Στο ποσό των 25 δισ. βρίσκεται το ανεκτέλεστο υπόλοιπο έργων υποδομών στην Ελλάδα, σύμφωνα με την ετήσια μελέτη της PwC Ελλάδας «Υποδομές - Χρηματοδοτώντας το μέλλον». Η μελέτη εξετάζει τα έργα υποδομών (μεταφορές, ενέργεια, αναβάθμιση τουριστικού προϊόντος, ύδρευση και διαχείριση αποβλήτων) που βρίσκονται ήδη σε εξέλιξη ή σε προχωρημένο σχεδιασμό.
Από την έντυπη έκδοση
Στο ποσό των 25 δισ. βρίσκεται το ανεκτέλεστο υπόλοιπο έργων υποδομών στην Ελλάδα, σύμφωνα με την ετήσια μελέτη της PwC Ελλάδας «Υποδομές - Χρηματοδοτώντας το μέλλον». Η μελέτη εξετάζει τα έργα υποδομών (μεταφορές, ενέργεια, αναβάθμιση τουριστικού προϊόντος, ύδρευση και διαχείριση αποβλήτων) που βρίσκονται ήδη σε εξέλιξη ή σε προχωρημένο σχεδιασμό.
Όπως αναφέρει, το τρέχον ανεκτέλεστο υπολείπεται του ιστορικού ρυθμού επενδύσεων κατά περίπου 4,1 δισ. ευρώ μέχρι το 2024, το οποίο μπορεί να επηρεάσει αρνητικά την ανάπτυξη κατά 0,8 π.μ. ετησίως.
Βάσει της μελέτης, από το σύνολο των 25 δισ., τα 10,6 δισ. αντιστοιχούν σε έργα ενέργειας, ενώ 7,4 δισ. και 4,3 δισ. σε έργα σιδηρόδρομων και αυτοκινητόδρομων αντίστοιχα. Τα έργα τουριστικών υποδομών και διαχείρισης αποβλήτων αντιστοιχούν σε μικρότερα ποσά, 1,3 δισ. και 0,9 δισ. αντίστοιχα.
Από τα 88 έργα υποδομών, 51 βρίσκονται σε στάδιο προχωρημένου σχεδιασμού και 37 σε εξέλιξη, 33% του ανεκτέλεστου υπολοίπου αντιστοιχεί σε έργα η υλοποίηση των οποίων έχει ήδη ξεκινήσει, ενώ έργα αξίας 0,5 δισ. αναμένεται να παραδοθούν εντός του 2019. Αξίζει να σημειωθεί ωστόσο ότι 32 έργα αξίας 8,2 δισ. δεν έχουν σαφές χρονοδιάγραμμα έναρξης και ολοκλήρωσης (μεταξύ άλλων Βόρειος Οδικός Άξονας Κρήτης, γραμμή 4 του Μετρό της Αθήνας κ.λπ.). Όπως αποτυπώνεται στη μελέτη, τα έργα υποδομών στην Ελλάδα χαρακτηρίζονται από σημαντικές καθυστερήσεις τόσο στον σχεδιασμό όσο και στην υλοποίηση. Πιο συγκεκριμένα, κατά μέσο όρο η καθυστέρηση για την έναρξη υλοποίησης ενός έργου προσεγγίζει τους 23 μήνες, ενώ αντίστοιχα η ολοκλήρωσή του τους 28 μήνες. Κατά κύριο λόγο αυτές οφείλονται στον ατελή σχεδιασμό, στην εξασφάλιση πολιτικής συναίνεσης αλλά και σε δυσκολίες στην εκτέλεση (π.χ. απαλλοτριώσεις, ανασχεδιασμοί).
Για τη μείωση των καθυστερήσεων και την εξασφάλιση ιδιωτικής και ευρωπαϊκής χρηματοδότησης είναι αναγκαία η δημιουργία κεντρικού μηχανισμού σχεδιασμού και παρακολούθησης, κοντά στο μοντέλο της Ειδικής Γραμματείας ΣΔΙΤ.
Ο Κώστας Μητρόπουλος, εντεταλμένος σύμβουλος της PwC Ελλάδας δήλωσε σχετικά: «Όπως είναι αναμενόμενο η κρίση έχει επηρεάσει και τον τομέα των υποδομών στην Ελλάδα. Αξίζει να αναφερθεί ότι μεταξύ 2009 και 2018 η συνολική αξία των επενδύσεων σε υποδομές μειώθηκε κατά 13 δισ. ευρώ, δημιουργώντας ένα μεγάλο επενδυτικό κενό. Αναγνωρίζοντας ότι οι επενδύσεις σε έργα υποδομών έχουν οικονομικό πολλαπλασιαστή 1,8, είναι προφανής η σημαντικότητα του κλάδου στην ανάπτυξη της χώρας. Απαραίτητη προϋπόθεση είναι η βελτίωση του σχεδιασμού και της προετοιμασίας των έργων και η κινητοποίηση των αναγκαίων κεφαλαίων».
O Κυριάκος Ανδρέου, Partner και Advisory Leader, PwC Ελλάδας, σημείωσε: «Αναγνωρίζοντας τη δυναμική του κλάδου των υποδομών, ταυτόχρονα με τα προβλήματα που αντιμετωπίζει, είναι σημαντική η χάραξη ενός νέου λειτουργικού μοντέλου. Η δημιουργία ενός κεντροποιημένου μηχανισμού, σχεδιασμού, αξιολόγησης και διαχείρισης όλων των μεγάλων έργων υποδομών θα είχε θετικά αποτελέσματα στη διαχείριση των επενδύσεων, στη μείωση των καθυστερήσεων και τον έλεγχο της υλοποίησης».