Η κυβέρνηση που θα αναδειχτεί μετά τις βουλευτικές εκλογές, όποτε κι αν αυτές πραγματοποιηθούν, θα χειριστεί οριστικά και το θέμα της μείωσης του αφορολογήτου από το νέο έτος -ταυτόχρονα με τις μειώσεις άλλων φορολογικών συντελεστών-, καθώς αυτή είναι που θα καταθέσει τον προϋπολογισμό του 2020 στη Βουλή.
Από την έντυπη έκδοση
Του Θάνου Τσίρου
[email protected]
Η κυβέρνηση που θα αναδειχτεί μετά τις βουλευτικές εκλογές, όποτε κι αν αυτές πραγματοποιηθούν, θα χειριστεί οριστικά και το θέμα της μείωσης του αφορολογήτου από το νέο έτος -ταυτόχρονα με τις μειώσεις άλλων φορολογικών συντελεστών-, καθώς αυτή είναι που θα καταθέσει τον προϋπολογισμό του 2020 στη Βουλή.
Έτσι, μπορεί ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος να δεσμεύτηκε στο Eurogroup, όπως τουλάχιστον προκύπτει από το επίσημο ανακοινωθέν, ότι θα προχωρήσει η «διεύρυνση της φορολογικής βάσης», ωστόσο είναι δεδομένο ότι της τελικής διαβούλευσης με τους δανειστές θα προηγηθεί το στήσιμο της κάλπης. Στις αλλεπάλληλες ερωτήσεις που έχουν τεθεί σε εκπροσώπους της σημερινής κυβέρνησης για το θέμα του αφορολογήτου, η «γραμμή» είναι ενιαία.
Οι απαντήσεις έχουν να κάνουν είτε με το ότι δεν έχει φτάσει ακόμη η ώρα για να συζητηθεί το συγκεκριμένο θέμα είτε με το ότι θα επιδιωχθεί αντίστοιχη διαπραγματευτική τακτική με αυτή που ακολουθήθηκε για να αποφευχθεί η μείωση στις συντάξεις. Βέβαια, σε σχέση με τις διαβουλεύσεις για το ύψος των συντάξεων και την κατάργηση ή τη διατήρηση της λεγόμενης «προσωπικής διαφοράς», υπάρχει μια διαφορά: Το 2018 η κυβέρνηση που ξεκίνησε τις διαπραγματεύσεις ήταν και αυτή που τις ολοκλήρωσε, καθώς δεν υπήρχε η εκκρεμότητα των εκλογών.
Η αξιολόγηση Μαΐου
Το περιεχόμενο του προϋπολογισμού του 2020 θα τεθεί ως θέμα στο πλαίσιο της 3ης μεταμνημονιακής αξιολόγησης τον Μάιο, καθώς θα πρέπει να συζητηθεί με τους εκπροσώπους των θεσμών το περιεχόμενο του μεσοπρόθεσμου σχεδίου δημοσιονομικής στρατηγικής, το οποίο θα καλύπτει την περίοδο μέχρι και το 2023. Η ελληνική πλευρά δεν αναμένεται να θέσει θέμα τροποποιήσεων σε αυτήν τη φάση και τα στοιχεία του 2020 θα είναι ανάλογα με αυτά που περιελάμβανε και το περσινό μεσοπρόθεσμο.
Δηλαδή θα προβλέπεται ότι θα μειωθεί η έκπτωση φόρου, αλλά και ο βασικός συντελεστής της κλίμακας από το 22% που είναι σήμερα στο 20%, όπως επίσης και οι συντελεστές υπολογισμού της εισφοράς αλληλεγγύης. Άλλωστε, για την κυβέρνηση δεν υπάρχει λόγος να ανοίξει από τώρα τη συζήτηση. Το μόνο που θα υποχρεωθεί είναι να εγγράψει μια πρόβλεψη για το ποσό που θα αποδώσουν οι φόροι εισοδήματος φυσικών προσώπων. Είτε καταργηθεί η μείωση της έκπτωσης φόρου (και ταυτόχρονα οι μειώσεις των υπόλοιπων συντελεστών) είτε όχι, το δημοσιονομικό αποτέλεσμα θα είναι ακριβώς το ίδιο.
