Τα στοιχεία για όλες τις πληρωμές που πραγματοποίησαν το 2018 με πιστωτικές ή χρεωστικές κάρτες ή με άλλα ηλεκτρονικά μέσα συναλλαγών 5,8 εκατομμύρια μισθωτοί, συνταξιούχοι, κατ’ επάγγελμα αγρότες και άλλοι φορολογούμενοι, προκειμένου να κατοχυρώσουν την έκπτωση φόρου των 1.900-2.100 ευρώ, η οποία ισοδυναμεί με αφορολόγητο όριο εισοδήματος 8.636-9.545 ευρώ, ζητά η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων από όλες τις τράπεζες και τους λοιπούς παρόχους υπηρεσιών ηλεκτρονικών πληρωμών.
Από την έντυπη έκδοση
Του Γιώργου Παλαιτσάκη
[email protected]
Τα στοιχεία για όλες τις πληρωμές που πραγματοποίησαν το 2018 με πιστωτικές ή χρεωστικές κάρτες ή με άλλα ηλεκτρονικά μέσα συναλλαγών 5,8 εκατομμύρια μισθωτοί, συνταξιούχοι, κατ’ επάγγελμα αγρότες και άλλοι φορολογούμενοι, προκειμένου να κατοχυρώσουν την έκπτωση φόρου των 1.900-2.100 ευρώ, η οποία ισοδυναμεί με αφορολόγητο όριο εισοδήματος 8.636-9.545 ευρώ, ζητά η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων από όλες τις τράπεζες και τους λοιπούς παρόχους υπηρεσιών ηλεκτρονικών πληρωμών.
Σύμφωνα με απόφαση που υπέγραψε ο διοικητής της ΑΑΔΕ Γ. Πιτσιλής, όλοι οι πάροχοι ηλεκτρονικών πληρωμών, συμπεριλαμβανομένων και των τραπεζών, υποχρεούνται έως τις 27 Απριλίου να έχουν αποστείλει ηλεκτρονικά στη Διεύθυνση Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης της Ανεξάρτητης Αρχής συγκεντρωτικά τα στοιχεία των συναλλαγών που πραγματοποίησε φυσικό πρόσωπο με πιστωτικές ή χρεωστικές ή προπληρωμένες κάρτες ή μέσω e-banking ή με άλλες μεθόδους ηλεκτρονικών πληρωμών. Τα συγκεντρωτικά στοιχεία πρέπει να σταλούν ανά ΑΦΜ φυσικού προσώπου και να συμπεριλαμβάνουν τις δαπάνες που εξοφλήθηκαν με πληρωμές σε επαγγελματικούς λογαριασμούς επιχειρήσεων και ελευθέρων επαγγελματιών. Ειδικότερα δε τα στοιχεία πρέπει να αφορούν πληρωμές σε επαγγελματικούς λογαριασμούς οι οποίοι δηλώθηκαν στην ΑΑΔΕ μέχρι και την 28η Φεβρουαρίου 2019.
