεται κυρίως στις θετικότερες προβλέψεις των επιχειρήσεων για την εξέλιξη της παραγωγής τους προσεχείς μήνες και δευτερευόντως στις εκτιμήσεις για τα επίπεδα παραγγελιών. Αναλυτικότερα:

Η πλειονότητα των επιχειρήσεων κρίνει ότι οι παραγγελίες κινούνται σε κανονικά για την εποχή επίπεδα. Ωστόσο διευρύνεται σταδιακά, το ποσοστό αυτών που θεωρούν ότι τα επίπεδα παραγγελιών τους είναι σε ανώτερα του κανονικού για την εποχή επίπεδα. Παρεμφερείς είναι οι εκτιμήσεις και για τις παραγγελίες εξωτερικού, όπου η διαφορά θετικών-αρνητικών απαντήσεων, αν και αρνητική, διαμορφώθηκε σε επίπεδα σαφώς βελτιωμένα έναντι του Ιανουαρίου 2005. Εντούτοις σε ερώτημα σχετικό με τις νέες παραγγελίες που δέχτηκαν οι επιχειρήσεις το τρίμηνο που έληξε, οι εκτιμήσεις εμφανίζονται συγκρατημένες και το 88% θεωρεί ότι παρέμειναν στάσιμες, ενώ η ζήτηση θεωρείται ανεπαρκής από ένα σημαντικό ποσοστό επιχειρήσεων (32%).

Ευνοϊκότερες χαρακτηρίζονται οι προβλέψεις των επιχειρήσεων για την πορεία της παραγωγής τους προσεχείς μήνες, καθώς περιορίζεται για τέταρτο κατά σειρά μήνα το ποσοστό των επιχειρήσεων που κρίνουν ότι θα υπάρξει μείωση του παραγόμενου προϊόντος. Η πλειονότητα των ερωτηθέντων αναμένει σταθερότητα της παραγωγής (60%) ενώ το 30% προβλέπει άνοδο και το υπόλοιπό 10% μείωση.

Οι προβλέψεις των επιχειρήσεων για τις εξαγωγές τους προσεχείς τρεις μήνες διατηρούνται θετικές καθώς το 36% αναμένει άνοδο. Σε ειδικό ερώτημα που τίθεται στις επιχειρήσεις σχετικό με τον προορισμό τους, προβλέπεται τόνωση της εξαγωγικής δραστηριότητας τόσο προς τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των Βαλκανίων όσο και προς τον υπόλοιπό κόσμο

Θετικό στοιχείο αποτελεί η αύξηση των μηνών εξασφαλισμένης παραγωγής σε 4,7 έναντι 4,3 τον Δεκέμβριο, τιμή ίδια με αυτή του Ιανουάριο του 2005, ενώ το ποσοστό χρησιμοποίησης εργοστασιακού δυναμικού αυξάνεται οριακά σε 73,4% έναντι 73% το Δεκέμβριο.

Οι προβλέψεις των επιχειρήσεων για την πορεία της απασχόλησης τους προσεχείς μήνες δεν σημειώνουν ιδιαίτερη μεταβολή έναντι των προηγούμενων μηνών, καθώς η πλειονότητα εξακολουθεί να αναφέρεται σε σταθερότητα του αριθμού των εργαζομένων.

Στους επιμέρους κατηγορίες της Βιομηχανίας οι εξελίξεις του Ιανουαρίου ήταν συνοπτικά οι ακόλουθες:

