Δύο κύριους άξονες δράσης για την επιτάχυνση της εγκατάστασης προηγμένων ευρυζωνικών επικοινωνιών στην Ευρώπη προτείνει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή:
- Eνίσχυση των εθνικών ευρυζωνικών στρατηγικών, οι οποίες θα πρέπει να θέσουν σαφείς στόχους που να αντιστοιχούν σε περιφερειακές ανάγκες, συμπεριλαμβανομένης στρατηγικής προσέγγισης για την αξιοποίηση της κοινοτικής και της εθνικής χρηματοδότησης στις λιγότερο ανεπτυγμένες ή τις αγροτικές περιοχές
- Aναβάθμιση της ανταλλαγής περιπτώσεων βέλτιστης πρακτικής, ιδίως με τη δημιουργία δικτυακού τόπου που θα λειτουργεί ως ενιαίο σημείο συνάντησης για τις τοπικές αρχές και τους συντελεστές του κλάδου, με σκοπό την ανταλλαγή πληροφοριών και την συλλογή εμπειριών.
Εξάλλου, η Επιτροπή θα διοργανώσει στις αρχές του 2007 μεγάλη διάσκεψη με θέμα «ευρυζωνική πρόσβαση για όλους» ώστε να προβληθούν στις κοινότητες της υπαίθρου τα οφέλη από τις ευρυζωνικές υπηρεσίες.
Η Επιτροπή, όπως επισημαίνει σε ανακοίνωση της, θεωρεί ότι η ευρυζωνική κάλυψη στην Ευρώπη έχει καθοριστική σημασία για την ενίσχυση της οικονομικής ανάπτυξης και της απασχόλησης στην Ευρώπη. Για το λόγο αυτό πρέπει να ενεργοποιηθούν - με πλήρη τήρηση των κανόνων περί κρατικών ενισχύσεων - η κοινοτική νομοθεσία για τις τηλεπικοινωνίες, οι μηχανισμοί άσκησης διαρθρωτικής και αγροτικής πολιτικής σε κοινή προσπάθεια ώστε όλοι οι Ευρωπαίοι να αποκτήσουν υψηλής ταχύτητας «ευρυζωνική» πρόσβαση στο Ίντερνετ, ιδίως στις λιγότερο ανεπτυγμένες περιοχές της ΕΕ.
Αυτό είναι το συμπέρασμα της ανακοίνωσης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής με τίτλο «Το γεφύρωμα του ευρυζωνικού φάσματος», την οποία παρουσίασαν σήμερα από κοινού οι ευρωπαίες Επίτροποι αρμόδιες για την Κοινωνία της πληροφορίας και τα μέσα επικοινωνίας, τον Ανταγωνισμό, την Περιφερειακή πολιτική και την Γεωργία και αγροτική ανάπτυξη.
Η ταχεία πρόοδος που σημειώθηκε κατά την τελευταία τριετία στη διάδοση των ευρυζωνικών συνδέσεων σε ολόκληρη την Ευρώπη μπορεί σε μεγάλο βαθμό να αποδοθεί στο συνδυασμό των ανταγωνιζόμενων υποδομών και της αποτελεσματικής κανονιστικής ρύθμισης στις τηλεπικοινωνίες. Ο βαθμός διείσδυσης των ευρυζωνικών επικοινωνιών στο τέλος του 2005 εκτιμάται σε ποσοστό 13% του πληθυσμού ή περίπου 25% των νοικοκυριών, φτάνοντας σχεδόν τα 60 εκατ. γραμμές σε ολόκληρη την ΕΕ. Παρά την ταχεία ανάπτυξη, οι ευρυζωνικές συνδέσεις δεν έχουν ακόμα φτάσει σε μερικές από τις λιγότερο ανεπτυγμένες περιοχές της Κοινότητας, εξαιτίας της χαμηλής και αβέβαιης απόδοσης των επενδύσεων. Το 2005 ευρυζωνική σύνδεση διέθετε περίπου το 60% των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών στις απομακρυσμένες και αγροτικές περιοχές της ΕΕ των 15, σε αντίθεση προς ποσοστό 90% στις αστικές περιοχές• το χάσμα όμως είναι ακόμα βαθύτερο στα νέα κράτη μέλη. Επιπλέον, οι ταχύτητες των ευρυζωνικών συνδέσεων συχνά είναι επίσης χαμηλότερες στην ύπαιθρο, γεγονός που δυσχεραίνει τη μεταφορά μεγάλων όγκων δεδομένων που απαιτούνται για το ηλεκτρονικό επιχειρείν την ηλε-διακυβέρνηση, την ηλ- υγεία και τις εφαρμογές πολυμεσικού περιεχομένου. Ο μέσος όρος των ευρυζωνικών ταχυτήτων στην ύπαιθρο είναι κάτω από 512 kbps, ενώ αυξάνεται στα αστικά κέντρα, όπου συχνά υπερβαίνει το 1 MBps, παρέχοντας τη δυνατότητα χρήσης πλήθους διαφορετικών υπηρεσιών.
