Σε ειδική εισφορά αλληλεγγύης υπόκεινται και φέτος τα προνοιακά επιδόματα που έλαβαν από το κράτος κατά τη διάρκεια του 2018 χιλιάδες άτομα με αναπηρία κάτω του 80%, καθώς και άτομα με αναπηρία 80% και άνω, που δεν είναι τυφλά ή δεν είναι κινητικά ανάπηρα.
Από την έντυπη έκδοση
Του Γιώργου Παλαιτσάκη
[email protected]
Σε ειδική εισφορά αλληλεγγύης υπόκεινται και φέτος τα προνοιακά επιδόματα που έλαβαν από το κράτος κατά τη διάρκεια του 2018 χιλιάδες άτομα με αναπηρία κάτω του 80%, καθώς και άτομα με αναπηρία 80% και άνω, που δεν είναι τυφλά ή δεν είναι κινητικά ανάπηρα. Η εισφορά θα υπολογιστεί με την εκκαθάριση των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος που θα υποβάλουν φέτος οι δικαιούχοι ανάπηροι φορολογούμενοι. Το υπουργείο Οικονομικών και η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) εξακολουθούν να θεωρούν τα επιδόματα αυτά ως εισοδήματα απαλλασσόμενα μεν από τον φόρο εισοδήματος, αλλά υπαγόμενα σε ειδική εισφορά αλληλεγγύης.
Παράπλευρες απώλειες
Λόγω της εξέλιξης αυτής, χιλιάδες ΑμεΑ θα δουν και φέτος τα συνολικά ετήσια εισοδήματά τους απ’ όλες τις πηγές να υπερβαίνουν τα 12.000 ευρώ, που είναι το όριο πέραν του οποίου επιβάλλεται η ειδική εισφορά αλληλεγγύης, και έτσι θα κληθούν να πληρώσουν τη συγκεκριμένη εισφορά. Ταυτόχρονα, επειδή τα ποσά των προνοιακών επιδομάτων θεωρούνται «εισοδήματα» και προσαυξάνουν τα συνολικά ετήσια οικογενειακά εισοδήματά τους, χιλιάδες ΑμεΑ θα υπερβούν τα προβλεπόμενα εισοδηματικά όρια για τη χορήγηση διαφόρων άλλων κοινωνικών επιδομάτων, καθώς επίσης και τα εισοδηματικά όρια για την απαλλαγή των ακινήτων τους από τον ΕΝΦΙΑ του έτους 2019. Έτσι θα χάσουν το δικαίωμα να λάβουν άλλα επιδόματα, ενώ θα απολέσουν και το δικαίωμα απαλλαγής από τον ΕΝΦΙΑ.
Στα ηλεκτρονικά έντυπα Ε1 των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος, τα οποία αναρτήθηκαν το 2016, το 2017 και το 2018 στους λογαριασμούς που έχουν στο σύστημα ΤΑXISnet χιλιάδες άτομα με αναπηρία κάτω του 80%, καθώς και άτομα με αναπηρία 80% και άνω που δεν είναι τυφλά ή κινητικά ανάπηρα, οι αρμόδιες υπηρεσίες της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων και μετέπειτα της ΑΑΔΕ -έχοντας τη σύμφωνη γνώμη του υπουργείου Οικονομικών- προσυμπλήρωσαν τους κωδικούς 619-620 του πίνακα 6 με τα ποσά των προνοιακών επιδομάτων που έλαβαν οι συγκεκριμένοι φορολογούμενοι κατά τη διάρκεια των ετών 2015, 2016 και 2017 αντίστοιχα. Στους κωδικούς αυτούς, όμως, αναγράφονται μόνο ποσά εισοδημάτων απαλλασσόμενα από τον φόρο εισοδήματος ή φορολογούμενα με ειδικό τρόπο, τα οποία επιβαρύνονται με ειδική εισφορά αλληλεγγύης.
Ωστόσο, σύμφωνα με την υπ’ αριθμόν ΠΟΛ. 1149/2013 εγκύκλιο που είχε εκδοθεί από τη ΓΓΔΕ στις 20/7/2013 για να ερμηνευτεί η παράγραφος 2 του άρθρου 29 του ν. 3986/2011, η οποία όριζε την επιβολή της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης, τα προνοιακά επιδόματα των αναπήρων δεν έπρεπε να προσυμπληρωθούν στους κωδικούς 619-620 του πίνακα 6, διότι «δεν φέρουν τα απαραίτητα γενικά εννοιολογικά χαρακτηριστικά του εισοδήματος, δίδονται ως κοινωνική παροχή για την αντιμετώπιση και κάλυψη συγκεκριμένων ειδικών δαπανών στις οποίες υποβάλλονται ευπαθείς ομάδες φορολογούμενων, δίδονται χωρίς αντάλλαγμα παροχής εργασίας, χωρίς να αποτελούν καρπό περιουσιακών στοιχείων, και συνεπώς δεν τίθεται θέμα επιβολής εισφοράς».