Ο Δείκτης Επιχειρηματικών Προσδοκιών στα Καταναλωτικά Αγαθά αυξήθηκε στις 102,6 μονάδες έναντι 101,5 μονάδων το Δεκέμβριο, τιμή ουσιαστικά ανώτερη του Ιανουαρίου του 2005. Η άνοδος του δείκτη οφείλεται κυρίως σε βελτίωση των εκτιμήσεων για τα επίπεδα παραγγελιών και δευτερευόντως στην ενδεχόμενη ρευστοποίηση των αποθεμάτων. Αντίθετα, μετριοπαθέστερες χαρακτηρίζονται οι προβλέψεις των επιχειρήσεων για άνοδο της παραγωγής, των πωλήσεων και των εξαγωγών ενώ ποσοστό άνω του 50% προβλέπει τη διατήρηση τους στα τρέχοντα επίπεδα. Τέλος, διευρύνεται το ποσοστό των επιχειρήσεων που κρίνουν ότι αντιμετωπίζουν εμπόδια λόγω ανεπάρκειας ζήτησης ενώ αντίθετα περιορίζεται το αντίστοιχο ποσοστό αυτών που κρίνουν ότι η δραστηριότητα τους διεξάγεται απρόσκοπτα.

Οι δυσμενέστερες εκτιμήσεις των επιχειρήσεων για τα επίπεδα παραγγελιών και η πιθανή διόγκωση των αποθεμάτων οδήγησαν σε πτώση του Δείκτη Επιχειρηματικών Προσδοκιών στην ομάδα των Κεφαλαιουχικών Αγαθών. Η κατάσταση αναμένεται να βελτιωθεί τους προσεχείς μήνες καθώς διατυπώνονται σχετικά αισιόδοξες προβλέψεις για την παραγωγή, τις πωλήσεις και τις εξαγωγές. Συγκεκριμένα για τις εξαγωγές αναφέρεται στασιμότητα της δραστηριότητας προς την Ευρωπαϊκή Ένωση και τα Βαλκάνια είναι όμως ευνοϊκότερες οι προβλέψεις για αύξηση των εξαγωγών προς τον υπόλοιπο κόσμο. Τέλος οι μήνες εξασφαλισμένης παραγωγής διαμορφώθηκαν σε 6,1, τιμή ανώτερη τόσο του προηγούμενου (5,2) όσο και του αντίστοιχου μήνα του 2005 (6,0).

Το οικονομικό κλίμα στην ομάδα των Ενδιάμεσων Αγαθών ενισχύεται περαιτέρω τον Ιανουάριο όταν ο Δείκτης φτάνει τις 100,8 μονάδες έναντι 99 μονάδων το Δεκέμβριο. Η άνοδος οφείλεται αποκλειστικά στις αισιόδοξες προβλέψεις για άνοδο της παραγωγής τους προσεχείς μήνες, ενώ ευνοϊκότερες είναι και οι προβλέψεις για την πορεία των πωλήσεων και των εξαγωγών. Η θετική εικόνα της δραστηριότητας ενισχύεται από την αύξηση των μηνών εξασφαλισμένης παραγωγής αλλά και του ποσοστού χρησιμοποίησης εργοστασιακού δυναμικού. Τέλος, καταγράφεται σημαντική άνοδος του ποσοστού των επιχειρήσεων που κρίνουν ότι η δραστηριότητά τους διεξάγεται απρόσκοπτα ενώ περιορίζεται το ποσοστό αυτών που αντιμετωπίζουν προβλήματα λόγω ανεπάρκειας ζήτησης.

