Από την έκδοση ενός 15ετούς ομολόγου έστω και για ένα μικρό ποσό μέχρι τη νέα προσφυγή στις αγορές ακόμη και μέσα στον Απρίλιο, ώστε να επιτευχθεί ο ετήσιος στόχος της άντλησης 7 δισ. ευρώ πριν από τις ευρωεκλογές, συμπεριλαμβάνει ο σχεδιασμός του ΟΔΔΗΧ.
Από την έντυπη έκδοση
Του Θάνου Τσίρου
[email protected]
Το περιθώριο στον Οργανισμό Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους να επιλέξει τον χρόνο της επόμενης έκδοσης ομολόγου από θέση ισχύος δίνει η επιτυχής έκδοση του ελληνικού 10ετούς ομολόγου.
Αυτό συνιστά ένα επιπλέον κέρδος, το οποίο έρχεται να προστεθεί στην καλή «σύνθεση» των αγοραστών του 10ετούς αλλά και στο μεγάλο ποσοστό υπερκάλυψης της έκδοσης κατά περίπου πέντε φορές.
Σχέδια στον ΟΔΔΗΧ υπάρχουν: από την έκδοση ενός 15ετούς ομολόγου, έστω και για ένα μικρό ποσό, μέχρι τη νέα προσφυγή στις αγορές, ακόμη και μέσα στον Απρίλιο, ώστε να επιτευχθεί ο ετήσιος στόχος της άντλησης των 7 δισ. ευρώ πριν από τις ευρωεκλογές.
Κομβική ημερομηνία η 26η Απριλίου
Ως επόμενη «κομβική» ημερομηνία αντιμετωπίζεται τώρα η 26η Απριλίου, καθώς για τότε είναι προγραμματισμένη η δημοσιοποίηση της επόμενης έκθεσης από οίκο αξιολόγησης.
Η Standard and Poors θα παραλάβει τη σκυτάλη από τη Moody’s και είναι πλέον πολύ πιθανό να προχωρήσει σε μια ακόμη αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας. Και αυτό διότι εκτός από την επιτυχή έκδοση του 10ετούς ομολόγου, είναι πολύ πιθανό ότι θα έχει επιτευχθεί και η συμφωνία για την εκταμίευση των κερδών από τα ANFAs και τα SMPs.
Ακόμη και αν για κάποιο λόγο αυτό δεν καταστεί εφικτό στη συνεδρίαση της Καθαράς Δευτέρας, υπάρχει και η συνεδρίαση της 11ης Απριλίου προκειμένου να κλείσει οριστικά και η συγκεκριμένη εκκρεμότητα.
Περιορίστηκαν στο 11% οι κερδοσκόποι
Με δύο εκδόσεις και μάλιστα μέσα στο πρώτο δίμηνο της χρονιάς, ο ΟΔΔΗΧ κατάφερε να καλύψει τα δύο τρίτα του ετήσιου στόχου, χωρίς μάλιστα να χρειαστεί να καταφύγει στα hedge funds για να καλύψουν την έκδοση.
Τα αναλυτικά στοιχεία που δόθηκαν στη δημοσιότητα από τον Οργανισμό δείχνουν τη συμμετοχή των κερδοσκοπικών κεφαλαίων να περιορίζεται στο 11%. Αναλυτικά, η σύνθεση των αγοραστών του ελληνικού 10ετούς ομολόγου είναι η εξής:
Οι διαχειριστές κεφαλαίων (ουσιαστικά τα θεσμικά χαρτοφυλάκια) κάλυψαν το 68% της έκδοσης, ενώ ακολούθησαν οι τράπεζες με 14,5%. Ποσοστό 4% κάλυψαν τα συνταξιοδοτικά ταμεία, ενώ οι κεντρικές τράπεζες και οι επίσημοι φορείς περιορίστηκαν στο 2,5%.
Όλοι αυτοί οι αγοραστές (οι οποίοι δεν χαρακτηρίζονται από τις «γρήγορες» κερδοσκοπικές ενέργειες) συγκέντρωσαν το 89% της έκδοσης των 2,5 δισ. ευρώ, ποσοστό αντίστοιχο με αυτό που παρατηρήθηκε και στην έκδοση του 5ετούς ομολόγου κατά την 1η Φεβρουαρίου.
