Στα «κόκκινα» δάνεια, αλλά και στην κεφαλαιακή διάρθρωση των ελληνικών τραπεζών εκτιμάται πως εστιάζουν μεταξύ άλλων στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή σε ό,τι αφορά τις μεταμνημονιακές παρατηρήσεις για τις τράπεζες. Τα ζητήματα αυτά -γνωστά, αλλά και επισημασμένα πολλές φορές από την Κομισιόν- αναμένεται να αποτελέσουν για άλλη μια φορά τμήμα της ανάλυσής της για τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα της χώρας στον βαθμό που η Επιτροπή αναφέρεται σε αυτά μέσα στις μεταμνημονιακές επισημάνσεις της.
Από την έντυπη έκδοση
Της Ειρήνης Σακελλάρη
[email protected]
Στα «κόκκινα» δάνεια, αλλά και στην κεφαλαιακή διάρθρωση των ελληνικών τραπεζών εκτιμάται πως εστιάζουν μεταξύ άλλων στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή σε ό,τι αφορά τις μεταμνημονιακές παρατηρήσεις για τις τράπεζες. Τα ζητήματα αυτά -γνωστά, αλλά και επισημασμένα πολλές φορές από την Κομισιόν- αναμένεται να αποτελέσουν για άλλη μια φορά τμήμα της ανάλυσής της για τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα της χώρας στον βαθμό που η Επιτροπή αναφέρεται σε αυτά μέσα στις μεταμνημονιακές επισημάνσεις της.
Υπενθυμίζεται πως οι τράπεζες υπήρξαν πολύ ψηλά στην ατζέντα της Κομισιόν σε όλες τις μεταμνημονιακές εκθέσεις, ενώ η πλατφόρμα προστασίας της πρώτης κατοικίας καθυστέρησε τις επιστροφές στη χώρα μας από τα κέρδη των κεντρικών τραπεζών σε ό,τι αφορά τα ελληνικά ομόλογα. Τελικώς η εφαρμογή του θεσμικού πλαισίου έδωσε το πράσινο φως για να ανοίξουν οι «κρουνοί» των επιστροφών στην προηγούμενη μεταμνημονιακή έκθεση.
Παραγωγή κεφαλαίων
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναγνωρίζει τα βήματα βελτίωσης των ισολογισμών των τραπεζών, όμως εστιάζει όπως πάντα σε θέματα ρευστότητας και κεφαλαίων εκτιμώντας, όπως και οι εκθέσεις των διεθνών οίκων δηλαδή, τη μειωμένη δυνατότητα που έχουν πλέον οι τράπεζες να παράξουν κεφάλαια, αφού η κερδοφορία τους για μια σειρά από λόγους παραμένει εξαιρετικά χαμηλή. Πάγια άλλωστε παρατήρηση γύρω από την κεφαλαιακή διάρθρωση των ελληνικών τραπεζών αποτελεί πως μεγάλο κομμάτι των κεφαλαίων των τραπεζών το «χτίζει» η αναβαλλόμενη φορολογία.
«Κόκκινα» δάνεια
Σε ό,τι αφορά τα «κόκκινα» δάνεια, ασφαλώς παρατηρείται πτώση τους, όμως ο λόγος των υπερήμερων χορηγήσεων έναντι του συνολικού δανειακού χαρτοφυλακίου των πιστωτικών ιδρυμάτων παραμένει αρκούντως υψηλός. Οι προσπάθειες γύρω από το θέμα θα πρέπει να εντατικοποιηθούν, όπως παρατηρούν οι θεσμοί.
Η Επιτροπή, πάντως, φαίνεται πως θα επισημάνει την ανάγκη για αποτελεσματικότερο πλαίσιο σε ό,τι αφορά τους πλειστηριασμούς και μάλιστα σκοπεύει να ζητήσει τη βοήθεια των εγχώριων θεσμών για ένα τέτοιο αποτέλεσμα. Ας σημειωθεί πως πάνω από το 70% των ακινήτων που πλειστηριάζονται καταλήγουν τελικώς στις τράπεζες.
Το πλήθος των δικαστικών υποθέσεων (αίτηση για προστασία) που παρέμειναν σε εκκρεμότητα με βάση τα στατιστικά στοιχεία των τραπεζών παραμένει αρκούντως υψηλό (περίπου 89,5 χιλιάδες υποθέσεις), γεγονός που δημιουργεί αμφιβολίες για το αν θα επιτευχθεί η εξάλειψη των υποθέσεων μέχρι το 2021 με βάση τη δέσμευση που έχει αναληφθεί στο πλαίσιο της λειτουργίας της νέας πλατφόρμας προστασίας. Έτσι, λοιπόν, αν και καταβάλλονται προσπάθειες για την αποτελεσματική μείωση των «κόκκινων» δανείων, οι προσπάθειες αυτές προσκρούουν σε μια σειρά από προβλήματα.
Για παράδειγμα, προβληματισμένοι εμφανίζονται οι θεσμοί στο σύνολό τους από τα πολλαπλά νομικά καθεστώτα γύρω από την αφερεγγυότητα, που τελικώς βοηθούν τους στρατηγικούς κακοπληρωτές να διαλέγουν περισσότερες της μίας λύσης, μεταπηδώντας από το ένα καθεστώς στο άλλο, ενώ η κυβέρνηση δεσμεύτηκε να ενοποιήσει όλα τα καθεστώτα πτώχευσης των οφειλετών αποκόπτοντας αυτές τις δυνατότητες.
Σε ό,τι αφορά την πλατφόρμα προστασίας της πρώτης κατοικίας, η Κομισιόν φαίνεται πως διαβλέπει ρεαλιστικά τη λειτουργία της στο τέλος του Ιουλίου του 2019, κάτι το οποίο μπορεί να επηρεάσει τα αποτελέσματα του δευτέρου και του τρίτου τριμήνου του έτους, όχι όμως ολόκληρου του 2019.
Σχετικά με τον εξωδικαστικό συμβιβασμό, οι θεσμοί εντοπίζουν ως πρόβλημα πως αυτός επεκτείνεται και σε άλλα έτη (τώρα και στο 2018). Κατά την άποψη των θεσμών, η διαδικασία πρέπει να φέρει οριστική ημερομηνία λήξης.
Το θέμα των δανείων που φέρουν κρατικές εγγυήσεις φαίνεται πως θίγεται πλέον από τους θεσμούς, καθώς επιβαρύνει, όπως όλα δείχνουν, έντονα το πιστωτικό σύστημα.
Ο λόγος είναι πως το κράτος έχει σωρεύσει ένα σημαντικό απόθεμα τυποποιημένων εγγυήσεων που δόθηκαν σε επιχειρήσεις και οι οποίες έχουν καταπέσει. Τα πιστωτικά ιδρύματα σωρεύουν αιτήσεις προς το κράτος, οι οποίες εκκαθαρίζονται σε ποσοστό ίσως και χαμηλότερο του 10%. Το γεγονός αυτό, πέραν του ότι επιβαρύνει τις ελληνικές τράπεζες, τις αποτρέπει από το να προχωρήσουν σε μέτρα εναντίον του οφειλέτη και έτσι το όλο θέμα δείχνει να συντελεί στο να μένουν πίσω οι στοχεύσεις για τα «κόκκινα» δάνεια.
Τέλος, αμετάβλητη αναμένεται να μείνει η κατάσταση του ΤΧΣ, καθώς θα συνεχίσει να επιχειρεί την επίτευξη του στόχου πώλησης της συμμετοχής του.