2. ΚΑΤΑΣΚΕΥΕΣ: Πιο αισιόδοξες προοπτικές για την απασχόληση

Στις αρχές του 2006 ο Δείκτης Επιχειρηματικών Προσδοκιών στις Κατασκευές βελτιώνεται σημαντικά και διαμορφώνεται στις 87,9 μονάδες έναντι 78,8 μονάδων το Δεκέμβριο. Η άνοδος οφείλεται κυρίως στις θετικότερες προβλέψεις των επιχειρήσεων για την εξέλιξη της απασχόλησης: Από το Ιούλιο του 2005, όταν η διαφορά θετικών (αύξηση) – αρνητικών (μείωση) απαντήσεων για την απασχόληση σημείωσε την κατώτατη τιμή, παρατηρείται σταδιακή βελτίωση και τον Ιανουάριο 2006 το ποσοστό αυτών που προσδοκούν άνοδο του αριθμού των εργαζομένων (28%) υπερβαίνει το αντίστοιχο αυτών που αναμένουν πτώση (20%). Αντίθετα δεν σημειώνεται ιδιαίτερη βελτίωση των εκτιμήσεων για το επίπεδο του προγράμματος εργασιών ή των προς εκτέλεση έργων, καθώς η πλειονότητα κρίνει ότι είναι σε κατώτερα του κανονικού για την εποχή επίπεδα. Ωστόσο οι μήνες εξασφαλισμένης παραγωγής αυξάνονται ελαφρά σε 13,3 έναντι 12,5 μηνών τον Δεκέμβριο ενώ τον αντίστοιχο μήνα του 2005 ήταν 9,5.

Σε ερώτημα για τους λόγους που παρεμποδίζουν την ομαλή διεξαγωγή της κατασκευαστικής δραστηριότητας αυξάνεται το ποσοστό των απαντήσεων που εντοπίζουν εμπόδια που σχετίζονται κυρίως με τη γραφειοκρατία και το θεσμικό πλαίσιο. Επίσης, αυξάνεται ελαφρά το ποσοστό των εταιριών που δηλώνουν ότι αντιμετωπίζουν προβλήματα λόγω ανεπάρκειας χρηματοδότησης και ακολουθεί η ανεπάρκεια ζήτησης. Τέλος μειώνεται το ποσοστό αυτών που δηλώνουν ότι η δραστηριότητα τους διεξάγεται απρόσκοπτα. Οι εξελίξεις στους επιμέρους κλάδους του τομέα των Κατασκευών ήταν οι ακόλουθες:

Το κλίμα στον κλάδο των Ιδιωτικών Κατασκευών παραμένει σχεδόν αμετάβλητο στα επίπεδα του Δεκεμβρίου. Η βελτίωση του κλίματος στον κλάδο των Κατοικιών, κυρίως λόγω θετικότερων εκτιμήσεων για το πρόγραμμα εργασιών -αν και παραμένει χαμηλό για σημαντικό ποσοστό επιχειρήσεων- αντισταθμίστηκε από την επιδείνωση στον κλάδο των Λοιπών Ιδιωτικών Κατασκευών. Συνολικά στον κλάδο των ιδιωτικών κατασκευών περιορίζεται το ποσοστό των επιχειρήσεων που κρίνουν το πρόγραμμα εργασιών χαμηλό, αν και διατηρείται άνω του 45%, ποσοστό ανώτερο της προ έτους τιμής. Η πλειονότητα των επιχειρήσεων προβλέπει ότι ο αριθμός των απασχολούμενων θα παραμείνει αμετάβλητος. Οι μήνες εξασφαλισμένης παραγωγής διατηρούνται στα επίπεδα του Δεκεμβρίου, ενώ επίσης σταθερό παραμένει το ποσοστό των επιχειρήσεων που κρίνουν ότι η κατασκευαστική δραστηριότητα διεξάγεται απρόσκοπτα. Σχετικά με τους λόγους που παρεμποδίζουν την ομαλή διεξαγωγή της δραστηριότητας, αναφέρονται κατά σειρά σημασίας: η ανεπάρκεια χρηματοδότησης, εμπόδια που εντάσσονται στην κατηγορία «λοιποί παράγοντες» και σχετίζονται με τη γραφειοκρατία και το θεσμικό πλαίσιο και η χαμηλή ζήτηση.