Τέτοια ποσά είναι για παράδειγμα:
Το σκεπτικό
Παρά την ύπαρξη της ερμηνευτικής εγκυκλίου του 2013, το υπουργείο Οικονομικών και η πρώην ΓΓΔΕ και νυν ΑΑΔΕ θεώρησαν από το 2016 και μετά ότι τα προνοιακά επιδόματα των ατόμων με αναπηρία πρέπει να θεωρούνται πλέον «εισόδημα» απαλλασσόμενο μεν του φόρου εισοδήματος, αλλά υπαγόμενο σε ειδική εισφορά αλληλεγγύης. Το σκεπτικό πάνω στο οποίο στηρίχθηκαν ήταν ότι:
1. Τα χρηματικά ποσά που καταβάλλονται ως οικονομική ενίσχυση-βοήθημα σε ευπαθείς κοινωνικές ομάδες (άτομα με ειδικές ανάγκες, ηλικιωμένους, άπορους κ.λπ.) από το Δημόσιο ή από άλλους δημόσιους ή ιδιωτικούς φορείς όντως δεν εμπίπτουν σε καμία κατηγορία εισοδήματος του άρθρου 7 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (ν. 4172/2013) και επομένως δεν φορολογούνται. Όμως, ο μη χαρακτηρισμός τους ως «εισόδημα» ισχύει μόνο εφόσον καταβάλλονται έκτακτα στα άτομα αυτά. Κι αυτό διότι, όπως υποστήριξαν, «ένα ποσό χαρακτηρίζεται ως εισόδημα όταν υπάρχει περιοδικότητα, μόνιμη πηγή προέλευσης, καθώς και τακτική εκμετάλλευση της πηγής αυτής». Δεν έλαβαν υπόψη τους ένα ακόμη ουσιώδες χαρακτηριστικό της έννοιας του εισοδήματος που είναι η καταβολή του έναντι παροχής εργασίας ή ως καρπού εκμετάλλευσης περιουσιακού στοιχείου. Το ουσιώδες αυτό χαρακτηριστικό είχε ληφθεί υπ’ όψιν στην εγκύκλιο υπ’ αριθμόν ΠΟΛ. 1149/2013 που είχε εκδώσει η ΓΓΔΕ.
2. Τα όσα «διαφορετικά» αναφέρουν οι εγκύκλιοι που εκδόθηκαν πριν από την 1η Ιανουαρίου 2014 έπαψαν πλέον να ισχύουν από τότε που τέθηκε σε εφαρμογή ο νέος Κώδικας Φορολογίας Εισοδήματος (ν. 4172/2013). Κι αυτό διότι όλες οι ερμηνευτικές εγκύκλιοι που εκδόθηκαν πριν από την 1η Ιανουαρίου 2014, ημερομηνία έναρξης εφαρμογής του νέου ΚΦΕ, αναφέρονταν στις διατάξεις του προηγούμενου ΚΦΕ, του ν. 2238/1994, ο οποίος από την ίδια ημερομηνία καταργήθηκε. Ως εκ τούτου, τα όσα ίσχυαν με την υπ’ αριθμόν ΠΟΛ. 1149/2013 εγκύκλιο της ΓΓΔΕ που εκδόθηκε στις 20 Ιουλίου 2013 έπαψαν να ισχύουν από την 1η Ιανουαρίου 2014.
Βασιζόμενες στο παραπάνω σκεπτικό του υπουργείου Οικονομικών, οι αρμόδιες για την επεξεργασία των φορολογικών δηλώσεων υπηρεσίες της ΓΓΔΕ το 2016 και της ΑΑΔΕ το 2017 και το 2018 προσυμπλήρωσαν, στους κωδικούς 619-620 του πίνακα 6 των εντύπων Ε1 των ετών 2016, 2017 και 2018 αντίστοιχα τα ποσά πολλών τακτικά και μόνιμα καταβαλλόμενων προνοιακών επιδομάτων σε αναπήρους. Αν είχαν λάβει υπ’ όψιν τους την εγκύκλιο της ΓΓΔΕ του 2013, θα είχαν προσυμπληρώσει τα ποσά των τακτικά και μόνιμα καταβαλλόμενων προνοιακών επιδομάτων στους κωδικούς 781-782 του ιδίου πίνακα, όπου δηλώνονται τα ποσά που δεν θεωρούνται εισοδήματα.
Ίδια πρακτική
Η ίδια πρακτική (οφειλόμενη στην παραπάνω νέα ερμηνεία του όρου του «εισοδήματος», η οποία διαφέρει απ’ όσα είχαν γίνει αποδεκτά μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2013) επαναλαμβάνεται και φέτος από την ΑΑΔΕ με τη σύμφωνη γνώμη του υπουργείου Οικονομικών. Το αποτέλεσμα θα είναι χιλιάδες άτομα με αναπηρία να εμφανιστούν και φέτος με ετήσια συνολικά «εισοδήματα» μεγαλύτερα των 12.000 ευρώ και να υποστούν επιβαρύνσεις με ειδική εισφορά αλληλεγγύης. Ταυτόχρονα, πολλά ΑμεΑ θα χάσουν δικαιώματα είσπραξης άλλων κοινωνικών επιδομάτων και παροχών και απαλλαγής από τον ΕΝΦΙΑ λόγω υπέρβασης των προβλεπόμενων εισοδηματικών ορίων.