Οικονομία & Αγορές
Παρασκευή, 05 Απριλίου 2019 18:32

Κύριο «αγκάθι» των μμε η χρηματοδότηση

Παρότι οι πιθανότητες να λάβει μία μικρομεσαία επιχείρηση τραπεζικό δάνειο έχουν αυξηθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια, καθώς έχουν βελτιωθεί οι συνθήκες της οικονομίας, η πρόσβαση στην εξωτερική χρηματοδότηση συνέχισε να θεωρείται συνολικά το κυριότερο πρόβλημα για τις περισσότερες -ως ποσοστό επί του συνόλου- επιχειρήσεις.

Από την έντυπη έκδοση

Του Σταμάτη Ζησίμου
[email protected]

Παρότι οι πιθανότητες να λάβει μία μικρομεσαία επιχείρηση τραπεζικό δάνειο έχουν αυξηθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια, καθώς έχουν βελτιωθεί οι συνθήκες της οικονομίας, η πρόσβαση στην εξωτερική χρηματοδότηση συνέχισε να θεωρείται συνολικά το κυριότερο πρόβλημα για τις περισσότερες -ως ποσοστό επί του συνόλου- επιχειρήσεις. Αυτό προκύπτει από την ανάλυση της Τράπεζας της Ελλάδας, η οποία (ανάλυση) βασίζεται στα στοιχεία των ερευνών SAFE που διενεργεί η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.

Συγκεκριμένα, τα συμπεράσματα στηρίζονται στις δύο τελευταίες επαναλήψεις της έρευνας SAFE, οι οποίες καλύπτουν συνολικά την περίοδο Οκτωβρίου 2017-Σεπτεμβρίου 2018. Η επανάληψη της περιόδου 2017Β καλύπτει το διάστημα Οκτωβρίου 2017-Μαρτίου 2018 και η επανάληψη 2018Α το διάστημα Απριλίου-Σεπτεμβρίου 2018.

Βάσει των ευρημάτων αυτών, στην έρευνα SAFE 2018Α το 17% των ελληνικών μικρομεσαίων επιχειρήσεων χαρακτήρισε την πρόσβαση στην εξωτερική χρηματοδότηση ως το σημαντικότερο πρόβλημα, έναντι 21% στη 2017Β και 23% στην 2017Α. Σημειώνεται ότι το ποσοστό έχει μετριαστεί σημαντικά σε σύγκριση με το πρόσφατο παρελθόν, καθώς ανερχόταν στο 40% την περίοδο Οκτωβρίου 2013-Μαρτίου 2014.

Απόκλιση έναντι Ευρωζώνης

Όσον αφορά την έκβαση των αιτημάτων για δάνειο που υπέβαλαν οι ελληνικές επιχειρήσεις στις τράπεζες, τα αποτελέσματα της έρευνας συνέχισαν να αντανακλούν σημαντική απόκλιση από τις υπόλοιπες χώρες της ζώνης του ευρώ. Σε χαμηλά επίπεδα, συγκριτικά με τη ζώνη του ευρώ (2018Α: 74%), παρέμεινε το ποσοστό -επί του συνόλου- των επιχειρήσεων που ανέφεραν πλήρη ικανοποίηση του αιτήματός τους (2018Α: 40% και 2017Β: 41%, έναντι 2017Α: 42%).

