Όταν η κυβέρνηση Τραμπ αποφάσιζε τις πιο «γενναίες» φοροελαφρύνσεις στη σύγχρονη αμερικανική ιστορία, υπολόγιζε ότι οι αμερικανικές εταιρείες θα ρίξουν αντίστοιχο χρήμα στην πραγματική οικονομία μέσω επενδύσεων. Οι ελαφρύνσεις έδωσαν πράγματι ώθηση στην ανάπτυξη και την απασχόληση, αλλά όχι την προσδοκώμενη. Και τούτο γιατί οι επιχειρήσεις επέλεξαν να επιστρέψουν στους μετόχους πέρυσι 1,25 τρισ. δολάρια- το υψηλότερο ποσό, που έχει καταγραφεί ποτέ. Συνολικά από το 2009 έχουν δοθεί σε επαναγορές μετοχών και μερίσματα 8 τρισ. δολάρια- ποσό πέντε φορές υψηλότερο από το ΑΕΠ της Ρωσίας και σχεδόν ίσο με την αξία όλου του εξορυγμένου χρυσού στον πλανήτη.
Της Νατάσας Στασινού
[email protected]
Όταν η κυβέρνηση Τραμπ αποφάσιζε τις πιο «γενναίες» φοροελαφρύνσεις στη σύγχρονη αμερικανική ιστορία, υπολόγιζε ότι οι αμερικανικές εταιρείες θα ρίξουν αντίστοιχο χρήμα στην πραγματική οικονομία μέσω επενδύσεων. Οι ελαφρύνσεις έδωσαν πράγματι ώθηση στην ανάπτυξη και την απασχόληση, αλλά όχι την προσδοκώμενη. Και τούτο γιατί οι επιχειρήσεις επέλεξαν να επιστρέψουν στους μετόχους πέρυσι 1,25 τρισ. δολάρια- το υψηλότερο ποσό, που έχει καταγραφεί ποτέ. Συνολικά από το 2009 έχουν δοθεί σε επαναγορές μετοχών και μερίσματα 8 τρισ. δολάρια- ποσό πέντε φορές υψηλότερο από το ΑΕΠ της Ρωσίας και σχεδόν ίσο με την αξία όλου του εξορυγμένου χρυσού στον πλανήτη.
Η τάση αυτή είχε αρχίσει βεβαίως πολύ νωρίτερα, μετά την χρηματοπιστωτική κρίση του 2008, καθώς οι εταιρείες φοβούνταν τα μεγάλα ανοίγματα, έβαζαν στον πάγο σχέδια για εξαγορές ή κεφαλαιουχικές επενδύσεις και πιέζονταν να επιστρέφουν μέρος των κερδών τους. Ωστόσο αντί να εξασθενήσει όπως υπολόγιζαν οι ειδικοί εντάθηκε την τελευταία διετία.
Σύμφωνα με στοιχεία της S&P Dow Jones Indices, που δημοσιεύουν οι Financial Times, οι αμερικανικές επιχειρήσεις διέθεσαν πέρυσι 797,9 δισ. δολάρια για επαναγορά ιδίων μετοχών, ενώ κατέβαλαν επιπλέον 456,3 δισ. δολάρια σε μερίσματα. Οι συνολικές απολαβές για τους μετόχους αυξήθηκαν έτσι κατά 33% και για αυτό θα πρέπει να ευχαριστούν μάλλον τον Αμερικανό πρόεδρο και το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα, που ψήφισε τη μείωση του φορολογικού συντελεστή για τα εταιρικά κέρδη στο 21% από 35%. Σε απόλυτους όρους η μείωση ήταν ακόμη πιο εντυπωσιακή και από εκείνη της περιόδου του Ρόναλντ Ρέιγκαν, όταν ο εταιρικός φορολογικός συντελεστής έπεσε από το 46% στο 34%.
Σημειώνεται ότι από το 2009- πρώτη χρονιά μετά την παγκόσμια πιστωτική ασφυξία, που πυροδότησε η κατάρρευση της Lehman Brothers- έως και τα τέλη της περασμένης χρονιάς οι επιχειρήσεις των ΗΠΑ έχουν επιστρέψει περί τα 8 τρισ. δολάρια στους μετόχους με αγορές ιδίων μετοχών και μερίσματα. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρουν οι FT το ποσό αυτό σε τρέχουσες τιμές θα ήταν αρκετό να αγοράσει όλες τις κορυφαίες εισηγμένες της Γερμανίας, Βρετανίας, Γαλλίας, Ιταλίας, Ισπανίας και Σουηδίας. Είναι περίπου πέντε φορές υψηλότερο από το ΑΕΠ της Ρωσίας και σχεδόν ίσο με την αξία όλου του εξορυγμένου χρυσού στον πλανήτη, σύμφωνα με το Παγκόσμιο Συμβούλιο Χρυσού.
Είναι λοιπόν λογικό τα στοιχεία αυτά να πυροδοτούν έντονες αντιδράσεις στον πολιτικό κόσμο. Οι Γερουσιαστές Τσακ Σάμερ και Μπέρνι Σάντερς των Δημοκρατικών έχουν προτείνει την υιοθέτηση νομοθεσίας, η οποία θα απαγορεύει τις επαναγορές μετοχών, εάν οι εταιερίες δεν καταβάλλουν ωρομίσθιο ύψους τουλάχιστον 15 δολαρίων στους εργαζομένους τους. Ο Ρεπουμπλικάνος, Μαρκ Ρούμπιο, από την πλευρά του έχει ταχθεί υπέρ των αλλαγών στην φορολογία, ώστε να καταργηθούν τα οφέλη από επαναγορές και μερίσματα.
Αξίζει να θυμίσουμε ότι σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα του Bloomberg oι 23 μεγαλύτεροι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί των ΗΠΑ, που συμμετέχουν και στα ετήσια stress test της Federal Reserve, γλίτωσαν πέρυσι 21 δισ. δολάρια από τον φορολογικό τους λογαριασμό τους, καθώς ο κλάδος επωφελήθηκε περισσότερο από πολλούς άλλους από την φορολογική μεταρρύθμιση της κυβέρνησης.
Κατά μέσο όρο είδαν τον πραγματικό συντελεστή φορολόγησης να μειώνεται στο 19% από 28%. Τι έκαναν ύστερα από αυτό το κέρδος; Αύξησαν το ποσό που διέθεσαν σε επαναγορές μετοχών και μερίσματα κατά 23%, κατήργησαν σχεδόν 4.300 θέσεις εργασίας, ενώ ορισμένες εξ αυτών έχουν ανακοινώσει ότι σχεδιάζουν πρόσθετες περικοπές. Αν και αύξησαν τις συνολικές χορηγήσεις δανείων, ο ρυθμός της αύξησης ήταν αισθητά βραδύτερος, στο 2,3%, από 3,6% την προηγούμενη χρονιά.
Τεράστια ποσά έχουν επιστρέψει στους μετόχους και οι τεχνολογικοί κολοσσοί της Σίλικον Βάλει, οι οποίοι άλλωστε παραδοσιακά κρατούν μεγάλες ποσότητες ρευστού στο εξωτερικό.
naftemporiki.gr