Πρόταση για αύξηση των βιομηχανικών τιμολογίων κατά 10% ενέκρινε, σύμφωνα με πληροφορίες, το διοικητικό συμβούλιο της ΔΕΗ κατά την προχθεσινή συνεδρίασή του.Η πρόταση αυτή εντάσσεται στις διαπραγματεύσεις στις οποίες θα καλέσει τις εγχώριες βιομηχανίες τις αμέσως επόμενες εβδομάδες η Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού για τη σύναψη νέων συμβάσεων, καθώς τον προηγούμενο μήνα ολοκληρώθηκε η ετήσια παράταση ισχύος των τιμολογίων που έληγαν τον Φεβρουάριο του 2018.
Από την έντυπη έκδοση
Του Κώστα Δεληγιάννη
[email protected]
Πρόταση για αύξηση των βιομηχανικών τιμολογίων κατά 10% ενέκρινε, σύμφωνα με πληροφορίες, το διοικητικό συμβούλιο της ΔΕΗ κατά την προχθεσινή συνεδρίασή του. Η πρόταση αυτή εντάσσεται στις διαπραγματεύσεις στις οποίες θα καλέσει τις εγχώριες βιομηχανίες τις αμέσως επόμενες εβδομάδες η Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού για τη σύναψη νέων συμβάσεων, καθώς τον προηγούμενο μήνα ολοκληρώθηκε η ετήσια παράταση ισχύος των τιμολογίων που έληγαν τον Φεβρουάριο του 2018.
Σύμφωνα με τη ΔΕΗ, η εξέλιξη αυτή οφείλεται στη μεγάλη αύξηση του κόστους ηλεκτρικής ενέργειας λόγω παραγόντων που δεν ελέγχει η ίδια και ειδικότερα την άνοδο κατά 30% της Οριακής Τιμής Συστήματος (δηλαδή του κόστους της ηλεκτρικής ενέργειας στη χονδρεμπορική αγορά), αλλά και την εκτίναξη των δικαιωμάτων CO2. Αύξηση που η επιχείρηση δεν μπορεί να απορροφήσει στο ακέραιο.
Από την άλλη πλευρά, παρόλο που οι εκπρόσωποι των ελληνικών βιομηχανιών τηρούν προς το παρόν στάση αναμονής, επιφυλασσόμενοι να τοποθετηθούν όταν θα έχουν πλήρη γνώση των προτάσεων της ΔΕΗ, κύκλοι του κλάδου εκτιμούν ότι οι βιομηχανικοί καταναλωτές δεν θα είναι πρόθυμοι να συναινέσουν στην αύξηση.
Ο πρώτος λόγος, όπως αναφέρουν, είναι πως στις βιομηχανίες μετακυλίεται το κόστος των ρύπων, το οποίο δεν ενσωματώνεται στα τιμολόγια, όπως συμβαίνει σε άλλες κατηγορίες καταναλωτών. Έτσι, λόγω του ανοδικού ράλι των δικαιωμάτων CO2, το κόστος τροφοδοσίας των πελατών υψηλής τάσης επιβαρύνθηκε κατά περίπου 20% το 2018.
Παράλληλα, όπως συμπληρώνουν οι ίδιοι κύκλοι, η αντιπαραβολή των βιομηχανικών χρεώσεων με την Οριακή Τιμή Συστήματος έναντι των τιμών των βιομηχανικών τιμολογίων είναι αυθαίρετη. Κι αυτό γιατί η συνολική καμπύλη φορτίου του συστήματος, η οποία αντανακλάται στην Οριακή Τιμή Συστήματος, δεν ταυτίζεται με την καμπύλη φορτίου κάθε κατηγορίας κατανάλωσης. Σε κάθε περίπτωση, το τελευταίο χρονικό διάστημα έχει διαμορφωθεί βαρύ κλίμα στις σχέσεις των δυο πλευρών, με πιο πρόσφατο παράδειγμα την αντίδραση των βιομηχανικών καταναλωτών στα τιμολόγια Ιανουαρίου, όπου η χρέωση τoυ CO2 έφτασε τα 17 ευρώ ανά MWh (μεγαβατώρα).
Μάλιστα, σύμφωνα με πληροφορίες, η ΕΒΙΚΕΝ έχει αποστείλει για το θέμα δύο επιστολές στη Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας (ΡΑΕ), ζητώντας διαφάνεια στον τρόπο υπολογισμού της συγκεκριμένης χρέωσης.
Επίσης, δύο εγχώριες βιομηχανίες έχουν προχωρήσει σε καταγγελία στη ΡΑΕ κατά της ΔΕΗ, για διακριτική μεταχείριση υπέρ ορισμένων καταναλωτών ηλεκτρικής ενέργειας. Αιτία η πρόσφατη σύναψη νέας σύμβασης ανάμεσα στη ΔΕΗ και τη ΛΑΡΚΟ, στο πλαίσιο της οποίας -μεταξύ άλλων- διατηρείται σταθερή η χρέωση προμήθειας του ηλεκτρικού ρεύματος.
Η έκπτωση συνέπειας
Όπως έγραψε χθες η «Ν», κατά την προχθεσινή συνεδρίαση, το Δ.Σ. της ΔΕΗ αποφάσισε επίσης τη μείωση στο 10%, από 15%, της έκπτωσης συνέπειας. Στη μείωση της έκπτωσης αναφέρθηκε χθες, σε συνέντευξή του σε τηλεοπτικό σταθμό, ο υπουργός Ενέργειας Γιώργος Σταθάκης, σημειώνοντας ότι αποτελεί 100% απόφαση της επιχείρησης, καθώς εκείνη ρυθμίζει την εκπτωτική της πολιτική. Όπως πρόσθεσε, την κυβέρνηση την αφορά η τιμή του ρεύματος, η οποία δεν πρόκειται να αυξηθεί.