Το κλίμα στα Δημόσια Έργα φαίνεται να βελτιώνεται, λόγω των αισιόδοξών προβλέψεων για την εξέλιξη της απασχόλησης το προσεχές τρίμηνο. Ειδικότερα ενισχύεται το ποσοστό των επιχειρήσεων που αναμένουν αύξηση του αριθμού των εργαζομένων, υπερβαίνοντας το αντίστοιχο ποσοστό αυτών, που προβλέπουν μείωση, με αποτέλεσμα το σχετικό ισοζύγιο να γίνει θετικό. Αντίθετα οι εκτιμήσεις των επιχειρήσεων για το πρόγραμμα εργασιών τους παραμένουν δυσμενείς, καθώς ποσοστό περί του 75% κρίνει το επίπεδο αυτό χαμηλό, ενώ καταγράφεται και περαιτέρω μείωση του ποσοστού των εταιριών που θεωρούν ότι η δραστηριότητα τους διεξάγεται απρόσκοπτα. Η πλειονότητα των εταιριών δηλώνει ότι αντιμετωπίζει προβλήματα λόγω παραγόντων που εντάσσονται στην κατηγορία «λοιποί παράγοντες» και αφορούν κυρίως τη γραφειοκρατία και το θεσμικό πλαίσιο. Ακολουθούν, με μικρότερη ωστόσο ένταση έναντι του Δεκεμβρίου, η ανεπάρκεια χρηματοδότησης και η χαμηλή ζήτηση.

3. ΛΙΑΝΙΚΟ ΕΜΠΟΡΙΟ: Πιθανή βελτίωση το α’ τρίμηνο του 2006

Ο Δείκτης Επιχειρηματικών Προσδοκιών στο Λιανικό Εμπόριο αυξήθηκε στις 110 μονάδες έναντι 108,8 μονάδων το Δεκέμβριο, τιμή στα επίπεδα του Ιανουαρίου του 2005. Σημειώνεται ωστόσο ότι η άνοδος εκτιμάται μικρότερη της συνήθους εποχικής και ότι μετά την απαλοιφή της εποχικότητας ο δείκτης εμφανίζει ελαφρά υποχώρηση. Η αύξηση που καταγράφεται οφείλεται αποκλειστικά στις εκτιμήσεις ενδεχόμενης ρευστοποίησης των αποθεμάτων, ενώ δεν σημειώνεται ουσιαστική μεταβολή στις εκτιμήσεις και προβλέψεις για την πορεία των πωλήσεων. Υψηλό πάντως παραμένει το ποσοστό των επιχειρήσεων, που προσδοκούν αύξηση των πωλήσεων τους προσεχείς μήνες, ενώ μειώνεται ελαφρά το ποσοστό αυτών που προβλέπουν άνοδο των παραγγελιών προς τους προμηθευτές τους. Τέλος, συγκρατημένες έναντι του Δεκεμβρίου είναι οι προβλέψεις για την εξέλιξη της απασχόλησης, καθώς ποσοστό άνω του 80% αναμένει σταθερότητα στα ίδια επίπεδα. Θα πρέπει ωστόσο να σημειωθεί ότι σε σχέση με τις αρχές του 2005, οι βραχυπρόθεσμες προβλέψεις των επιχειρήσεων είναι θετικότερες καθώς διατυπώνονται εντονότερα ανοδικές προσδοκίες για την εξέλιξη των παραγγελιών, των πωλήσεων και της απασχόλησης, ένδειξη ότι το κλίμα αναμένεται να παραμείνει θετικό το πρώτο τρίμηνο του 2006.

Στους επιμέρους κλάδους του Λιανικού Εμπορίου επισημαίνονται τα ακόλουθα:

Ο Δείκτης Επιχειρηματικών Προσδοκιών τον Ιανουάριο στον κλάδο Τρόφιμα - Ποτά –Καπνός μειώθηκε ελαφρά στις 103,5 μονάδες έναντι 104,8 μονάδων το Δεκέμβριο. Η πτώση του οφείλεται κυρίως στη διόγκωση των αποθεμάτων. Αντίθετα διευρύνεται το ποσοστό των επιχειρήσεων που κρίνουν ότι σημειώθηκε άνοδος των πωλήσεων, τάση που αναμένεται να διατηρηθεί και τους προσεχείς μήνες. Μετριοπαθέστερες είναι οι προβλέψεις για την εξέλιξη των παραγγελιών προς τους προμηθευτές, αν και το ποσοστό αυτών που αναμένουν ότι θα υπάρξει άνοδος παραμένει υψηλό (30%). Τέλος η πλειονότητα των επιχειρήσεων προβλέπει σταθερότητα της απασχόλησης στα ίδια επίπεδα.

