Τρεις ενστάσεις φαίνεται να προβάλλουν οι θεσμοί σε ό,τι αφορά το θεσμικό πλαίσιο για την προστασία της πρώτης κατοικίας, ενστάσεις οι οποίες πυροδοτούν νέο κύκλο διαβουλεύσεων κυβέρνησης - τραπεζών και Βρυξελλών. Ως γενική αρχή, σύμφωνα με πληροφορίες, οι θεσμοί παρατηρούν πως σε καμία ευρωπαϊκή χώρα, πλην της Ελλάδας, το βάρος της προστασίας του δανειολήπτη δεν βαρύνει την τράπεζα, αλλά αντιθέτως το κράτος. Σε ό,τι αφορά τη χώρα μας, είναι σαφές πως οι τράπεζες είναι αυτές που συνεχίζουν να υφίστανται το μεγαλύτερο βάρος της προστασίας της πρώτης κατοικίας του υπερήμερου δανειολήπτη.
Από την έντυπη έκδοση
Της Ειρήνης Σακελλάρη
[email protected]
Τρεις ενστάσεις φαίνεται να προβάλλουν οι θεσμοί σε ό,τι αφορά το θεσμικό πλαίσιο για την προστασία της πρώτης κατοικίας, ενστάσεις οι οποίες πυροδοτούν νέο κύκλο διαβουλεύσεων κυβέρνησης - τραπεζών και Βρυξελλών.
Ως γενική αρχή, σύμφωνα με πληροφορίες, οι θεσμοί παρατηρούν πως σε καμία ευρωπαϊκή χώρα, πλην της Ελλάδας, το βάρος της προστασίας του δανειολήπτη δεν βαρύνει την τράπεζα, αλλά αντιθέτως το κράτος. Σε ό,τι αφορά τη χώρα μας, είναι σαφές πως οι τράπεζες είναι αυτές που συνεχίζουν να υφίστανται το μεγαλύτερο βάρος της προστασίας της πρώτης κατοικίας του υπερήμερου δανειολήπτη.
Συγκεκριμένα τα θέματα στα οποία υπάρχουν ενστάσεις από την πλευρά των θεσμών είναι:
1 Στο νέο θεσμικό πλαίσιο κρίνεται απαραίτητο να ληφθεί υπ’ όψιν η συνολική περιουσιακή κατάσταση του υπερήμερου δανειολήπτη. Εφόσον αυτός διαθέτει ακίνητη περιουσία, θα μπορούσε δυνητικά να προχωρήσει σε πώληση ενός άλλου ακινήτου, εξοφλώντας μερικώς ή ολικώς την τράπεζα. Τα όρια του πλούτου του υπερήμερου δανειολήπτη, έστω και εάν αυτά δεν αφορούν καταθέσεις, θα πρέπει να λαμβάνονται υπ’ όψιν στην οποιαδήποτε διευθέτηση καταλήξει ο τελευταίος με το πιστωτικό ίδρυμα που τον δανειοδότησε, έστω και εάν η διευθέτηση αυτή είναι τυποποιημένη. Τα παραπάνω συνιστούν πιθανότατα και τη σημαντικότερη ένσταση των θεσμών. Σημειώνεται πως ο νόμος Κατσέλη για τον δανειολήπτη που εντάσσεται στο καθεστώς προστασίας πρώτης κατοικίας προβλέπει την εκποίηση λοιπών ακινήτων, εκτός από εκείνο που θα προστατευτεί έπειτα από αίτηση του δανειολήπτη.
Η εκποίηση αποφασίζεται μετά τη δικαστική απόφαση και όχι στην κατ’ αρχήν προστασία που προσφέρει ο νόμος μετά την υποβολή της αίτησης. Ωστόσο είναι στη διακριτική ευχέρεια του δικαστή να αποφασίσει διαφορετικά, ιδιαίτερα σε περιπτώσεις που ο δανειολήπτης κατέχει ποσοστά σε άλλες κατοικίες ή δεν είναι κύριος της ψιλής κυριότητας ή της επικαρπίας ή η αξία της οποιασδήποτε άλλης κατοικίας πέραν της κύριας είναι εξαιρετικά μικρή.
Επίσης ο ισχύων νόμος προβλέπει ότι ο οφειλέτης πρέπει να μην έχει εκποιήσει περιουσιακά στοιχεία την τελευταία τριετία πριν από την αίτηση υπαγωγής στην προστασία. Ωστόσο, αν έχουν γίνει εκποιήσεις, ο δικαστής κρίνει το δόλιο ή μη της εκποίησης. Για παράδειγμα, η εκποίηση για αποπληρωμή χρεών Δημοσίου δεν αποκλείει τον δανειολήπτη από την προστασία του νόμου, ενώ αποκλείονται όσοι έχουν μεταβιβάσει ακίνητα, σε παιδιά, γονείς και λοιπούς συγγενείς, που ενδεχομένως υποκρύπτουν δόλο.
