Σημαντικές επιδόσεις στην αγορά ιδιωτικών φαρμακείων παρουσιάζει η εταιρεία Pfizer, γεγονός το οποίο δεν μεταφράζεται και σε αύξηση τζίρου, λόγω των σημαντικών επιπτώσεων από rebate και clawback. Ειδικότερα, η πολυεθνική φαρμακευτική κατά το 2018 βρέθηκε στην πρώτη θέση στην αλυσίδα φαρμακείων, όσον αφορά το μερίδιό της από πλευράς αξίας, κατέχοντας το 9% της αγοράς. Επίσης από πλευράς όγκου πωλήσεων η εταιρεία βρέθηκε στη δεύτερη θέση με αντίστοιχο μερίδιο.
Από την έντυπη έκδοση
Του Γιώργου Σακκά
[email protected]
Σημαντικές επιδόσεις στην αγορά ιδιωτικών φαρμακείων παρουσιάζει η εταιρεία Pfizer, γεγονός το οποίο δεν μεταφράζεται και σε αύξηση τζίρου, λόγω των σημαντικών επιπτώσεων από rebate και clawback. Ειδικότερα, η πολυεθνική φαρμακευτική κατά το 2018 βρέθηκε στην πρώτη θέση στην αλυσίδα φαρμακείων, όσον αφορά το μερίδιό της από πλευράς αξίας, κατέχοντας το 9% της αγοράς. Επίσης από πλευράς όγκου πωλήσεων η εταιρεία βρέθηκε στη δεύτερη θέση με αντίστοιχο μερίδιο.
Με βάση τα στοιχεία της IQVIA, η αύξηση των πωλήσεων της Pfizer αποδίδεται κυρίως στην καλή πορεία ενός γνωστού αντιπηκτικού φαρμάκου. Συνολικά η φαρμακευτική φαίνεται να παρουσίασε αύξηση πωλήσεων 4,6%, σημαντικά μεγαλύτερη δηλαδή του συνόλου της αγοράς, η οποία εκτιμάται για το 2018 στο +2%.
Βέβαια, οι μετρήσεις αυτές, όπως αναφέραμε, δεν αποτυπώνονται αντίστοιχα στην οικονομική κατάσταση της εταιρείας, καθώς οι υψηλές επιβαρύνσεις δείχνουν ότι ο καθαρός τζίρος από όλα τα κανάλια διακίνησης φαρμάκων (ιδιωτικά φαρμακεία, φαρμακεία ΕΟΠΥΥ και νοσοκομεία) σημείωσαν σχετική κάμψη. Ειδικότερα η διοίκηση εκτιμά τις πωλήσεις της για το 2018 μειωμένες στα 221 εκατ. ευρώ από 229 εκατ. ευρώ το 2017 λόγω της υποχώρησης της κατηγορίας παλαιών φαρμάκων χωρίς προστασία πατέντας, όπου οξύνεται ο ανταγωνισμός και λόγω των γενοσήμων.
Σύμφωνα τώρα με τα επίσημα στοιχεία για τη χρήση 2017, τα οποία δημοσιοποιήθηκαν πρόσφατα, η Pfizer παρουσίασε όπως είπαμε κύκλο εργασιών στα 229 εκατ. ευρώ έναντι 239 εκατ. ευρώ το 2016. Ο τζίρος αυτός είναι «καθαρός», δηλαδή έχει αφαιρεθεί το rebate και clawback, το οποίο διαμορφώθηκε στα 67,5 εκατ. ευρώ έναντι 58,2 εκατ. ευρώ το 2016. Διαπιστώνεται δηλαδή μια σημαντική αύξηση των επιβαρύνσεων οι οποίες οδήγησαν και στην πτώση του καθαρού τζίρου. Προ της αφαίρεσης των επιβαρύνσεων οι πωλήσεις ήταν της τάξης των 319,3 εκατ. ευρώ έναντι 318,8 εκατ. ευρώ το 2016.
Επίσης κατά το 2017 η εταιρεία πραγματοποίησε πωλήσεις στην Κύπρο 9,5 εκατ. ευρώ και στη Μάλτα 5,8 εκατ. ευρώ, έναντι 9,8 εκατ. ευρώ και 5,2 εκατ. ευρώ το 2016.
Αύξηση στα καθαρά κέρδη
Την ίδια στιγμή οι εμπορικές απαιτήσεις έχουν μειωθεί το 2017 σε σχέση με την προηγούμενη χρήση κατά 17 εκατ. ευρώ, κυρίως λόγω της αύξησης των εισπράξεων από τα δημόσια νοσοκομεία και των συμψηφισμών των rebate - clawback. Αξιοσημείωτη είναι η καθαρή θέση της εταιρείας, που ανέρχεται σε 191 εκατ. ευρώ, αυξημένη σε σχέση με το 2016 κατά 9 εκατ. ευρώ λόγω των καθαρών κερδών. Τα δε αποτελέσματα χρήσης προ φόρων είναι κέρδη, τα οποία ανέρχονται στο ποσό των 13,5 εκατ. ευρώ, αυξημένα σε σχέση με τη χρήση του 2016, κυρίως λόγω μείωσης των λειτουργικών εξόδων και μείωσης του κόστους πωληθέντων.
Σύμφωνα με τη διοίκηση της εταιρείας, παρά το δυσμενές κλίμα δεν υφίσταται κίνδυνος ρευστότητας, δεδομένου ότι οι μεγάλοι πελάτες της, οι φαρμακαποθήκες, εξοφλούν τις υποχρεώσεις τους ως επί το πλείστον σε δύο μήνες, σύμφωνα με την πιστωτική πολιτική που ακολουθεί, ενώ βελτιώθηκαν σε μεγάλο βαθμό τα ανοικτά υπόλοιπα των δημόσιων νοσοκομείων. Οι πωλήσεις προς το Δημόσιο για τη χρήση 2017 αντιστοιχούν στο 39% των συνολικών ετήσιων πωλήσεων. Από το σύνολο των απαιτήσεων του Δημοσίου που παραμένουν ανείσπρακτες στο τέλος της χρήσης 2017, ποσοστό 93% αφορά τη χρήση 2017 και μόνο 7% αφορά τις χρήσεις 2012-2016.