Οι συγκρατημένες εκτιμήσεις και προβλέψεις των επιχειρήσεων για την εξέλιξη των πωλήσεων και η άνοδος των αποθεμάτων οδήγησαν σε πτώση του Δείκτη Επιχειρηματικών Προσδοκιών στον κλάδο Υφάσματα –Ένδυση –Υπόδηση. Οι προσδοκίες των επιχειρήσεων για την πορεία των παραγγελιών προς τους προμηθευτές, αν και μετριοπαθέστερες έναντι του προηγούμενου μήνα, εμφανίζονται ουσιαστικά θετικότερες σε σχέση με τον Ιανουάριο του 2005. Τέλος ύστερα από ένα δίμηνο έντονα ανοδικών προσδοκιών για την εξέλιξη του αριθμού των εργαζομένων, τον Ιανουάριο αναμένεται από το 70% σταθερότητα στα ίδια επίπεδα.

Ο Δείκτης Επιχειρηματικών Προσδοκιών στον κλάδο Οικιακός Εξοπλισμός αυξάνεται στις 179,2 μονάδες, λόγω θετικότερων εκτιμήσεων για την πορεία των πωλήσεων και ενδεχόμενης ρευστοποίησης των αποθεμάτων. Το 63% κρίνει ότι οι πωλήσεις αυξήθηκαν, τάση που η πλειονότητα των επιχειρήσεων προβλέπει ότι θα διατηρηθεί. Παράλληλα διατηρούνται θετικές προσδοκίες για αύξηση των παραγγελιών προς τους προμηθευτές από ποσοστό άνω του 50%, ενώ τέλος αναμένεται σταθερότητα της απασχόλησης από την πλειονότητα των επιχειρήσεων.

Στον κλάδο Οχήματα και Ανταλλακτικά σημειώθηκε άνοδος του Δείκτη Επιχειρηματικών Προσδοκιών στις 111,3 μονάδες, κυρίως λόγω μείωσης των αποθεμάτων και δευτερευόντως λόγω βελτίωσης των εκτιμήσεων για την πορεία των πωλήσεων. Ειδικότερα το ισοζύγιο θετικών (αύξηση) - αρνητικών(μείωση) απαντήσεων σε ερώτημα σχετικό με την τρέχουσα εξέλιξη των πωλήσεων παραμένει αρνητικό αν και βελτιωμένο έναντι του Δεκεμβρίου, ενώ παράλληλα διευρύνεται το ποσοστό των επιχειρήσεων (68%), που αναμένουν σταθερότητα των πωλήσεων τους προσεχείς μήνες. Τέλος τους προσεχείς μήνες δεν προβλέπεται ουσιαστική μεταβολή στις παραγγελίες προς τους προμηθευτές και στον αριθμό των απασχολούμενων.

Στον κλάδο Πολυκαταστήματα ο Δείκτης Επιχειρηματικών Προσδοκιών περιορίζεται στις 100,9 μονάδες. Οι εκτιμήσεις των επιχειρήσεων για την τρέχουσα κατάσταση των πωλήσεων είναι δυσμενέστερες έναντι του Δεκεμβρίου, εντούτοις αυξάνεται το ποσοστό αυτών που αναμένουν άνοδο τους προσεχείς μήνες (55% έναντι 39% το Δεκέμβριο). Ποσοστό περί το 80% κρίνει ότι τα αποθέματα είναι κανονικά για την εποχή. Τέλος περιορίζεται το ποσοστό των επιχειρήσεων που προβλέπει αύξηση των παραγγελιών προς τους προμηθευτές, ενώ το 78% θεωρεί ότι θα παραμείνουν αμετάβλητες.

4. ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ: Συγκρατημένες οι προοπτικές για τη ζήτηση

Ο Δείκτης Επιχειρηματικών Προσδοκιών στις Υπηρεσίες μειώθηκε στις 92,2 μονάδες έναντι 93,2 μονάδων το Δεκέμβριο. Η πτώση του δείκτη οφείλεται αποκλειστικά στις μετριοπαθέστερες προβλέψεις των επιχειρήσεων για την εξέλιξη της ζήτησης τους προσεχείς μήνες, ενώ δεν σημειώνονται ουσιαστικές διαφοροποιήσεις στις εκτιμήσεις για την κατάσταση της επιχείρησης κατά το τελευταίο τρίμηνο και για την τρέχουσα πορεία της ζήτησης. Ειδικότερα, είναι μεν υψηλό το ποσοστό των επιχειρήσεων που κρίνουν ότι η κατάσταση της επιχείρησης βελτιώθηκε η πλειονότητα όμως εμμένει στην άποψη ότι παρέμεινε στα ίδια επίπεδα. Ποσοστό άνω του 50% κρίνει ότι η ζήτηση για προϊόντα και υπηρεσίες παρέμεινε αμετάβλητη ενώ το 72% προβλέπει σταθερότητα το προσεχές τρίμηνο. Τέλος δεν αναμένεται μεταβολή του αριθμού των εργαζομένων από το 76% των επιχειρήσεων.

Ο Δείκτης Επιχειρηματικών Προσδοκιών στον κλάδο Ξενοδοχεία-Εστιατόρια μειώθηκε στις 70,5 μονάδες λόγω δυσμενέστερων εκτιμήσεων για την τρέχουσα επιχειρηματική δραστηριότητα και για τα επίπεδα της ζήτησης. Αντίθετα μειώνεται το ποσοστό των επιχειρήσεων που προβλέπουν πτώση της ζήτησης τους προσεχείς μήνες και ενισχύεται το ποσοστό αυτών που αναμένουν σταθερότητα. ¶λλωστε η πλειονότητα των επιχειρήσεων κρίνει ότι η ομαλή διεξαγωγή της επιχειρηματικής δραστηριότητας παρεμποδίζεται λόγω ανεπάρκειας ζήτησης.

Αρνητικό σε σχέση με το Δεκέμβριο χαρακτηρίζεται το κλίμα στον κλάδο Τουριστικά Πρακτορεία. Ο Δείκτης Επιχειρηματικών Προσδοκιών περιορίζεται στις 85 μονάδες, λόγω μετριοπαθέστερων εκτιμήσεων για την κατάσταση των επιχειρήσεων και δυσμενέστερων εκτιμήσεων για το τρέχον επίπεδο της ζήτησης. Παράλληλα περιορίζεται το ποσοστό των επιχειρήσεων, που θεωρούν ότι η επιχειρηματική δραστηριότητα διεξάγεται απρόσκοπτά ενώ βασικός ανασταλτικός παράγοντας είναι η ανεπάρκεια ζήτησης (45%) και ακολουθεί η κατηγορία «λοιποί παράγοντες», οπού εντάσσονται λόγοι που σχετίζονται κυρίως με την εποχικότητα, και η ανεπάρκεια κεφαλαίων κίνησης.

