Οικονομία & Αγορές
Τρίτη, 15 Ιανουαρίου 2019 15:40

Παγκόσμια οικονομία: Επιστρέφει ολαταχώς στο 2008

Ο οικονομικός κύκλος αλλάζει. Ύστερα από πολυετή δυναμική ανάπτυξη η παγκόσμια οικονομία οδεύει προς τις χαμηλότερες ταχύτητες από το 2008, όταν η κατάρρευση της Lehman Brothers και η πιστωτική ασφυξία που ακολούθησε την έσπρωξαν στην ύφεση. Ο εμπορικός πόλεμος και το πολιτικό ρίσκο είναι τα δύο μεγάλα βαρίδια για το παγκόσμιο ΑΕΠ. ΗΠΑ, Κίνα και Ευρωζώνη έχουν παγιδευθεί σε μία κατάσταση, από την οποία δύσκολα θα βγουν. Κυβερνήσεις και κεντρικές τράπεζες καλούνται να αναθεωρήσουν τη στρατηγική τους. 

Της Νατάσας Στασινού
[email protected] 

Ο οικονομικός κύκλος αλλάζει. Ύστερα από πολυετή δυναμική ανάπτυξη η παγκόσμια οικονομία οδεύει προς τις χαμηλότερες ταχύτητες από το 2008, όταν η κατάρρευση της Lehman Brothers και η πιστωτική ασφυξία που ακολούθησε την έσπρωξαν στην ύφεση. Ο εμπορικός πόλεμος και το πολιτικό ρίσκο είναι τα δύο μεγάλα βαρίδια για το παγκόσμιο ΑΕΠ. ΗΠΑ, Κίνα και Ευρωζώνη έχουν παγιδευθεί σε μία κατάσταση, από την οποία δύσκολα θα βγουν. 

Η μεγαλύτερη οικονομία του πλανήτη, η αμερικανική, φαίνεται να τα πηγαίνει καλά προς ώρας, χάρη και στις «γενναίες» φοροελαφύνσεις. Η επίδρασή τους όμως θα εξασθενήσει φέτος και ακόμη περισσότερο το 2020, γεγονός που δεν αποκλείται να οδηγήσει σε απότομη επιβράδυνση. Πολλά θα εξαρτηθούν βεβαίως από την εξέλιξη των διαπραγματεύσεων με την Κίνα, την Ε.Ε., την Ιαπωνία και άλλες μεγάλες εμπορικές δυνάμεις, αλλά η τάση είναι ξεκάθαρα αρνητική προειδοποιούν οι ειδικοί. Αναλυτές και επενδυτές θεωρούν μάλιστα ότι η Federal Reserve θα αναγκαστεί να κάνει πίσω στα σχέδιά της για τις επιτοκιακές αυξήσεις. 

Η ΕΚΤ θεωρείται σχεδόν βέβαιο πως θα αποφύγει την όποια κίνηση στο μέτωπο των επιτοκίων, ακόμη και των καταθετικών, που παραμένουν σε αρνητικό έδαφος, στο -0,4%. Η Capital Economics υποβάθμισε πρόσφατα αισθητά τις προβλέψεις για το μπλοκ των 19 οικονομιών του ευρώ, προβλέποντας ανάπτυξη με ρυθμούς μόλις 1% φέτος και 0,8% το 2020 (έναντι προηγούμενης εκτίμησης για 1,8% και 1,5% αντίστοιχα). Οι προοπτικές για την ιδιωτική κατανάλωση στην νομισματική ένωση επιδεινώνονται, ενώ και ο αντίκτυπος των εξωτερικών προκλήσεων σε επιχειρηματικό και επενδυτικό κλίμα είναι μεγαλύτερος των αρχικών εκτιμήσεων. 

Αυτό που φοβίζει τους περισσότερους είναι οι άκρως απογοητευτικές επιδόσεις της Γερμανίας. Η μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης φαίνεται να είναι η μεγαλύτερη παράπλευρη απώλεια τόσο του εμπορικού πολέμου όσο και των φόβων για ένα no deal στο Brexit. Αναπτύχθηκε με τους βραδύτερους ρυθμούς των τελευταίων πέντε ετών το 2018 και απέφυγε οριακά την ύφεση. Για να μην βρεθεί σε τέλμα φέτος, απαιτείται αλλαγή του μίγματος πολιτικής από το Βερολίνο. 

Η βρετανική οικονομία δέχεται επίσης αναπόφευκτα πιέσεις, κάτι που δεν θα αλλάξει εάν δεν έχουμε άρση της αβεβαιότητας για το Brexit. Οι ειδικοί της CE έχουν υποβαθμίσει την πρόβλεψή τους για την εφετινή ανάπτυξη του βρετανικού ΑΕΠ στο 1,5% από 2,2% παρά τα στηρίγματα που δίνει η υποτίμηση της στερλίνας. Υπολογίζουν δε ότι το 2020 θα κατεβάσει περαιτέρω ταχύτητα στο 1%. 

Όσο για την Κίνα, βλέπουν ρυθμούς ανάπτυξης μολις 4,5% φέτος, μετά και την απροσδόκητα μεγάλη πτώση όχι μόνο των εξαγωγών αλλά και των εισαγωγών της δεύτερης μεγαλύτερης οικονομίας του πλανήτη. Εάν πάντως η Κίνα ήθελε πραγματικά να κάμψει τις αντιδράσεις της αμερικανικής πλευράς, περιορίζοντας το εμπορικό πλεόνασμα έναντι των ΗΠΑ, προκειμένου να δώσει τέλος στον «πόλεμο», που την πληγώνει, κάτι κάνει λάθος.

Τον Δεκέμβριο την ώρα που το σύνολο των εξαγωγών της υποχωρούσε- κόντρα στις προβλέψεις των αναλυτών για αύξηση- το εμπορικό πλεόνασμα έναντι του μεγάλου αντιπάλου διευρυνόταν. Συνολικά στο 2018 εξήγαγε στις ΗΠΑ αγαθά και υπηρεσίες αξίας 324 δισ. δολαρίων υψηλότερης από εκείνα, που εισήγαγε από την αμερικανική αγορά. Αυτό βεβαίως είναι ένα ηχηρό καμπανάκι και για τον Ντόναλντ Τραμπ που ισχυρίζεται ότι έχει «τρομερή επιτυχία» στην τακτική του απέναντι στο Πεκίνο. 

Κυβερνήσεις και κεντρικές τράπεζες καλούνται να αντιμετωπίσουν τη νέα πραγματικότητα και ενδεχομένως να ανατρέψουν σχέδια για τα οποία δήλωναν πολύ σίγουρες έως και πρόσφατα. Στην Ευρώπη, αλλά και στις ΗΠΑ η ανάγκη αυτή είναι ενδεχομένως πολύ πιο έντονη, αφού η πορεία της οικονομίας έχει άμεση επίδραση και στις κάλπες. 

naftemporiki.gr