Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην επικαιροποιημένη έκθεση που υιοθέτησε σήμερα εισηγείται στο Εurogroup, που θα συνεδριάσει την Παρασκευή το πρωί στο Βουκουρέστι, την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης της ενισχυμένης μεταμνημονιακής εποπτείας και την εκταμίευση στην Ελλάδα των 974 εκατομμυρίων ευρώ από τα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους.
Βρυξέλλες
Του Νίκου Μπέλλου
[email protected]
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην επικαιροποιημένη έκθεση που υιοθέτησε σήμερα εισηγείται στο Εurogroup, που θα συνεδριάσει την Παρασκευή το πρωί στο Βουκουρέστι, την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης της ενισχυμένης μεταμνημονιακής εποπτείας και την εκταμίευση στην Ελλάδα των 974 εκατομμυρίων ευρώ από τα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους.
Σύμφωνα με την έκθεση η Ελλάδα προέβη στις απαραίτητες ενέργειες που τις είχαν ζητηθεί στις 27 Φεβρουαρίου 2019 σε σχέση με τις εξής εκκρεμότητες:
Αναφορικά με τα επόμενα βήματα, το EWG (τεχνοκράτες των χωρών της ευρωζώνης) αναμένεται εξετάσει, προφανώς μέσω τηλεδιάσκεψης, την έκθεση της Κομισιόν, ενώ θα υποβάλει μέσα στις επόμενες ώρες την θετική εισήγηση στο Εurogroup προκειμένου οι υπουργοί να προχωρήσουν στη λήψη των αποφάσεων για την ολοκλήρωση της αξιολόγησης δίνοντας ταυτόχρονα στον ΕSM το «πράσινο φως» για την εκταμίευση των 974 εκατομμυρίων ευρώ στην Ελλάδα.
Η Κομισιόν υπογραμμίζει πάντως ότι οι εξελίξεις σε ορισμένους τομείς εγείρουν ανησυχίες σχετικά με τον προσανατολισμό και την υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων μεσοπρόθεσμα. «Οι ανησυχίες αυτές δικαιολογούν την πλήρη προσοχή των αρχών και αφορούν α) το επίπεδο φιλοδοξίας για την αντιμετώπιση των διαρθρωτικών δημοσιονομικών προκλήσεων και την αποφυγή της δημιουργίας νέων δημοσιονομικών κινδύνων που θα μπορούσαν να προκύψουν από τις αποφάσεις του Δικαστηρίου, τις προσλήψεις στον δημόσιο τομέα και τις πιθανές αλλαγές των ρυθμίσεων εξόφλησης σε δόσεις φορολογικών οφειλών και οφειλών κοινωνικής ασφάλισης· β) τον ρυθμό της προόδου και τον βαθμό προτεραιότητας που αποδίδεται στα μέτρα που απαιτούνται για την αποκατάσταση της ευρωστίας και της ανθεκτικότητας του τραπεζικού τομέα, και ιδίως όσον αφορά την ποιότητα των στοιχείων ενεργητικού. και γ) τη δέσμευση για διαφύλαξη της μισθολογικής ανταγωνιστικότητας μεσοπρόθεσμα και για δημιουργία ενός περιβάλλοντος που θα είναι πραγματικά φιλικό προς τις επιχειρήσεις και τις επενδύσεις».