2 Ο χρονικός ορίζοντας της προστασίας που δεν έχει συμπεριληφθεί και συγχρόνως η επανεξέταση της οικονομικής κατάστασης του «προστατευμένου» δανειολήπτη κατά τακτά χρονικά διαστήματα. Σύμφωνα με τους θεσμούς, η προστασία της πρώτης κατοικίας δεν μπορεί να είναι μια φόρμουλα που λειτουργεί επ’ αόριστον. Το συμφωνηθέν θεσμικό πλαίσιο μεταξύ τραπεζών και κυβέρνησης δεν περιλαμβάνει χρονικό ορίζοντα για την κατοικία ακόμη και εάν οι οικονομικές συνθήκες του υπερήμερου δανειολήπτη βελτιωθούν. Τούτο κατά την άποψη των θεσμών θα πρέπει να αλλάξει.
3 Σημαντική παράμετρο στη διαπραγμάτευση αποτελεί το πότε θα εφαρμοστεί το νέο θεσμικό πλαίσιο προστασίας. Όπως προκύπτει, υπάρχει απαίτηση διαμόρφωσης της πλατφόρμας που θα συγκεντρώνει τα στοιχεία ώστε να κρίνει ποιοι δανειολήπτες εντάσσονται και ποιοι όχι στο νέο θεσμικό πλαίσιο. Η πλατφόρμα είναι εξαιρετικά πιθανόν να μη λειτουργεί ως το τέλος του Φεβρουαρίου, οπότε και λήγει ο νόμος Κατσέλη. Αυτό σημαίνει πως ή θα υπάρξει παράταση ισχύος του νόμου ή δεν θα γίνονται πλειστηριασμοί έως ότου η πλατφόρμα είναι έτοιμη να υποδεχθεί τα νέα στοιχεία των δανειοληπτών.
Περιθώριο διορθώσεων
Πάντως, όπως έγραψε ήδη η «Ν», φαίνεται πως η κυβέρνηση θα έχει τον χρόνο ακόμη και μετά την 27η Φεβρουαρίου -οπότε και θα δημοσιοποιηθεί η έκθεση της Κομισιόν- προκειμένου να διορθώσει τα κακώς κείμενα. Ειδικότερα, θα της δοθεί χρόνος, κατά πάσα πιθανότητα, μέχρι τις 11 Μαρτίου, οπότε και θα πραγματοποιηθεί το επόμενο Eurogroup. Και ο χρόνος αυτός δεν θα αφορά μόνον την προστασία της πρώτης κατοικίας, αλλά και όσα από τα προαπαιτούμενα εκείνα που δεν έχουν εκπληρωθεί ή καταγράφουν ελλείψεις μέσα στην έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Στόχος είναι να μη στερηθεί η χώρα τους πόρους των 640 εκατ. ευρώ, επειδή στη μεταμνημονιακή αξιολόγηση υπάρχουν ελλείψεις, που μπορούν ωστόσο να διευθετηθούν σε εύλογο χρονικό διάστημα.
Τεχνικές ασάφειες
Στη συμφωνία κυβέρνησης - τραπεζών για την α’ κατοικία υπάρχουν και άλλα τεχνικά θέματα που δεν έχουν διευκρινιστεί, για τα οποία πάντως οι θεσμοί δεν φαίνεται να εγείρουν κάποιες ενστάσεις προσώρας. Για παράδειγμα, δεν είναι σαφές αν η πλατφόρμα θα λάβει υπ’ όψιν τα εισοδήματα του 2018 για την ένταξη δανειοληπτών σε καθεστώς προστασίας, οπότε και θα αναμένονται τα εκκαθαριστικά της εφορίας, ή, τελικώς, το data entry θα πραγματοποιηθεί με βάση τα στοιχεία του 2017, για τα οποία έχει πραγματοποιηθεί η εκκαθάριση. Η αλήθεια είναι πως οι θεσμοί μόλις πρόσφατα έλαβαν κείμενο στα χέρια τους και τώρα έχει αρχίσει η διαδικασία των διευκρινίσεων, μια διαδικασία η οποία μπορεί να τραβήξει σε μάκρος. Κρίσιμη είναι η τρέχουσα και η επόμενη εβδομάδα.