Με τους κοινοτικούς κανόνες για τις τηλεπικοινωνίες ανοίγουν περιφερειακές και τοπικές αγορές για τους οικονομικά αποδοτικότερους προμηθευτές ευρυζωνικών συνδέσεων. Ωστόσο, η ασθενής ζήτηση έξω από τα μητροπολιτικά κέντρα της ΕΕ, που οφείλεται στον περιορισμένο πληθυσμό και τις αποστάσεις, συνεπάγεται χαμηλότερη απόδοση των επενδύσεων και μπορεί να αποθαρρύνει τους εμπορικούς προμηθευτές. Κατά συνέπεια, απαιτούνται εταιρικές συνεργασίες δημοσίου/ιδιωτών για την συγκρότηση του μείγματος ευρυζωνικής τεχνολογίας που αντιστοιχεί βέλτιστα στις τοπικές ανάγκες και που καθιστά οικονομικά προσιτά τα οφέλη. Τα κοινοτικά ταμεία διαρθρωτικών πόρων και αγροτικής ανάπτυξης μπορούν να συνδράμουν τις τοπικές αρχές στη δημιουργία τοπικών υπηρεσιών γύρω από ευρυζωνικές συνδέσεις, ενώ με την πολιτική κρατικών ενισχύσεων θα εξασφαλίζεται ότι η δημόσια στήριξη που προέρχεται από εθνικούς πόρους δεν στρεβλώνει τον ανταγωνισμό. Το περασμένο έτος, η Επιτροπή ενέκρινε σειρά από ευρυζωνικά έργα, αφού διαπίστωσε σε διάφορες περιπτώσεις ότι οι ενισχύσεις ήταν συμβατές με τους κανόνες περί κρατικών ενισχύσεων (ΗΒ, Ισπανία, Αυστρία, Ιρλανδία) ή ότι δεν προβλεπόταν κρατική ενίσχυση (δύο αποφάσεις που αφορούσαν τη Γαλλία).
«Η ευρυζωνική σύνδεση στο Ίντερνετ είναι προϋπόθεση για το ηλεκτρονικό επιχειρείν, όπως και για την ανάπτυξη και την απασχόληση σε ολους τους κλάδους της οικονομίας. Ο ανταγωνισμός και οι ανοιχτές αγορές αποτελούν με βεβαιότητα την καλύτερη κινητήρια δύναμη για τις ευρυζωνικές επικοινωνίες στην ΕΕ», είπε η κυρία Viviane Reding, Επίτροπος αρμόδια για την Κοινωνία της πληροφορίας και τα μέσα επικοινωνίας.
«Οι ευρυζωνικές συνδέσεις δεν πρέπει, ωστόσο, να περιορίζονται στις μεγάλες πόλεις. Εάν η ΕΕ και τα 25 κράτη μέλη της αξιοποιήσουν έξυπνα όλους τους μηχανισμούς άσκησης πολιτικής που διαθέτουν, η ευρυζωνική σύνδεση για όλους τους Ευρωπαίους δεν θα είναι ανέφικτη έως το 2010. Τώρα όμως είναι η ώρα για την ανάληψη δράσης», πρόσθεσε.
Η αρμόδια για τον Ανταγωνισμό Επίτροπος, κυρία Neelie Kroes υπογράμμισε τη σημασία των κοινοτικών κανόνων περί κρατικών ενισχύσεων εν προκειμένω: «Η εγκατάσταση ευρυζωνικών συνδέσεων ενδέχεται να παρεμποδιστεί από ελλείψεις στην αγορά, σε αγροτικές και απομακρυσμένες περιοχές. Στις περιπτώσεις αυτές είναι επομένως πιθανό να ενδείκνυνται καλά στοχευμένες κρατικές ενισχύσεις, υπό μορφή εταιρικής συνεργασίας δημοσίου-ιδιωτών για να υποστηριχθεί η κατασκευή ανοιχτών δικτύων. Πρέπει όμως να εξασφαλίζουμε ότι οι κρατικές ενισχύσεις δεν αποδιώχνουν την ιδιωτική πρωτοβουλία, ούτε στρεβλώνουν τον ανταγωνισμό σε βαθμό που αντίκειται στο κοινό συμφέρον».
«Όπου παρατηρείται γνήσια αποτυχία της αγοράς, τα διαρθρωτικα ταμεία της ΕΕ αναλαμβάνουν ζωτικό ρόλο για την τόνωση των επενδύσεων σε ευρυζωνική υποδομή και σε υπηρεσίες, για την ώθηση της ανταγωνιστικότητας και της καινοτομίας, παρέχοντας σε όλες τις περιφέρειες της Ευρώπης τη δυνατότητα πλήρους συμμετοχής στην οικονομία της γνώσης», προσέθεσε η Επίτροπος κυρία Danuta Hübner, αρμόδια για την Περιφερειακή πολιτική .
Η κυρία Mariann Fischer Boel, Επίτροπος αρμόδια για τη Γεωργία και την αγροτική ανάπτυξη, υπογράμμισε: «Χάρη στη νέα μας πολιτική για την αγροτική ανάπτυξη, τα χρήματα κατευθύνονται πλέον περισσότερο στη δημιουργία νέων επιχειρηματικών ευκαιριών στην ύπαιθρο. Παρατηρείται ιδιαίτερα ισχυρή συγκέντρωση στα ευρυζωνικά δίκτυα και στις τεχνολογίες πληροφοριών και επικοινωνιών, όπου ήδη χρηματοδοτούμε έργα στο πλαίσιο της πρωτοβουλίας LEADER – από τη βόρεια Σκωτία, έως τη νότια Ισπανία. Θέλουμε πλέον να τα εντάξουμε στον κορμό των προγραμμάτων μας για την αγροτική ανάπτυξη. Στο χρονικό διάστημα 2007-2013, το Ταμείο αγροτικής ανάπτυξης θα έχει στη διάθεσή του 70 δισ. €, στα οποία θα προστεθεί και η εθνική χρηματοδότηση. Συνιστώ θερμά στα κράτη μέλη να αξιοποιήσουν το δυναμικό της ευρυζωνικής τεχνολογίας στο πλαίσιο των εθνικών τους στρατηγικών για την αγροτική ανάπτυξη».