Στον κλάδο Διάφορες Επιχειρηματικές Δραστηριότητες, - ο οποίος περιλαμβάνει διαφημιστικές επιχειρήσεις και άλλες παροχής υπηρεσιών - ο Δείκτης Επιχειρηματικών Προσδοκιών περιορίζεται στις 87,3 μονάδες. Η πτώση του δείκτη οφείλεται στις δυσμενείς εκτιμήσεις των επιχειρήσεων για την κατάσταση της δραστηριότητας και τα επίπεδα ζήτησης. Η ανεπάρκεια ζήτησης αποτελεί το δεύτερο κατά σειρά κατάταξης περιοριστικό παράγοντα στην ομαλή διεξαγωγή της επιχειρηματικής δραστηριότητας, θέση που ενισχύεται από τον περιορισμό του ποσοστού των επιχειρήσεων, που διατυπώνουν ανοδικές προσδοκίες για τους προσεχείς μήνες. Τέλος διευρύνεται έναντι του Δεκεμβρίου το ποσοστό των επιχειρήσεων που κρίνουν ότι αντιμετωπίζουν εμπόδια τα οποία εντάσσονται στη γενική κατηγορία «λοιποί παράγοντες» και αφορούν κυρίως τη γραφειοκρατία καθώς και το θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας των επιχειρήσεων.

Γ. ΕΡΕΥΝΑ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΩΝ

ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ 2006

Περιορίζεται η απαισιοδοξία

Τον Ιανουάριο ο Δείκτης Εμπιστοσύνης Καταναλωτών αυξάνεται ουσιαστικά κατά 5 ποσοστιαίες μονάδες, βελτίωση που, μετά την Αυστρία, είναι η εντονότερη της Ευρωζώνης. Σε απόλυτα μεγέθη ωστόσο ο δείκτης υπολείπεται σημαντικά από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης (-31 μονάδες έναντι -11). Η άνοδος του Ιανουαρίου οφείλεται σε βελτίωση όλων των επιμέρους μεγεθών που συνθέτουν τον Δείκτη Εμπιστοσύνης.

Οι προσδοκίες των νοικοκυριών για την οικονομική τους κατάσταση εμφανίζονται λιγότερο αρνητικές. Η αρνητική διαφορά θετικών-αρνητικών απαντήσεων περιορίζεται σε -19 έναντι -23 το Δεκέμβριο, αν και παραμένει σε επίπεδα κατώτερα του Ιανουαρίου 2005 (-17).

Ανάλογη βελτίωση εμφανίζουν οι αρνητικές προσδοκίες των καταναλωτών για την πορεία της γενικότερης οικονομικής κατάστασης της χώρας. Η σχετική διαφορά θετικών/ αρνητικών απαντήσεων διαμορφώνεται στις -24 μονάδες έναντι -28 μονάδων το Δεκέμβριο.

Οριακή βελτίωση σημειώνεται επίσης στις προθέσεις των καταναλωτών για αποταμίευση τους προσεχείς 12 μήνες. Εντούτοις η διαφορά θετικών - αρνητικών απαντήσεων παραμένει έντονα αρνητική σε -45 μονάδες, τιμή κατά πολύ κατώτερη του μέσου όρου της Ευρωζώνης και της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Οι προβλέψεις των καταναλωτών για την αύξηση της ανεργίας περιορίζονται σημαντικά έναντι του Δεκεμβρίου και η σχετική διαφορά (αύξησης – μείωσης της ανεργίας) παραμένει θετική μεν στις 38 μονάδες αλλά μειωμένη έναντι των προηγουμένων μηνών.

Οι προβλέψεις κινούνται στο διάστημα +100 (όταν όλοι οι καταναλωτές προβλέπουν αύξηση του συγκεκριμένου μεγέθους) έως –100 (όταν όλοι προβλέπουν μείωση) και εμφανίζονται ως διαφορές των θετικών-αρνητικών απαντήσεων. Αρνητική διαφορά σημαίνει ότι το ποσοστό αυτών που προβλέπουν μείωση του συγκεκριμένου μεγέθους είναι υψηλότερο του ποσοστού εκείνων που προσδοκούν αύξηση. Και αντίστροφα.