Οι ΗΠΑ και η Βενεζουέλα βιώνουν ένα ταραχώδες, επώδυνο «διαζύγιο», το οποίο προβλέπεται να έχει σημαντικές συνέπειες όχι μόνο στο καθεστώς Μαδούρο, αλλά και στην αμερικανική πλευρά και ευρύτερα στην αγορά πετρελαίου. Από την εξέλιξη θα προκύψουν βέβαια και οι κερδισμένοι- τόσο στο μέτωπο των παραγωγών όσο και σε εκείνο των αγοραστών πετρελαίου.
Της Νατάσας Στασινού
[email protected]
Οι ΗΠΑ και η Βενεζουέλα βιώνουν ένα ταραχώδες, επώδυνο «διαζύγιο», το οποίο προβλέπεται να έχει σημαντικές συνέπειες όχι μόνο στο καθεστώς Μαδούρο, αλλά και στην αμερικανική πλευρά και ευρύτερα στην αγορά πετρελαίου. Από την εξέλιξη θα προκύψουν βέβαια και οι κερδισμένοι- τόσο στο μέτωπο των παραγωγών όσο και σε εκείνο των αγοραστών πετρελαίου.
Σε αντίθεση με το «αφήγημα», που διακινείται στη χώρα μας και αλλού, οι ΗΠΑ δεν είχαν επιβάλλει έως σήμερα εμπάργκο στη Βενεζουέλα. Ήταν μάλιστα o μεγαλύτερος αγοραστής πετρελαίου της Βενεζουέλας. Έως τώρα είχαν επιβληθεί αμερικανικές οικονομικές κυρώσεις μόνο σε επτά πολίτες της. Θέλοντας ωστόσο να εντείνει την πίεση στον Νικολάς Μαδούρο, η κυβέρνηση Τραμπ αποφάσισε να βάλει στο στόχαστρο και την κρατικά ελεγχόμενη πετρελαϊκή βιομηχανία PDVSA.
Σε μία πρώτη αντίδραση της αγοράς, οι τιμές του πετρελαίου έκαναν άλμα 3% την Τρίτη και σήμερα συνεχίζουν να ακολουθούν την ανιούσα. Στόχος των Αμερικανών είναι βεβαίως να στερήσουν από το καθεστώς πολύτιμα έσοδα. Ωστόσο τις πιέσεις αισθάνονται και τα αμερικανικά διυλιστήρια, τα οποία εισήγαγαν έως τώρα 506.000 βαρέλια αργού ημερησίως από την PDVSA, σύμφωνα με στοιχεία του αμερικανικού υπουργείου Ενέργειας. Aυτή η ποσότητα θα πρέπει τώρα να καλυφθεί από αλλού.
Πρώτη επιλογή είναι ο Καναδάς, από τον οποίο οι ΗΠΑ ήδη εισάγουν περί τα 3,6 εκατ. βαρέλια αργού ημερησίως. Δεύτερος μεγαλύτερος προμηθευτής των αμερικανικών διυλιστηρίων είναι η Σαουδική Αραβία (1,05 εκατ. βαρέλια ημερησίως), η οποία ωστόσο είναι σαφές πως προσπαθεί να κόψει και όχι να αυξήσει τη ροή του πετρελαίου προς την αμερικανική αγορά, σε μία προσπάθεια να δώσει ώθηση στις τιμές. Το Ριάντ γνωρίζει πολύ καλά ότι η αγορά πετρελαίου επηρεάζεται άμεσα από τα στοιχεία για τα αμερικανικά αποθέματα πετρελαίου και θέλει να τα δει να υποχωρούν.
Ο Καναδάς λοιπόν κερδίζει, αλλά χάνουν οι αμερικανικές εταιρείες, όπως και οι καταναλωτές, που είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα δουν τις τιμές πετρελαίου και βενζίνης να αυξάνονται, κόντρα στις υποσχέσεις του Αμερικανού προέδρου.
«Πρόκειται αναμφίβολα για μία ανεπιθύμητη επίπτωση της εξωτερικής πολιτικής του Τραμπ» σχολιάζει στο CNN o Μάικλ Ταν, διευθυντής ενεργειακής στρατηγικής της RBC Capital Markets.
Ο στόχος του πλήγματος στην PDVSA επιτυγχάνεται πάντως. Ο κρατικός κολοσσός (που πάντως βλέπει ήδη τα τελευταία χρόνια την παραγωγή του να καταρρέει εν μέσω σκανδάλων διαφθοράς και κακοδιοίκησης) χάνει τον μεγαλύτερο πελάτη του. Αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να επιδιώξει την αύξηση των πωλήσεων σε άλλες μεγάλες αγορές- πρωτίστως της Ασίας- όπως είναι η Ινδία και η Κίνα. Για να τις προσελκύσει και να τις πείσει να περιορίσουν τις προμήθειές τους από τη Ρωσία και τις χώρες της Μέσης Ανατολής θα πρέπει να τους προσφέρει «γενναίες» εκπτώσεις. Είναι μία ευκαιρία για τις δύο πολυπληθέστερες οικονομίες του πλανήτη να αποκτήσουν, σε αντιθεση με τις ΗΠΑ, πρόσβαση σε φθηνό πετρέλαιο.
naftemporiki.gr