Στις 7 Μαΐου θα πραγματοποιηθούν οι συναντήσεις των τραπεζών με τους θεσμούς με μία πλούσια ατζέντα, στην οποία περιλαμβάνονται τα «κόκκινα» δάνεια και τα αποτελέσματα των τραπεζών, καθώς η πιεστική μείωση των NPLs δεν αποκλείεται τελικώς να επηρεάσει και την εικόνα των ισολογισμών των πιστωτικών ιδρυμάτων.
Από την έντυπη έκδοση
Της Ειρήνης Σακελλάρη
[email protected]
Στις 7 Μαΐου θα πραγματοποιηθούν οι συναντήσεις των τραπεζών με τους θεσμούς με μία πλούσια ατζέντα, στην οποία περιλαμβάνονται τα «κόκκινα» δάνεια και τα αποτελέσματα των τραπεζών, καθώς η πιεστική μείωση των NPLs δεν αποκλείεται τελικώς να επηρεάσει και την εικόνα των ισολογισμών των πιστωτικών ιδρυμάτων.
Θερινή επίσκεψη από SSM
Όμως ένα σημαντικό ραντεβού έχουν δώσει τα ελληνικά πιστωτικά ιδρύματα και στις αρχές Ιουλίου, όταν τη χώρα μας θα επισκεφθεί ο επικεφαλής του SSM Αντρέα Ενρία.
Ο Ιταλός αξιωματούχος, με ανατρεπτική μέχρι στιγμής συμπεριφορά σε σχέση τουλάχιστον με την προκάτοχό του Ντανιέλ Νουί, υπενθυμίζεται πως είναι οπαδός της άποψης οι ευρωπαϊκές τράπεζες να μην αιφνιδιάζονται από τις κατά καιρούς απαιτήσεις των θεσμών, ενώ έχει ταχθεί κατά της δημιουργίας εθνικών πρωταθλητών με μεγάλες συγχωνεύσεις πιστωτικών ιδρυμάτων, που μπορεί να αλλοιώσουν τη φυσιογνωμία της αγοράς.
Ωστόσο, η ατζέντα παραμένει «καυτή» σε ό,τι αφορά τα «κόκκινα» δάνεια.
Οι τράπεζες οφείλουν να επιβεβαιώσουν για άλλη μια φορά τους στόχους τους τον Σεπτέμβριο του 2019 με βάση την πάγια διαδικασία. Οι επιθετικοί στόχοι των τραπεζών για τα NPLs ίσως να απαιτήσουν κάποιες παραπάνω προβλέψεις, στοιχείο που μπορεί να οδηγήσει σε συμπίεση τα αποτελέσματα των πιστωτικών ιδρυμάτων.
Σε κάθε περίπτωση, οι συζητήσεις με τους θεσμούς ταυτίζονται χρονικά με την περίοδο κατά την οποία αναμένονται οι απαντήσεις της DG Comp σε ό,τι αφορά την εφαρμογή της λύσης του οχήματος του ειδικού σκοπού APS.
Παράγοντες της αγοράς εκτιμούν ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ανταγωνισμού θα δώσει απαντήσεις επί του θέματος ως τα μέσα του Μαΐου. Προβλήματα όπως αυτά της μη ύπαρξης επενδυτικής διαβάθμισης σε ό,τι αφορά τα ελληνικά ομόλογα θεωρείται πως θα βρεθεί τρόπος να ξεπεραστούν.
Η επόμενη χρονιά, πάντως, θα είναι επίσης κρίσιμη για τις ελληνικές τράπεζες που θα υποβληθούν και πάλι σε ένα stress test και αυτή τη φορά με βάση τα στοιχεία του τέλους του 2019.
Τα πιστωτικά ιδρύματα της χώρας βοηθιούνται στην παρούσα φάση από τη βελτίωση της εικόνας της ελληνικής οικονομίας, αλλά και από τη βελτίωση των αγορών, που έχουν διαμορφώσει ένα -έστω συγκρατημένο- κλίμα επενδυτικού ενδιαφέροντος.
Έντονο είναι το ενδιαφέρον των ξένων και σε ό,τι αφορά τη δευτερογενή αγορά χρέους, καθώς οι τράπεζες προχωρούν πια τις διαδικασίες και για τις τιτλοποιήσεις στεγαστικών δανείων. Τόσο η Alpha Bank όσο και η Eurobank αναμένεται να «εισφέρουν» από 2 δισ. ευρώ στεγαστικά δάνεια στη συγκεκριμένη αγορά μέσω τιτλοποιήσεων.
Τα τεχνικά κλιμάκια των θεσμών είναι βέβαιο πως θα θελήσουν να δουν και τον τρόπο με τον οποίο προχωρούν οι συνολικές εργασίες των τραπεζών στο πλαίσιο της προεκλογικής περιόδου που βρίσκεται σε εξέλιξη. Η προσέλκυση καταθέσεων και η διάθεση χορηγήσεων -που αποτελούν βασικές τραπεζικές εργασίες- βρίσκονται στο στόχαστρο των θεσμών και θα αποτελέσουν ένα από τα σημαντικά θέματα συζήτησης με τους τραπεζίτες.
Η ανάκαμψη άλλωστε της χρηματιστηριακής αγοράς ενδέχεται να βελτιώσει το κλίμα και για ενέργειες που θα επιτρέψουν την κεφαλαιακή ενίσχυση των πιστωτικών ιδρυμάτων όπου και όταν αυτή απαιτείται.
Στην ατζέντα των θεσμών εξακολουθεί και βρίσκεται η ολοκλήρωση του προγράμματος αναδιάρθρωσης των ελληνικών τραπεζών και οι πωλήσεις θυγατρικών που πάντως εξελίσσονται με βάση το συμφωνηθέν πρόγραμμα, αλλά και με τις παρατάσεις του.
Capital controls
Οι θεσμοί ωστόσο θα συζητήσουν με τους παράγοντες της τραπεζικής αγοράς και άλλα θέματα, όπως η άρση των κεφαλαιακών περιορισμών. Η στάθμιση της ετοιμασίας των τραπεζών για ένα τέτοιο ενδεχόμενο είναι πολύ σημαντική, ούτως ώστε το σχέδιο αυτό να υλοποιηθεί εντός του 2019, όπως είναι και ο προγραμματισμός του.
Η άρση των capital controls θεωρείται απαραίτητη προϋπόθεση ώστε να δοθεί στη χώρα μας επενδυτική διαβάθμιση, αλλά και οι τράπεζες να κατακτήσουν ανώτερες βαθμίδες στο σύστημα αξιολόγησης. Σημειώνεται πως οι τράπεζες βρίσκονται σε επίπεδο αξιολόγησης πολύ πιο πίσω απ’ ό,τι βρίσκεται η ελληνική οικονομία.