Σύμφωνα με πληροφορίες, η ενέργεια αυτή του διοικητή της ΑΑΔΕ έχει δύο στόχους:
1) Τη συγκέντρωση ορθότερων πληροφοριών για τις λιανικές συναλλαγές των φορολογουμένων οι οποίες πραγματοποιήθηκαν με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής κατά τη διάρκεια του 2018 και αφορούσαν δαπάνες για αγορές αγαθών και λήψη υπηρεσιών που, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, λαμβάνονται υπόψη για την κατοχύρωση του αφορολογήτου ορίου. Τα δεδομένα των πληρωμών με ηλεκτρονικά μέσα ανά ΑΦΜ φορολογούμενου τα οποία ήδη έχουν σταλεί στην ΑΑΔΕ και ήδη έχουν αναρτηθεί στους λογαριασμούς των φορολογουμένων στο σύστημα TAXISnet, προκειμένου αυτοί να έχουν ηλεκτρονική πληροφόρηση για τις δαπάνες κατοχύρωσης του αφορολογήτου και να διευκολυνθούν στην αναγραφή των δαπανών αυτών στους κωδικούς 049-050 του πίνακα 7 των φετινών φορολογικών τους δηλώσεων δεν ήταν πλήρη και ορθά. Εστάλησαν μόνο από τις τράπεζες και δεν είναι βέβαιο ότι περιλαμβάνουν μόνο τις δαπάνες που λαμβάνονται υπόψη για την κατοχύρωση του αφορολογήτου, αλλά, σε πάμπολλες περιπτώσεις, περιλαμβάνουν και δαπάνες που δεν αναγνωρίζονται για τον σκοπό αυτό. Η νέα αυτή αποστολή στοιχείων που ζητά η ΑΑΔΕ θα προέρχεται από όλους ανεξαιρέτως του παρόχους υπηρεσιών ηλεκτρονικών πληρωμών και όχι μόνο από τις τράπεζες. Επιπλέον τα στοιχεία που ζητούνται θα πρέπει να αφορούν κατά κύριο λόγο τις πληρωμές (μεταφορές χρηματικών ποσών μέσω καρτών και POS, e-banking κ.λπ.) που είχαν ως αποδέκτες τραπεζικούς λογαριασμούς επιχειρήσεων και ελευθέρων επαγγελματιών δηλωθέντες ως «επαγγελματικούς», προκειμένου να είναι διασφαλισμένο ότι πρόκειται πράγματι για δαπάνες αγοράς αγαθών ή λήψης υπηρεσιών κι όχι για άλλου είδους δαπάνες που δεν «μετρούν» για την κατοχύρωση του αφορολογήτου των φυσικών προσώπων τα οποία τις εξόφλησαν. Με τη διαδικασία αυτή ενδέχεται να επαναπροσδιοριστούν σε υψηλότερα ή χαμηλότερα επίπεδα τα ποσά των δαπανών που αναγράφονται στην ηλεκτρονική πληροφόρηση των φορολογουμένων, η οποία παρέχεται κατά τη συμπλήρωση των κωδικών 049-050.
2) Την καταγραφή των εισπράξεων που πραγματοποίησαν χιλιάδες επιχειρήσεις και ελεύθεροι επαγγελματίες μέσω των τραπεζικών λογαριασμών τους οποίους δήλωσαν ως «επαγγελματικούς» μέχρι τις 28 Φεβρουαρίου 2019, ώστε να είναι δυνατή μια διασταύρωση των δεδομένων αυτών με τα ποσά που θα δηλώσουν οι ίδιες επιχειρήσεις και οι ίδιοι οι ελεύθεροι επαγγελματίες ως ακαθάριστα έσοδα στα έντυπα Ε3 και Ε1 των φετινών φορολογικών δηλώσεων. Στις περιπτώσεις κατά τις οποίες θα διαπιστωθεί ότι τα δηλωθέντα ακαθάριστα έσοδα στα φετινά φορολογικά έντυπα υπολείπονται των εισπράξεων που έχουν πραγματοποιηθεί μέσω των «επαγγελματικών» λογαριασμών, οι αρμόδιες φοροελεγκτικές υπηρεσίες της ΑΑΔΕ θα αναλαμβάνουν ελεγκτική δράση για να προσδιορίσουν τα αποκρυβέντα ποσά φορολογητέας ύλης και τα μη αποδοθέντα ποσά φόρων εισοδήματος και ΦΠΑ και να βεβαιώσουν τα αναλογούντα ποσά τόκων, προστίμων και προσαυξήσεων.