Σχετικά με τις πηγές εξωτερικής χρηματοδότησης, οι απαντήσεις υποδηλώνουν ότι οι εμπορικές πιστώσεις χρησιμοποιήθηκαν στο παρελθόν ή ενδέχεται να χρησιμοποιηθούν στο μέλλον από το μεγαλύτερο ποσοστό του δείγματος μικρομεσαίων επιχειρήσεων (2018Α: 51% και 2017Β: 48%). Παραπλήσια ποσοστά καταγράφονται αναφορικά με τα τραπεζικά δάνεια τακτής λήξης (2018Α: 48% και 2017Β: 42%), καθώς και τις συγχρηματοδοτούμενες ή καλυπτόμενες με εγγυήσεις (ή άλλα συναφή ευεργετήματα) από δημόσιους φορείς τραπεζικές πιστώσεις (2018Α: 48% και 2017Β: 46%)

Ακολουθούν τα τραπεζικά προϊόντα των πιστωτικών ορίων ή υπεραναλήψεων (2018Α: 31% και 2017Β: 35%), οι υπηρεσίες χρηματοδοτικής μίσθωσης (2018Α: 25% και 2017Β: 29%), το μετοχικό κεφάλαιο (2018Α: 19% και 2017Β: 23%) και τα μη διανεμόμενα κέρδη (2018Α: 16% και 2017Β: 14%). Μεταξύ των πηγών χρηματοδότησης που αναφέρονται ως λιγότερο σχετιζόμενες με τη δραστηριότητα των μικρομεσαίων επιχειρήσεων είναι η «έκδοση χρεογράφων» και με τα ίδια ποσοστά τα λοιπά δάνεια (2018Α: 12% και 2017Β: 13%), η πρακτορεία απαιτήσεων (2018Α: 10% και 2017Β: 8%) και οι λοιπές πηγές (2018Α: 1% και 2017Β: 3%). Ταυτόχρονα, όσον αφορά τα τραπεζικά δάνεια, σε υψηλά επίπεδα παρέμεινε το ποσοστό -επί του συνόλου- των μικρομεσαίων επιχειρήσεων στο ελληνικό δείγμα που ανέφεραν ότι αυτή η πηγή χρηματοδότησης δεν τις αφορά (2018Α: 51% και 2017Β: 57%, έναντι 2017Α: 44%).

Μεταξύ των κυριότερων λόγων γι’ αυτό, οι επιχειρήσεις ανέφεραν ότι δεν χρειάζονται χρηματοδότηση αυτού του είδους (2018Α: 50% και 2017Β: 45%, έναντι 2017Α: 39%), καθώς επίσης και ότι τα επιτόκια βρίσκονται σε υπερβολικά υψηλά επίπεδα (2018Α: 23% και 2017Β: 21%, έναντι 2017Α: 30%) και ότι δεν διατίθενται τραπεζικά δάνεια (2018Α: 13% και 2017Β: 19%, αμετάβλητο έναντι της περιόδου 2017Α).

Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις στην Ελλάδα συνέχισαν να αναφέρουν καθαρό ποσοστό αύξησης των αναγκών (δηλ. της ζήτησης) για τραπεζικά δάνεια τακτής λήξης (2018Α: 19% και 2017Β: 23%, έναντι 2017Α: 19%), καθώς επίσης για πιστωτικά όρια ή υπεραναλήψεις (2018Α: 22% και 2017Β: 28%, έναντι 2017Α: 23%). Σημειώνεται ότι αυτά τα καθαρά ποσοστά έχουν μετριαστεί σημαντικά σε σύγκριση με το παρελθόν: το καθαρό ποσοστό όσον αφορά τα τραπεζικά δάνεια και τα πιστωτικά όρια ή τις υπεραναλήψεις ήταν 51% κατά την περίοδο Απριλίου-Σεπτεμβρίου 2012. Θετικό παρέμεινε και το καθαρό ποσοστό των επιχειρήσεων που αποκρίνονται ότι αυξάνονται οι ανάγκες τους για άλλες εξωτερικές πηγές χρηματοδότησης, όπως η χρηματοδοτική μίσθωση (2018Α και 2017Β αμετάβλητο: 15%, έναντι 2017Α: 16%) και οι εμπορικές πιστώσεις (2018Α: 24% και 2017Β: 30%, έναντι 2017Α: 26%).

