«Ακραία» φαινόμενα αύξησης των μισθωμάτων έως και 50% παρατηρούνται σε ορισμένες περιοχές της χώρας στις οποίες έχει αναπτυχθεί η αγορά της βραχυχρόνιας μίσθωσης τύπου Airbnb, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι τα τελευταία τουλάχιστον δέκα χρόνια δεν ανεγείρονται νέες κατοικίες. Το αποτέλεσμα είναι ότι έχουν μειωθεί αισθητά τα ακίνητα προς μακροχρόνια μίσθωση, σε ορισμένες περιοχές μάλιστα είναι σχεδόν ανύπαρκτα, π.χ. στην Αθήνα εκεί που υπάρχει σταθμός του μετρό. Αυτό έγινε ιδιαίτερα αισθητό το περασμένο φθινόπωρο κατά την αναζήτηση φοιτητικής στέγης. Τα παραπάνω συνθέτουν ουσιαστικά μια εικόνα αγοράς που είναι διχασμένη.
Από την έντυπη έκδοση
Της Τέτης Ηγουμενίδη
[email protected]
«Ακραία» φαινόμενα αύξησης των μισθωμάτων έως και 50% παρατηρούνται σε ορισμένες περιοχές της χώρας στις οποίες έχει αναπτυχθεί η αγορά της βραχυχρόνιας μίσθωσης τύπου Airbnb, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι τα τελευταία τουλάχιστον δέκα χρόνια δεν ανεγείρονται νέες κατοικίες.
Το αποτέλεσμα είναι ότι έχουν μειωθεί αισθητά τα ακίνητα προς μακροχρόνια μίσθωση, σε ορισμένες περιοχές μάλιστα είναι σχεδόν ανύπαρκτα, π.χ. στην Αθήνα εκεί που υπάρχει σταθμός του μετρό. Αυτό έγινε ιδιαίτερα αισθητό το περασμένο φθινόπωρο κατά την αναζήτηση φοιτητικής στέγης, αλλά το βιώνει πλέον και ο κάθε εκμισθωτής που αναζητεί στέγη για την οικογένειά του και δεν είναι σε θέση να πάει π.χ. στα βόρεια προάστια όπου γενικά οι τιμές παραμένουν σταθερές. Τα παραπάνω συνθέτουν ουσιαστικά μια εικόνα αγοράς που είναι διχασμένη. Δεν παρατηρείται αύξηση των μισθωμάτων γενικά στον μέσο όρο της χώρας, αλλά είναι εντοπισμένη. Στην Αθήνα, σύμφωνα με τον πρόεδρο του Πανελλαδικού Δικτύου Κτηματομεσιτών E-Real Estates, Θέμη Μπάκα, η αύξηση των μισθωμάτων γενικά κινείται στην περιοχή του 8% με 10%, ωστόσο σε περιοχές που έχουν σημαντικό αριθμό ακινήτων που μισθώνονται βραχυχρόνια είναι μεγαλύτερη και ποικίλλει ανάλογα με το ακίνητο, την ακριβή θέση του και τα χαρακτηριστικά του.
Να σημειωθεί σχετικά ότι η Τράπεζα της Ελλάδος, η οποία δημοσιοποιεί περιοδικά τα μοναδικά επίσημα στοιχεία της αγοράς του real estate, ακόμα και για το 10μηνο του 2018 αναφέρει μείωση των μισθωμάτων για κατοικίες κατά μέσο όρο σε όλη τη χώρα 3,7%. Με βάση τα ίδια στοιχεία τα ενοίκια στη χώρα μας μειώθηκαν το 2017 2,2%, το 2016 2,6%, το 2015 4,4%, το 2014 7,7% και το 2013 6,8%.
Αναφορικά με τις τιμές πώλησης διαμερισμάτων η Τράπεζα της Ελλάδος καταγράφει αλλαγή στο πρόσημο μόλις στο τρίτο τρίμηνο του 2018, όπου αναφέρει αύξηση για το σύνολο της επικράτειας κατά μέσο όρο 2,5%. Προηγουμένως, δηλαδή στο σύνολο του 2017 σημειώνεται μείωση 1%, 2,4% το 2016, με τη μεγαλύτερη βουτιά κατά τη διάρκεια των ετών της κρίσης να έχει σημειωθεί το 2013 όπου η αγορά του real estate της χώρας έχασε το 10,9% της αξίας της. Στην Αθήνα το 10μηνο του 2018 η αύξηση των αξιών που αναφέρεται είναι 3,7%, ενώ το 2017 το πρόσημο ήταν αρνητικό (-1%), όπως και τα προηγούμενα έτη από αρχής γενομένης από το 2009.
