«Τρία στοιχεία - ντοκουμέντα, τα οποία κυκλοφόρησαν την ίδια σχεδόν ημέρα που δημοσιεύθηκαν συμπεράσματα για υπερβολικές διαφορές στις τιμές επιλεκτικών προϊόντων στην Ελλάδα και την Ευρώπη, που ελήφθησαν από πίνακα 140 αγαθών της ευρωπαϊκής έρευνας της ACNielsen, καταδεικνύουν τη μοναδική αλήθεια για το μέγεθος της ακρίβειας στη χώρα μας», υποστηρίζουν σε ανακοίνωσή τους ο υπουργός Ανάπτυξης Δημήτρης Σιούφας και ο υφυπουργός Ανάπτυξης Γιάννης Παπαθανασίου.
Πρώτον, από σχετική ανακοίνωση της ίδιας της ACNielsen προκύπτει ότι ο γενικός δείκτης τιμών στην Ελλάδα είναι κάτω από το μέσο ευρωπαϊκό όρο (98 με βάση το 100).
Δεύτερον, από τη «Γνώμη Πρωτοβουλίας» της ΟΚΕ με θέμα την ακρίβεια προκύπτει ότι όλες σχεδόν οι προτάσεις της, που αφορούν το υπουργείο Ανάπτυξης είναι βασικοί άξονες των δράσεων και των πρωτοβουλιών που έχει αναπτύξει και προωθεί η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Ανάπτυξης. Τρίτον, η Τράπεζα της Ελλάδος, στην τελευταία έκθεσή της για τη Νομισματική Πολιτική 2005 - 2006 (Φεβρουάριος 2006) στις σελίδες 89 και 95 δύο φορές αναφέρει, μεταξύ των παραγόντων συγκράτησης του πληθωρισμού, «την εντατικότερη εποπτεία της αγοράς από το υπουργείο Ανάπτυξης και την Επιτροπή Ανταγωνισμού», ενώ στη σελίδα 95 πάλι αναφέρει ότι «η αύξηση των τιμολογίων των ΔΕΚΟ παρέμεινε χαμηλότερη από την αύξηση των στοιχείων κόστους που αντιμετωπίζουν οι δημόσιες επιχειρήσεις».
Επαναλαμβάνουμε για μια ακόμη φορά ότι όλα αυτά δεν σημαίνουν ότι δεν υπάρχει ακρίβεια... Η Πολιτεία αγρυπνεί και τα αποτελέσματα είναι ικανοποιητικά. Ο πληθωρισμός παραμένει τους τελευταίους 22 μήνες στα χαμηλότερα σχεδόν επίπεδα της τελευταίας τετραετίας, παρά τις επιπτώσεις - ρεκόρ (έως και 1,38 εκατοστιαίες μονάδες) των διεθνών τιμών των καυσίμων, ενώ η διαφορά από τον αντίστοιχο μέσο όρο της ευρωζώνης συρρικνώνεται».
Κοντά στον ευρωπαϊκό μέσο όρο τιμών
Ο ελληνικός δείκτης λιανικών τιμών πώλησης περίπου 140 παρόμοιων προϊόντων (100 διεθνή επώνυμα προϊόντα και 40 τοπικά προϊόντα) που πωλούνται σε 15 ευρωπαϊκές χώρες, διαμορφώνεται κοντά στον ευρωπαϊκό μέσο όρο τιμών και λίγο χαμηλότερα από αυτόν.
Αυτό επισημαίνει η εταιρεία ερευνών ACNielsen που διεξήγαγε με δική της πανευρωπαϊκή πρωτοβουλία την έρευνα Ευρωβαρόμετρο Τιμών.
Σκοπός της έρευνας ήταν να καταγράψει τις αποκλίσεις τιμών περίπου 140 παρόμοιων προϊόντων σε Αυστρία, Βέλγιο, Γαλλία, Γερμανία, Ελλάδα, Ιταλία, Ολλανδία, Πορτογαλία, Ισπανία, Δανία, Αγγλία, Νορβηγία, Σουηδία, Φινλανδία και Ελβετία, για την περίοδο 18-30 Απριλίου 2005. Στην έρευνα συμπεριλαμβάνονται πάνω από 25.000 σημεία λιανικής πώλησης καταστημάτων τροφίμων μεγέθους πάνω από 400 τετραγωνικά μέτρα.
Σύμφωνα με την έρευνα, οι διαφοροποιήσεις των τιμών παραμένουν, αλλά η εισαγωγή του ευρώ έχει συνεισφέρει στη σύγκλισή τους ανάμεσα στις ευρωπαϊκές χώρες. Η Νορβηγία είναι η πιο ακριβή χώρα της Ευρώπης για την αγορά διεθνών επώνυμων προϊόντων, ενώ η Γερμανία αποτελεί την πιο φθηνή ευρωπαϊκή χώρα για τα ίδια προϊόντα. Οσον αφορά στην Ελλάδα, ο δείκτης τιμών της διαμορφώνεται κοντά στον ευρωπαϊκό μέσο όρο τιμών.
Η εταιρεία αναφέρει ενδεικτικά για κάποια τοπικά προϊόντα ότι η μέση τιμή του βουτύρου συσκευασίας 250 γρ. στην Ελλάδα είναι 2,19 ευρώ και στην Ευρώπη 1,61 ευρώ, στο ρύζι ενός κιλού η μέση τιμή στην Ελλάδα είναι 2,66 ευρώ, στη Γαλλία 2,65 ευρώ και στην Ευρώπη 2,04 ευρώ κατά μέσο όρο.