Η σύνθεση των αγοραστών ανά χώρα
Όσον αφορά τη σύνθεση ανά χώρα, ξεχωρίζει το Ηνωμένο Βασίλειο με ποσοστό 37,5%, η Ελλάδα με 12%, η Γερμανία και η Αυστρία με ποσοστό 9,5% και η Γαλλία επίσης με ποσοστό 9,5%. Από τις ΗΠΑ προήλθε μόλις το 8% της ζήτησης, Ιταλοί επενδυτές απέκτησαν το 6,5%, ενώ η πίτα συμπληρώνεται με τις σκανδιναβικές χώρες (6%), τις χώρες της Ιβηρικής Χερσονήσου με 5% και τις υπόλοιπες χώρες με ποσοστό 6%.
Ο ΟΔΔΗΧ βρίσκεται αυτή τη στιγμή στη θέση να εξυπηρετεί τις δανειακές ανάγκες της χώρας χωρίς ακόμη να έχει «αγγίξει» το μαξιλάρι ασφαλείας. Αυτό αποτελεί και ένα «μήνυμα» προς τις αγορές οι οποίες βλέπουν την περίοδο μέχρι την οποία είναι πλήρως διασφαλισμένες οι υποχρεώσεις του Ελληνικού Δημοσίου να μετατίθεται ολοένα και πιο πίσω στον χρόνο. Μάλιστα, είναι πλέον πολύ πιθανό -ειδικά αν επικρατήσουν οι κατάλληλες συνθήκες στην αγορά- να υπάρξει και υπέρβαση του ετήσιου στόχου του ΟΔΔΗΧ για άντληση 7 δισ. ευρώ από τις αγορές, αν και κάτι τέτοιο προϋποθέτει και συζήτηση με τους θεσμούς δεδομένου ότι έχει συμφωνηθεί να μην υπάρξει αύξηση του ελληνικού χρέους χωρίς να υπάρχει ουσιαστικός λόγος.
Το κάθε σενάριο από αυτά που εξετάζει ο ΟΔΔΗΧ έχει τα πλεονεκτήματά του:
1. Η έκδοση ενός 15ετούς ομολόγου θα έχει θετικό αντίκτυπο στην αγορά καθώς θα συμπληρώσει την γκάμα των επενδυτικών προϊόντων, ενώ θα στείλει μήνυμα στις αγορές ότι η χώρα μπορεί να δανειστεί και για περίοδο που υπερβαίνει την χρονιά-ορόσημο του 2032 (σ.σ.: βάσει της απόφασης του Eurogroup, το ελληνικό χρέος θεωρείται βιώσιμο μέχρι το 2032, ενώ μετά θα πρέπει να εξεταστεί αν θα χρειαστούν περαιτέρω μέτρα ελάφρυνσης. Ένα 15ετές ομόλογο μας… στέλνει στο μακρινό 2034).
2. Η ολοκλήρωση του ετήσιου στόχου από τον Απρίλιο με μια ακόμη έκδοση της τάξεως των 2 δισ. ευρώ (όποια και αν είναι η διάρκειά της) δίνει στον ΟΔΔΗΧ την ευχέρεια να προγραμματίζει για μέσα στο επόμενο 8μηνο του έτους εκδόσεις με συγκεκριμένο στόχο. Βασικότερος αυτών να αποπληρωθεί μέρος του ακριβού χρέους (σ.σ.: κυρίως αυτό του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου αλλά και της ΕΚΤ) χωρίς να συρρικνωθεί το «μαξιλάρι ασφαλείας». Το τελευταίο μπορεί να αποδειχθεί εξαιρετικά χρήσιμο τόσο για την «κάλυψη» των εκδόσεων της επόμενης χρονιάς (σ.σ.: οι αγορές αγοράζουν με μεγαλύτερη άνεση ελληνικούς τίτλους όσο αισθάνονται εξασφαλισμένες ότι υπάρχει μαξιλάρι) όσο και για τη χρηματοδότηση έκτακτων οικονομικών αναγκών (σ.σ.: όπως είναι για παράδειγμα η πληρωμή των αναδρομικών διεκδικήσεων μισθωτών του Δημοσίου αλλά και συνταξιούχων).
Επιστρέφει η εμπιστοσύνη των επενδυτών
Η επιτυχία της έκδοσης νέου 10ετούς ομολόγου απασχόλησε και χθες τον διεθνή Τύπο, με τις γερμανικές εφημερίδες να επισημαίνουν μεν την επιστροφή της εμπιστοσύνης των επενδυτών, σημειώνοντας όμως ότι η χώρα δεν έχει ακόμη εξέλθει από την κρίση.