Προσχέδιο Σεπτεμβρίου
Το επόμενο στάδιο κατά το οποίο θα χρειαστεί να υπάρξουν διαβουλεύσεις είναι η κατάρτιση του προσχεδίου του προϋπολογισμού. Οι συζητήσεις θα ξεκινήσουν από τα τέλη Αυγούστου στο πλαίσιο της 4ης μεταμνημονιακής αξιολόγησης και θα πρέπει να έχουν ολοκληρωθεί μέχρι το τέλος Σεπτεμβρίου, καθώς το προσχέδιο θα πρέπει να κατατεθεί στη Βουλή την πρώτη Δευτέρα του Οκτωβρίου. Δεν είναι ακόμη σαφές αν μέχρι τότε θα έχουν πραγματοποιηθεί οι βουλευτικές εκλογές. Το μόνο βέβαιο είναι ότι θα έχουν πραγματοποιηθεί μέχρι τις 20 Νοεμβρίου, οπότε και θα πρέπει να κατατεθεί το τελικό σχέδιο του προϋπολογισμού στη Βουλή. Μέχρι τότε είναι που θα πρέπει να έχουν τελειώσει οι διαβουλεύσεις με τους θεσμούς, καθώς τα μέτρα του 2020 θα πρέπει να αποτυπωθούν με σαφήνεια στην εισηγητική έκθεση.
Μετατόπιση βαρών στους χαμηλόμισθους
Για τη σημερινή κυβέρνηση, το θέμα της μείωσης του αφορολογήτου κρίνεται μείζον, ειδικά σε πολιτικό επίπεδο, καθώς η φορολογική πολιτική του 2020, έτσι όπως έχει ήδη ψηφιστεί, μετατοπίζει φορολογικά βάρη της τάξεως των 2 δισ. ευρώ από τους λίγους φορολογούμενους που εμφανίζουν ατομικό εισόδημα άνω των 22.000 ευρώ στους πολλούς φορολογούμενους που εμφανίζουν εισόδημα από μισθούς, συντάξεις ή αγροτική δραστηριότητα της τάξεως των 7.000-22.000 ευρώ τον χρόνο. Ο συνδυασμός των μέτρων (δηλαδή η μείωση της έκπτωσης φόρου από τα 1.900 στα 1.250 ευρώ, η μείωση του κατώτερου συντελεστή της κλίμακας από το 22% στο 20%, αλλά και η ενεργοποίηση νέας κλίμακας εισφοράς αλληλεγγύης) έχει τα ακόλουθα αποτελέσματα:
1. Για τους έχοντες ατομικό εισόδημα από 7.000 έως 22.000 ευρώ, προκύπτει επιβάρυνση η οποία κυμαίνεται από 74 ευρώ έως και 450 ευρώ. Έτσι, φορολογούμενος με εισόδημα 10.000 ευρώ που σήμερα πληρώνει 300 ευρώ, θα φτάσει με το νέο πλαίσιο να επιβαρυνθεί με 750 ευρώ δηλαδή 450 ευρώ επιπλέον. Επίσης, φορολογούμενος με εισόδημα 20.000 ευρώ, ο οποίος σήμερα πληρώνει 2.676 ευρώ (άθροισμα από φόρο και εισφορά αλληλεγγύης), με το νέο καθεστώς θα πληρώνει 2.750 ευρώ, δηλαδή 74 ευρώ επιπλέον.
2. Όλοι όσοι δηλώνουν περισσότερα από 22.000 ευρώ είτε από μισθούς, είτε από συντάξεις είτε ακόμη και από αγροτική δραστηριότητα, θα έχουν όφελος με το νέο καθεστώς. Για παράδειγμα, φορολογούμενος με ατομικό εισόδημα 30.000 ευρώ, πληρώνει σήμερα 6.176 ευρώ και με το νέο καθεστώς η επιβάρυνση μειώνεται στα 5.750 ευρώ, δηλαδή κατά 426 ευρώ. Αντίστοιχα φορολογούμενος με ατομικό εισόδημα 50.000 ευρώ, πληρώνει σήμερα 15.976 ευρώ και θα βρεθεί να καταβάλλει 15.350 ευρώ, δηλαδή 626 ευρώ λιγότερα.