Κατεύθυνση πόρων

Όσον αφορά το σκοπό για τον οποίο χρησιμοποίησαν τη χρηματοδότηση που έλαβαν, μεγαλύτερο ήταν το ποσοστό του δείγματος που συνέχισε να αναφέρει ως συχνότερη χρήση τη δημιουργία αποθεμάτων και άλλων κεφαλαίων κίνησης (2018Α: 42% και 2017Β: 44%, έναντι 2017Α: 45%). Επιπρόσθετα, οι δύο τελευταίες επαναλήψεις της έρευνας κατέγραψαν υψηλά ποσοστά για τις επιχειρήσεις που έκαναν χρήση χρηματοδοτικών κεφαλαίων προκειμένου να αναπτύξουν και να διαθέσουν νέα προϊόντα ή υπηρεσίες (2018Α: 36% και 2017Β: 39%, έναντι 2017Α: 21%), καθώς επίσης για αναχρηματοδότηση ή εξόφληση υποχρεώσεων (2018Α: 33% και 2017Β: 35%, έναντι 2017Α: 30%) και για επενδύσεις πάγιου κεφαλαίου (2018Α: 32% και 2017Β: 34%, έναντι 2017Α: 27%).

Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις στην Ελλάδα ανέφεραν για πρώτη φορά ότι η διαθεσιμότητα (δηλαδή η προσφορά) τραπεζικών δανείων βελτιώθηκε σε καθαρή βάση στην πιο πρόσφατη επανάληψη της έρευνας (2018Α: 4% και 2017Β: -3%, αμετάβλητο έναντι της περιόδου 2017Α). Ομοίως, ενισχυόμενο καθαρό ποσοστό αύξησης στις δύο τελευταίες περιόδους της έρευνας ανέφεραν οι επιχειρήσεις για τη διαθεσιμότητα πιστωτικών ορίων ή υπεραναλήψεων (2018Α: 20% και 2017Β: 2%, έναντι 2017Α: -2% και επαναλαμβανόμενων αρνητικών καθαρών ποσοστών σε όλα τα προηγούμενα κύματα της έρευνας από το έτος 2009).

Επιπρόσθετα, για τρίτη συνεχή επανάληψη, οι επιχειρήσεις στην Ελλάδα αναφέρουν, σε καθαρή βάση, βελτίωση της διαθεσιμότητας όσον αφορά τις εμπορικές πιστώσεις (2018Α: 10% και 2017Β: 3%, έναντι 2017Α: 4%, αλλά αρνητικών καθαρών ποσοστών σε όλα τα προηγούμενα κύματα της έρευνας από το έτος 2009) και τις υπηρεσίες χρηματοδοτικής μίσθωσης (2018Α: 7% και 2017Β: 6%, έναντι 2017Α: 9%, αλλά αρνητικών καθαρών ποσοστών μεταξύ Οκτωβρίου 2014 και Μαρτίου 2017).

Η γενικότερη βελτίωση στη διαθεσιμότητα εξωτερικής χρηματοδότησης αντανακλάται και στην ταυτόχρονα διαφαινόμενη τάση αποκλιμάκωσης του συνολικού δείκτη κενού εξωτερικής χρηματοδότησης (2018Α: 5% και 2017Β: 14%, έναντι 2017Α: 11%). Σχετικά με τους παράγοντες από τους οποίους εξαρτάται η διαθεσιμότητα εξωτερικής χρηματοδότησης, για τρίτη διαδοχικά επανάληψη της έρευνας καταγράφεται θετικό καθαρό ποσοστό επιχειρήσεων που υποδηλώνει τον ολοένα περισσότερο υποστηρικτικό ρόλο της προθυμίας των τραπεζών να παράσχουν πίστωση (2018Α: 11% και 2017Β: 3%, έναντι 2017Α: 2% και αρνητικών καθαρών ποσοστών καθ’ όλο το διάστημα Απριλίου 2009-Μαρτίου 2017).