«Καλοδεχούμενο κάθε εργαλείο κόντρα στα NPLs»
Το ύψος των «κόκκινων» δανείων παραμένει το μεγαλύτερο ζήτημα για την ελληνική οικονομία, δήλωσε στο CNBC ο διευθύνων σύμβουλος της Τράπεζας Πειραιώς Χρήστος Μεγάλου. Παρατήρησε πως έχει σημειωθεί «σημαντική πρόοδος» σε αυτό το θέμα, ωστόσο -όπως είπε χαρακτηριστικά- θα ήθελε να δει να γίνονται ακόμα περισσότερα στην προσπάθεια μείωσης των NPLs από τους ισολογισμούς των τραπεζών.
«Οι τέσσερις συστημικές τράπεζες συμφώνησαν μεταξύ τους να μειώσουν τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια από τώρα μέχρι το 2021 κατά 50 δισ. ευρώ. Τα 50 δισ. είναι σχεδόν το 28% του ΑΕΠ αυτής της χώρας. Πρόκειται για ένα σημαντικό ποσοστό σε σχέση με το πραγματικό ποσοστό που παράγει αυτή η χώρα. Θα ήθελα να δω αυτό να συμβαίνει και θα ήμουν πολύ χαρούμενος αν είμαστε σε θέση να επιτύχουμε αυτούς τους στόχους όπως έχουμε θέσει για να επιτύχουμε» δήλωσε ο κ. Μεγάλου.
Σε ό,τι αφορά την Τράπεζα Πειραιώς, σύμφωνα με τον CEO της τράπεζας, στόχος είναι να μειωθούν τα NPLs κατά 15 δισ. μέχρι το 2021, ενώ η τράπεζα έχει ήδη μειώσει τα «κόκκινα» δάνεια κατά 5 δισ. το 2018.
«Όσο περισσότερα όπλα έχεις στο οπλοστάσιο για να αντιμετωπίσεις το ζήτημα, τόσο το καλύτερο» δήλωσε ο κ. Μεγάλου, αναφερόμενος στις πρωτοβουλίες της Τράπεζας της Ελλάδος και του υπουργείου Οικονομικών για την αντιμετώπιση των «κόκκινων» δανείων.
Τέλος, ο κ. Μεγάλου ανέφερε, ότι διεθνή funds έχουν εκδηλώσει ισχυρό ενδιαφέρον για την αγορά ελληνικών NPLs. «Έχουμε περιπτώσεις όπου τα funds ανταγωνίζονται και στη διαδικασία αυτή πρέπει να πληρώσουν ένα σημαντικό ποσό για να μπορέσουν να υποβάλουν προσφορά γι’ αυτά τα assets» δήλωσε και συμπλήρωσε: «Θα τολμούσα να πω ότι μία από τις ενδιαφέρουσες κατηγορίες assets στην Ελλάδα αυτή την περίοδο είναι τα NPLs».
Χαιρετίζει η Deutsche Bank
Ως μια θετική εξέλιξη χαρακτηρίζει τον «νέο νόμο Κατσέλη» για τις ελληνικές τράπεζες η Deutsche Bank σε έκθεσή της, στην οποία παράλληλα διατηρεί αμετάβλητες τις εκτιμήσεις της για τον κλάδο.
Όπως σημειώνει η γερμανική τράπεζα, κυβέρνηση και τράπεζες συμφώνησαν για τις αλλαγές στον νόμο Κατσέλη, που αναμένεται να εφαρμοστούν πριν από τις 28 Φεβρουαρίου. Επικαλείται δε πληροφορίες ότι το σχήμα προβλέπει μείωση της αντικειμενικής αξίας της πρώτης κατοικίας που προστατεύεται στις 250 χιλ. ευρώ και το νέο κριτήριο που αφορά το όριο του δανείου, που θα πρέπει να είναι κάτω των 130.000 ευρώ, αλλά και τα νέα κριτήρια για το εισόδημα.
Η Deutsche Bank επισημαίνει ότι, με βάση την ανάλυσή της, το σχέδιο είναι πιο θετικό για την Εθνική Τράπεζα, καθώς το 44% του χαρτοφυλακίου μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων της αποτελείται από ενυπόθηκα δάνεια, ακολουθούμενη από την Αlpha Βank με 34% και την Τράπεζα Πειραιώς με 24%.
Σε γενικές γραμμές, τονίζει ο οίκος, πρόκειται για θετική εξέλιξη για τον κλάδο, καθώς θα βοηθήσει στη μείωση των στρατηγικών κακοπληρωτών στο σύστημα.
Ο οίκος διατηρεί τις συστάσεις «αγορά» για τις μετοχές των Alpha Bank και Εθνικής, με τις τιμές-στόχους στο 1,5 ευρώ και 1,4 ευρώ αντίστοιχα, ενώ διατηρεί τη σύσταση «διακράτηση» για την Τράπεζα Πειραιώς, με στόχο το 0,70 ευρώ.