Με αφορμή τις δυνατές επιδόσεις που εμφανίζει η Μπάρμπα Στάθης, η διοίκηση του βασικού μετόχου του ομίλου της MIG, κάνει λόγο για θετικό γύρισμα της Vivartia, προσβλέποντας σε ακόμα υψηλότερες αποδόσεις, αφήνοντας αιχμές κατά των ενδιαφερόμενων «μνηστήρων».
Από την έντυπη έκδοση
Της Δανάης Αλεξάκη
[email protected]
Με αφορμή τις δυνατές επιδόσεις που εμφανίζει η Μπάρμπα Στάθης, η διοίκηση του βασικού μετόχου του ομίλου της MIG, κάνει λόγο για θετικό γύρισμα της Vivartia, προσβλέποντας σε ακόμα υψηλότερες αποδόσεις, αφήνοντας αιχμές κατά των ενδιαφερόμενων «μνηστήρων».
Ειδικότερα, σχολιάζοντας τα σενάρια περί πιθανής πώλησης δραστηριοτήτων της Vivartia, στελέχη της διοίκησης της MIG μιλώντας στη «Ν», στο περιθώριο πρόσφατης εκδήλωσης για τα 50 χρόνια παρουσίας της Μπάρμπα Στάθης, ανέφεραν ότι «η Vivartia δεν πωλείται, με γνώμονα το θετικό γύρισμα των δραστηριοτήτων της.
Ο κλάδος των κατεψυγμένων διατηρεί την ηγετική του παρουσία, ενώ οι εξελίξεις αναφορικά με τη μείωση του ΦΠΑ λειτουργούν υποστηρικτικά στην περαιτέρω ανάπτυξη και της δραστηριότητας της εστίασης του ομίλου, η οποία εκτιμάμε ότι φέτος θα τρέξει με βελτιωμένους ρυθμούς. Αντίστοιχα, σε ό,τι αφορά τα γαλακτοκομικά, ο στρατηγικός σχεδιασμός της ΔΕΛΤΑ επικεντρώνεται στις κατηγορίες του γιαουρτιού και του γάλακτος» προσθέτοντας ότι «η κατηγορία των τυροκομικών δεν είναι στις προτεραιότητες της εταιρείας», αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο αποχώρησης από τον κλάδο του τυριού σε βάθος χρόνου.
Τα δάνεια
Κάνοντας ειδική μνεία στο ενδιαφέρον που κατά καιρούς έχει εκφράσει δημόσια μερίδα επιχειρηματιών για απόκτηση μέρους των δραστηριοτήτων της Vivartia, τα ίδια στελέχη σημείωσαν: «Αφενός δεν είναι κομψό να δηλώνει κάποιος ότι θέλει να αποκτήσει μια εταιρεία η οποία δεν έχει τεθεί προς πώληση, αφετέρου θα πρέπει να επισημανθεί ότι δεν τίθεται ζήτημα πώλησης των δραστηριοτήτων της Vivartia σε κομμάτια. Υπάρχουν αντικειμενικές δυσκολίες για κάτι τέτοιο, οι οποίες αφορούν για παράδειγμα τη δανειακή έκθεση της Vivartia: τα δάνεια είναι χιαστή και υπάρχουν εγγυήσεις (collateral) μεταξύ των εταιρειών». Υπό το πρίσμα αυτό πρόσθεσαν επίσης ότι έπειτα από συμφωνία με την πιστώτρια τράπεζα, οι όποιοι ενδιαφερόμενοι θα συζητούν μόνο με τον βασικό μέτοχο του ομίλου της Vivartia, ήτοι τη MIG.
Σχετικά με τις θετικές προοπτικές της Vivartia που εκφράζει η διοίκηση της MIG, βασίζονται κατά μεγάλο μέρος στην εξασφάλιση χρηματοοικονομικής σταθερότητας μέχρι το 2024, η οποία επιτεύχθηκε μέσω της αναδιάρθρωσης δανειακών υποχρεώσεων 362,7 εκατ. ευρώ, σημαντική συμβολή στην οποία είχε και η Μπάρμπα Στάθης, η οποία «στα δύσκολα χρόνια της οικονομικής κρίσης στήριξε με τη ρευστότητά της και την καλή της πορεία τη Vivartia» όπως χαρακτηριστικά ανέφερε ο διευθύνων σύμβουλος της MIG Θανάσης Παπανικολάου.
Η Μπάρμπα Στάθης
Να σημειωθεί ότι η Μπάρμπα Στάθης έχει διατηρήσει αλώβητα τα ηγετικά της μερίδια στις κατηγορίες που έχει παρουσία (κατεψυγμένα λαχανικά, σαλάτες και ζύμες μέσω του σήματος Χρυσή Ζύμη), εξασφαλίζοντας ταυτόχρονα κερδοφόρα αποτελέσματα.
Σε ό,τι αφορά την πορεία των μεγεθών το 2018, οι καθαρές πωλήσεις διαμορφώθηκαν σε περίπου 144 εκατ. ευρώ και τα EBITDA σε 23,6 εκατ. ευρώ, ενώ σύμφωνα με τον διευθύνοντα σύμβουλο της Μπάρμπα Στάθης, Νικήτα Ποθουλάκη, στο πρώτο τετράμηνο του 2019 τα έσοδα «τρέχουν» με ρυθμό 4% και βρίσκονται σε ιστορικά υψηλά.
Αναφερόμενος στη στρατηγική που σχεδιάζει να ακολουθήσει στα επόμενα χρόνια η Μπάρμπα Στάθης, ο κ. Ποθουλάκης σημείωσε ότι προωθούνται επενδύσεις ύψους 8,5 εκατ. ευρώ στη διετία 2019-2020, ενώ αντίστοιχα κεφάλαια περί τα 5,5 εκατ. ευρώ θα κατευθυνθούν στη Χρυσή Ζύμη. Οι επενδύσεις των 8,5 εκατ. ευρώ αφορούν τη δημιουργία νέας αποθήκης 11.000 παλετοθέσεων, τριών γραμμών συσκευασίας και μίας νέας γραμμής παραγωγής που θα οδηγήσει στην αύξηση της παραγωγικής δυνατότητας κατά 40%.
Ιδιαίτερη έμφαση, όπως είπε ο ίδιος, θα δοθεί και στην περαιτέρω ενίσχυση των εξαγωγών, που αποτελούν σήμερα το 20% των εσόδων (περίπου 30 εκατ. ευρώ), ενώ στο προσκήνιο θα βρεθούν τα βιολογικά προϊόντα, η παραγωγή των οποίων επιδιώκεται να διπλασιαστεί τα επόμενα τέσσερα χρόνια και από 5%-7% των πωλήσεων εκτιμάται ότι θα φτάσουν στο 15%-20%.