Σύμφωνα με τον κ. Μπάκα το κέντρο της Αθήνας και ιδιαίτερα οι περιοχές όπως Κουκάκι - Μακρυγιάννη, Ακρόπολη, Πλάκα και Θησείο, μαζί με τα νότια προάστια συγκεντρώνουν τη μεγαλύτερη ζήτηση στην Αττική από τους ξένους επισκέπτες με αποτέλεσμα να παρατηρείται και η μεγαλύτερη αύξηση των τιμών των μισθωμάτων. Αυτό στη συνέχεια αντανακλάται και στα ενοίκια στις όμορες περιοχές. Στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος π.χ. έχει μπει η Κυψέλη, στην οποία κατά τη διάρκεια της κρίσης είχε φθάσει να γίνονται αγοραπωλησίες με 400 ευρώ το τ.μ. (η κατώτερη τιμή που σημειώθηκε) και έχει ανακτήσει, με αποτέλεσμα σήμερα να επανέρχεται ακόμα και στα 800 ευρώ ανά τ.μ. (τιμή προ κρίσης).
Είναι χαρακτηριστικό ότι στην περιοχή Νέος Κόσμος διαμέρισμα 76 τ.μ., 2ου ορόφου, με 2 υπνοδωμάτια, κατασκευής του 1970 και ανακαινισμένο το 2018, ενεργειακή κλάση +Α , επιπλωμένο, με θέα ακρόπολη μισθώνεται με 1.200 ευρώ τον μήνα, δηλαδή 16 ευρώ/τ.μ.
Στο Κουκάκι - Μακρυγιάννη ζητούνται μισθώματα έως και 35 ευρώ το τ.μ., ενώ στους Αμπελόκηπους, σύνορα με Νέα Φιλοθέη για τα νεόδμητα η τιμή έχει φθάσει τα 13 ευρώ ανά τ.μ. μηνιαίως. Στην παρούσα συγκυρία ο εκμισθωτής αναγκάζεται να στραφεί σε παλαιότερα και ίσως μεγαλύτερα ακίνητα, με δεδομένο ότι τα φθηνότερα σπίτια έχουν αρχίσει να εξαντλούνται και αυτό είναι περισσότερο φανερό στις αγοραπωλησίες.
Περισσότερα νεόδμητα
Σύμφωνα με τα βασικά συμπεράσματα πρόσφατης έρευνας της Ένωσης Μεσιτών Ακινήτων Πιστοποιημένων Πραγματογνωμόνων Ελλάδας (ΕΠΠΑ) για το προφίλ των αγοραστών ακινήτων, τα παλαιά ακίνητα διατηρούν τα ποσοστά τους, όσον αφορά τις αγοραπωλησίες όμως έχει αυξηθεί το ποσοστό των νέων ακινήτων που διατέθηκαν και συγκεκριμένα στο β’ εξάμηνο του 2018 ήταν 16,5% σε σύγκριση με το 12% που ήταν το ποσοστό των νεόδμητων στο πρώτο μισό του περασμένου έτους.
Ελλείψει νέων κατασκευών τα τελευταία χρόνια η ΕΠΠΑ θεωρεί ως νεόδμητα ακίνητα αυτά που κατοικούνται για πρώτη φορά, ανεξαρτήτου ηλικίας. Βάσει της ίδιας έρευνας 6 στα 10 από τα παλιά ακίνητα που αγοράζονται απαιτούν εκτεταμένες ανακαινίσεις.
Την ίδια στιγμή οι τιμές βρίσκονται σε ανοδική πορεία και η ταχύτητα πώλησης αυξάνεται: Στο β’ εξάμηνο του 2018 το 49,5% των ακινήτων που αγοράστηκαν ήταν με τιμή από 31 έως 90 χιλ. ευρώ, ενώ στο α’ εξάμηνο του έτους το αντίστοιχο ποσοστό ήταν 44,8%. Στο δεύτερο εξάμηνο πέρυσι το 23,3% των κατοικιών που πουλήθηκαν ήταν με τιμή από 91 έως 180 χιλ. ευρώ, ενώ το πρώτο εξάμηνο τα ακίνητα αυτά υπολογίζονται στο 17,2% του συνόλου.
Αντίστοιχα, έχει τριπλασιαστεί σχεδόν, στο 32,4% από το 12,3%, το ποσοστό των ακινήτων που πωλούνται μέσα σε τρεις μήνες από την ανάρτηση του πωλητηρίου, αποτελώντας και την πλειοψηφία, ενώ στην προηγούμενη έρευνα το μεγαλύτερο ποσοστό των ακινήτων, δηλαδή ποσοστό 23,8%, χρειάζονταν τουλάχιστον δύο χρόνια για να πουληθούν.