Παράγοντες φερεγγυότητας

Επίσης θετική, σε καθαρή βάση, παρέμεινε η επίδραση δύο εκ των τριών παραγόντων που σχετίζονται με τη φερεγγυότητα της επιχείρησης, δηλαδή του πιστωτικού ιστορικού της επιχείρησης (2018Α: 17% και 2017Β: 12%, έναντι 2017Α: 8% - το καθαρό αυτό ποσοστό είχε λάβει αρνητικές τιμές καθ’ όλη την περίοδο Απριλίου 2009-Σεπτεμβρίου 2015) και των εν γένει προοπτικών της επιχειρηματικής δραστηριότητας (2018Α: 15% και 2017Β: 2%, έναντι 2017Α: 6%, αλλά αρνητικών καθαρών ποσοστών το διάστημα Απριλίου 2009-Μαρτίου 2017). Αμετάβλητη παρέμεινε στην τελευταία επανάληψη της έρευνας η επίδραση των ιδίων κεφαλαίων της επιχείρησης (έναντι 2017Β: -9% και 2017Α: -5%).

Αντίθετα, μολονότι ολοένα ασθενέστερο, αρνητικό παρέμεινε το καθαρό ποσοστό της επίδρασης των γενικότερων προοπτικών της οικονομίας (2018Α: -11% και 2017Β: -27%, έναντι 2017Α: -32%).

Χαμηλό ποσοστό αιτήσεων

Το ποσοστό -επί του συνόλου- των επιχειρήσεων που υπέβαλαν αίτηση για τραπεζικό δάνειο διατηρήθηκε σε χαμηλά επίπεδα (2018Α: 22% και 2017Β: 18%, έναντι 2017Α: 22%). Όμως μειώθηκε ο αριθμός των επιχειρήσεων που δεν υπέβαλαν αίτηση φοβούμενες ότι αυτή θα απορριφθεί (2018Α: 16% και 2017Β: 20%, έναντι 2017Α: 22%), ενώ ενισχύθηκε το ποσοστό των επιχειρήσεων που δεν υπέβαλαν αίτηση λόγω επάρκειας εσωτερικών πόρων (2018Α: 34% και 2017Β: 31%, έναντι 2017Α: 27%).

Σημειώνεται ότι το ποσοστό των επιχειρήσεων που δεν υπέβαλαν αίτηση φοβούμενες ότι θα απορριφθεί έχει μετριαστεί σημαντικά σε σύγκριση με το πρόσφατο παρελθόν - ήταν 37% την περίοδο Απριλίου-Σεπτεμβρίου 2015. Αντίθετα, ιδιαίτερα ενισχυμένο είναι το ποσοστό των επιχειρήσεων που δεν υπέβαλαν αίτηση λόγω επάρκειας εσωτερικών πόρων - ενδεικτικά την περίοδο Οκτωβρίου 2010-Μαρτίου 2011 είχε καταγραφεί ποσοστό 14%.

Ταυτόχρονα, οι επιχειρήσεις στην Ελλάδα συνέχισαν να καταγράφουν υψηλά επίπεδα, συγκριτικά με τη ζώνη του ευρώ (2018Α: 5%), στα ποσοστά απόρριψης (2018Α: 15% και 2017Β: 16%, αμετάβλητο έναντι της περιόδου 2017Α) των αιτημάτων τους για λήψη δανείου από τις τράπεζες.

Παρά ταύτα, στις εξεταζόμενες περιόδους ο συνολικός δείκτης εμποδίων για τη λήψη τραπεζικού δανείου παρουσιάζει τάση αποκλιμάκωσης (2018Α: 22% και 2017Β: 25%, έναντι 2017Α: 29%), αντίστοιχα με την προαναφερθείσα εξέλιξη του συνολικού δείκτη κενού εξωτερικής χρηματοδότησης. Η τάση αυτή φαίνεται να ξεκίνησε στις αρχές του 2015.