Ο Ευκλείδης Τσακαλώτος, που από χθες βρίσκεται στην Ουάσιγκτον για την εαρινή σύνοδο του ΔΝΤ, συναντάται σήμερα με την Κριστίν Λαγκάρντ μεταφέροντας το αίτημα για μερική αποπληρωμή οφειλών προς το Ταμείο συνολικού ύψους 3,5-4 δισ. ευρώ. Με τα χρήματα αυτά θα αποπληρωθούν οι δόσεις που κανονικά θα έπρεπε να δοθούν έως το τέλος του 2020 ή έως τις αρχές του 2021 και αυτό προκειμένου ο ρόλος του ΔΝΤ να παραμείνει αναλλοίωτος μέχρι και το τέλος του 2022, οπότε λήγει η περίοδος αυξημένης εποπτείας.
Από την έντυπη έκδοση
Του Θάνου Τσίρου
[email protected]
Ο Ευκλείδης Τσακαλώτος, που από χθες βρίσκεται στην Ουάσιγκτον για την εαρινή σύνοδο του ΔΝΤ, συναντάται σήμερα με την Κριστίν Λαγκάρντ μεταφέροντας το αίτημα για μερική αποπληρωμή οφειλών προς το Ταμείο συνολικού ύψους 3,5-4 δισ. ευρώ. Με τα χρήματα αυτά θα αποπληρωθούν οι δόσεις που κανονικά θα έπρεπε να δοθούν έως το τέλος του 2020 ή έως τις αρχές του 2021 και αυτό προκειμένου ο ρόλος του ΔΝΤ να παραμείνει αναλλοίωτος μέχρι και το τέλος του 2022, οπότε λήγει η περίοδος αυξημένης εποπτείας.
Από τη συναλλαγή εκτιμάται ότι μπορεί να προκύψει οικονομικό όφελος άνω των 100 εκατ. ευρώ για τον κρατικό προϋπολογισμό και το ισοζύγιο της γενικής κυβέρνησης. Για την ελληνική πλευρά είναι σαφές ότι «ο χρόνος είναι χρήμα». Όσο γρηγορότερα αρχίσει η διαδικασία για τη μερική αποπληρωμή του Ταμείου, τόσο μεγαλύτερο θα είναι και το δημοσιονομικό όφελος. Ή και αντίστροφα: κάθε μέρα που περνάει το ελληνικό Δημόσιο επιβαρύνεται με τόκους που θα μπορούσε να αποφύγει αν προχωρούσε η μερική αποπληρωμή του Ταμείου.
Ως προς την τελική λύση που θα δοθεί στη συγκεκριμένη εκκρεμότητα, ο Έλληνας υπουργός Οικονομικών έχει δηλώσει αισιόδοξος ότι θα επικρατήσει η οικονομική λογική. Διότι στο συγκεκριμένο θέμα, εκτός από τεχνοκρατικά οικονομικά επιχειρήματα, έχουν ακουστεί από τις εμπλεκόμενες πλευρές και επιχειρήματα πολιτικού ή διπλωματικού περιεχομένου. Το κυριότερο εξ αυτών έχει να κάνει με το εξής: ναι μεν να προχωρήσει η μερική αποπληρωμή του χρέους, αλλά με τέτοιο τρόπο ώστε να μην αμφισβητηθεί η συμμετοχή του ΔΝΤ στην ομάδα των θεσμών τουλάχιστον μέχρι το τέλος του 2022, οπότε και λήγει η περίοδος αυξημένης εποπτείας για την Ελλάδα.
Πώς θα μπορούσε να γίνει κάτι τέτοιο; Για να διατηρηθεί το ΔΝΤ στην ομάδα των θεσμών καθ' όλη τη διάρκεια της περιόδου αυξημένης εποπτείας (enhanced surveillance) θα πρέπει το υπόλοιπο χρέους της Ελλάδας προς το Ταμείο να ξεπερνά το διπλάσιο του ποσού συμμετοχής της Ελλάδας προς το Ταμείο. Δηλαδή, θα πρέπει η Ελλάδα να εξακολουθήσει να χρωστάει τουλάχιστον 5,5 δισ. ευρώ. Σήμερα η Ελλάδα εξακολουθεί να οφείλει περίπου 9,4 δισ. ευρώ, άρα υπάρχει ένα περιθώριο μερικής αποπληρωμής έως και 4 δισ. ευρώ χωρίς να αμφισβητηθεί ο «ενισχυμένος» (αν και συμβουλευτικός πλέον) ρόλος του Ταμείου. Το δεύτερο ζήτημα που γεννάται έχει να κάνει με το ποιες δόσεις θα αφορά αυτό το ποσό.
Αν τα τέσσερα δισ. ευρώ που θα δοθούν καλύψουν τις δόσεις από το τέλος προς την αρχή (δηλαδή από το 2024 και προς τα πίσω), τότε η ολική αποπληρωμή του ΔΝΤ θα επέλθει μέσα στο 2021 και το ΔΝΤ θα χάσει οποιονδήποτε ρόλο στην Ελλάδα. Αντίθετα, αν αποπληρωθούν οι δόσεις του 2019 και του 2020, τότε το ΔΝΤ θα διατηρήσει τον ρόλο του για όλη την περίοδο μέχρι και το τέλος του 2022.