«Το πρώτο δεκαετές ελληνικό ομόλογο μετά από χρόνια προκαλεί έντονο ενδιαφέρον. Ωστόσο, η χώρα δεν έχει εξέλθει ακόμη από την κρίση» αναφέρει η «Handelsblatt» σε άρθρο της, με τον τίτλο «περιζήτητα τα ελληνικά ομόλογα». «Από την εισαγωγή του ευρώ στη χώρα είναι η έκτη φορά που η Ελλάδα κατάφερε να προσφέρει στις αγορές δεκαετές ομόλογο κάτω από 4%. Τελευταία φορά τον Ιανουάριο του 2006. Την εποχή εκείνη το επιτόκιο κυμαινόταν στο 3,91%. Το ότι αυτή τη φορά το επιτόκιο μπορεί να είναι ακόμη χαμηλότερο, είναι μια ιδιαίτερη επιτυχία» σημειώνει η «Handelsblatt». Όμως, όπως γράφει χαρακτηριστικά η οικονομική εφημερίδα: «Σημαντικό είναι το μήνυμα που εκπέμπεται: Οι αποδόσεις των δεκαετών ομολόγων θεωρούνται σημείο αναφοράς για την πιστοληπτική ικανότητα μιας χώρας. Έτσι ένας επιτυχής προσδιορισμός τους θα αποτελέσει ορόσημο για την έξοδο της Ελλάδας από την κρίση».
«Η εμπιστοσύνη στη φερεγγυότητα της Ελλάδας είναι ξανά σε υψηλά επίπεδα -υψηλότερα απ’ ό,τι αυτά προ της κρίσης» γράφει η «Sueddeutsche Zeitung». «Η ελληνική οικονομία αναπτύσσεται ξανά μετά από ισχυρή ύφεση. Η βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους είναι βελτιωμένη» γράφει η «SZ» και προσθέτει ότι η ζήτηση υπερκέρασε στο πενταπλάσιο την προσφορά. Αυτό, μετά την κρίση, δείχνει ότι η εμπιστοσύνη προς την Ελλάδα επανέρχεται, γράφει η γερμανική εφημερίδα.
«Το νέο ομόλογο φαίνεται στους επενδυτές λιγότερο επικίνδυνο απ’ ό,τι αυτό του 2010» γράφει η «SZ», υποστηρίζοντας πάντως ότι συγκρινόμενο με τα ομόλογα άλλων ευρωπαϊκών κρατών, το ελληνικό ομόλογο απευθύνεται κυρίως σε «παίκτες» που θέλουν να ρισκάρουν.
«Η έκδοση του δεκαετούς ομολόγου, η πρώτη τα τελευταία 10 χρόνια, είναι εξαιρετικά συμβολική. Η χώρα έχει επίσημα πετύχει την επιστροφή της στις αγορές» επισημαίνει η γαλλική «Les Echos». «Η Ελλάδα, η οποία βγήκε πριν από έξι μήνες από την κηδεμονία των διεθνών πιστωτών της, κατάφερε να αντλήσει 2,5 δισ. ευρώ στις αγορές ομολόγων. Μία ανακούφιση τόσο για τη χώρα όσο και για τις έξι ανάδοχες τράπεζες που συνόδευσαν την έκδοση, λόγω του υψηλού συμβολισμού της πράξης. Γιατί η εμβληματική έκδοση του 10ετούς ομολόγου σε καλές συνθήκες ξαναδίνει στην Ελλάδα ένα καθεστώς σχεδόν κανονικότητας. Η χώρα μπορεί τώρα να πει ότι επέστρεψε με επιτυχία στις αγορές. Συνολικά, οι προσφορές ξεπέρασαν τα 11 δισ. ευρώ. Είναι κάτι καλύτερο από αυτό που συνήθως αναμένεται».
Η αμερικανική «WSJ» εστιάζει στην ισχυρή ζήτηση που προσείλκυσε το 10ετές ομόλογο. «Η πρώτη έκδοση δεκαετούς ελληνικού ομολόγου μετά από δέκα σχεδόν χρόνια προσείλκυσε ισχυρή ζήτηση, αφού η χώρα επωφελήθηκε από την όρεξη των επενδυτών για σχετικά υψηλές αποδόσεις, την ώρα που η εύθραυστη οικονομία αναδύεται από μια επίμοχθη περίοδο προγραμμάτων στήριξης» γράφει η «WSJ».
«Το μήνυμα είναι σαφές: Η Αθήνα σηματοδοτεί στις αγορές ότι η χώρα έχει επανέλθει στο φυσιολογικό και ότι μπορεί επίσης να χρηματοδοτηθεί μακροπρόθεσμα και πάλι από μόνη της» αναφέρει για την έκδοση του ελληνικού 10ετούς ομολόγου η αυστριακή εφημερίδα «Die Presse» σε δημοσίευμά της με τίτλο «Η επιστροφή της Ελλάδας στην κανονικότητα».