Υπέρ της εμπορικής συμφωνίας ελευθέρου εμπορίου μεταξύ Ευρωπαϊκής Ένωσης-Καναδά(CETA) τάχθηκε το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, κρίνοντας ότι οι διατάξεις της συμφωνίας που αφορούν την προστασία των επενδυτών δεν αντιβαίνουν το ευρωπαϊκό δίκαιο. Η απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου συνιστά μείζονα νίκη για τους υποστηρικτές της συμφωνίας, η οποία τέθηκε σε ισχύ το 2017.
Υπέρ της εμπορικής συμφωνίας ελευθέρου εμπορίου μεταξύ Ευρωπαϊκής Ένωσης-Καναδά(CETA) τάχθηκε το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, κρίνοντας ότι οι διατάξεις της συμφωνίας που αφορούν την προστασία των επενδυτών δεν αντιβαίνουν το ευρωπαϊκό δίκαιο. Η απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου συνιστά μείζονα νίκη για τους υποστηρικτές της συμφωνίας, η οποία τέθηκε σε ισχύ το 2017.
Σύμφωνα με τους δικαστές του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, ο μηχανισμός επίλυσης διαφορών μεταξύ επενδυτών και κρατών στην εμπορική συμφωνία CETA είναι σύμφωνος με την ευρωπαϊκή νομοθεσία. Οι επικριτές της CETA υποστήριζαν ότι ο συγκεκριμένος μηχανισμός ευνοεί περισσότερο τις πολυεθνικές.
Το συγκεκριμένο σύστημα για την επίλυση διαφορών μεταξύ ξένων επενδυτών και κρατών βρέθηκε στο επίκεντρο των διαμαρτυριών κατά των εμπορικών συμφωνιών μεταξύ Ε.Ε. και ΗΠΑ και Ε.Ε. και Καναδά. Η βελγική περιφέρεια της Βαλονίας είχε απειλήσει τότε να ασκήσει βέτο κατά της συμφωνίας CETA, όμως η κυβέρνηση της χώρας κατάφερε να τη μεταπείσει προσφέροντας ως αντάλλαγμα κάποιες παραχωρήσεις, μεταξύ των οποίων και το αίτημα να εξετασθεί η υπόθεση από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο.
Η εμπορική συμφωνία Ε.Ε.-Καναδά τέθηκε εν ισχύ, σε προκαταρκτική βάση, τον Σεπτέμβριο του 2017. Η πλήρης εφαρμογή της CETA, συμπεριλαμβανομένου και του μηχανισμού προστασίας των επενδυτών, προϋποθέτει την έγκριση και των 28 χωρών-μελών της Ε.Ε., ενώ στη περίπτωση του Βελγίου και την έγκριση των περιφερειακών κοινοβουλίων.