Πώς κατοχυρώνεται το αφορολόγητο όριο εισοδήματος
Τα φυσικά πρόσωπα που φορολογούνται με την κλίμακα υπολογισμού του φόρου εισοδήματος για τους μισθούς και τις συντάξεις οφείλουν, προκειμένου να κατοχυρώσουν το δικαίωμα ετήσιας έκπτωσης φόρου έως 1.900-2.100 ευρώ, που ισοδυναμεί με αφορολόγητο όριο εισοδήματος 8.636-9.545 ευρώ, να έχουν πραγματοποιήσει κατά τη διάρκεια του 2018 δαπάνες αγοράς αγαθών και λήψης υπηρεσιών εξοφληθείσες με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής (χρεωστικές, πιστωτικές ή προπληρωμένες κάρτες, e-banking κ.λπ.) ίσες με ποσοστά:
Ως ετήσιο ατομικό εισόδημα λαμβάνεται υπόψη το φορολογούμενο με βάση την κλίμακα φόρου των εισοδημάτων από μισθούς και συντάξεις και, σε κάθε περίπτωση, το μεγαλύτερο ποσό μεταξύ αυτού που αναγράφεται στη φορολογική δήλωση και του τεκμαρτού εισοδήματος, δηλαδή του ποσού που προκύπτει με βάση:
Χάρτινες αποδείξεις
Από την υποχρέωση εξόφλησης με «πλαστικό» χρήμα ή με άλλα μέσα ηλεκτρονικής πληρωμής των δαπανών που κατοχυρώνουν έκπτωση φόρου έως 1.900-2.100 ευρώ απαλλάσσονται (εφόσον τα πραγματικά ή τεκμαρτά εισοδήματά τους φορολογούνται με την κλίμακα υπολογισμού του φόρου για τα εισοδήματα από μισθούς και συντάξεις):
α) Φορολογούμενοι 70 ετών και άνω, δηλαδή γεννηθέντες έως και την 31η Δεκεμβρίου 1948.
β) Άτομα με ποσοστό αναπηρίας 80% και άνω.
γ) Φορολογούμενοι που βρίσκονται σε δικαστική συμπαράσταση.
δ) Φορολογικοί κάτοικοι της Ε.Ε. ή του ΕΟΧ, που υποχρεούνται σε υποβολή δήλωσης στην Ελλάδα και φορολογούνται με την κλίμακα από μισθωτή εργασία και συντάξεις.
ε) Ανήλικοι που υποχρεούνται σε υποβολή δήλωσης φορολογίας εισοδήματος και φορολογούνται με την κλίμακα των μισθωτών και συνταξιούχων.
στ) Φορολογούμενοι που κατοικούν μόνιμα σε χωριά με πληθυσμό έως 500 κατοίκους και σε νησιά με πληθυσμό κάτω των 3.100 κατοίκων, σύμφωνα με την τελευταία απογραφή, εκτός αν πρόκειται για τουριστικούς τόπους.
ζ) Οι φορολογούμενοι που δεν έχουν εισόδημα από καμία κατηγορία ή έχουν εισόδημα μόνο από κεφάλαιο (από ακίνητα, τόκους καταθέσεων κ.λπ.) ή και από υπεραξία μεταβίβασης κεφαλαίου και το τεκμαρτό τους εισόδημα δεν υπερβαίνει το ποσό των 9.500 ευρώ.
η) Πολίτες των οποίων το ετήσιο πραγματικό εισόδημα του έτους 2018 δεν υπερβαίνει το ποσό των 6.000 ευρώ και το ετήσιο τεκμαρτό τους εισόδημα για το ίδιο έτος δεν υπερβαίνει τα 9.500 ευρώ. Σ’ αυτούς συμπεριλαμβάνονται και οι περιστασιακά απασχολούμενοι.
θ) Υπήκοοι τρίτων χωρών που αιτούνται ή/και λαμβάνουν διεθνή προστασία από την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους πρόσφυγες και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
ι) Οι φορολογούμενοι που είναι εγγεγραμμένοι στο μητρώο ανέργων του ΟΑΕΔ, για τη διαφορά που προκύπτει μεταξύ του τεκμαρτού και του συνολικού εισοδήματός τους.
ια) Οι φορολογούμενοι που είναι δικαιούχοι Κοινωνικού Εισοδήματος Αλληλεγγύης (ΚΕΑ).
ιβ) Οι υπηρετούντες την υποχρεωτική στρατιωτική τους θητεία.
ιγ) Οι φορολογούμενοι που βρίσκονται σε κατάσταση μακροχρόνιας νοσηλείας (πέραν των 6 μηνών).
Όσοι φορολογούμενοι υπάγονται σε μία από τις παραπάνω 13 κατηγορίες υποχρεούνται να έχουν μαζέψει και να διαφυλάσσουν για μελλοντικό έλεγχο τις χάρτινες αποδείξεις. Οφείλουν δε να αναγράψουν τη συνολική τους αξία στον Πίνακα 7 του Ε1 της φορολογικής δήλωσης στον κωδικό 049 ή στον κωδικό 050 για τη σύζυγο.