Η Αυστραλία και το Λουξεμβούργο είναι οι χώρες που προσφέρουν τους καλύτερους κατώτατους μισθούς, ενώ σύμφωνα με τα στοιχεία του γερμανικού Ινστιτούτου Wirtschafts-und Sozialwissenschaftliches Institut (WSI) η Ελλάδα δεν είναι «ανταγωνιστική» σε αυτόν τον τομέα σε σχέση με άλλες χώρες της Κεντρικής Ευρώπης, καθώς οι αποδοχές που προσφέρει συγκλίνουν περισσότερο με αυτές στις χώρες των Βαλκανίων.
Από την έντυπη έκδοση
Της Σοφίας Εμμανουήλ
[email protected]
Η Αυστραλία και το Λουξεμβούργο είναι οι χώρες που προσφέρουν τους καλύτερους κατώτατους μισθούς, ενώ σύμφωνα με τα στοιχεία του γερμανικού Ινστιτούτου Wirtschafts-und Sozialwissenschaftliches Institut (WSI) η Ελλάδα δεν είναι «ανταγωνιστική» σε αυτόν τον τομέα σε σχέση με άλλες χώρες της Κεντρικής Ευρώπης, καθώς οι αποδοχές που προσφέρει συγκλίνουν περισσότερο με αυτές στις χώρες των Βαλκανίων.
Ειδικότερα, σύμφωνα με τη μελέτη, στο πλαίσιο της οποίας έγινε σύγκριση των αμοιβών σε διάφορες χώρες με βάση την αγοραστική δύναμη, η ωριαία αμοιβή στην Αυστραλία αντιστοιχεί σε 9,47 ευρώ, που είναι σχεδόν έξι φορές η αμοιβή που προσφέρεται στη Ρωσία και η οποία αντιστοιχεί μόλις σε 1,64 ευρώ. Το Λουξεμβούργο, σύμφωνα με τα στοιχεία του WSI, προσφέρει κατώτατη ωριαία αμοιβή στα 9,37 ευρώ, ενώ στη Γαλλία το αντίστοιχο ποσό διαμορφώνεται σε 9,18 ευρώ. Το Τop 5 των χωρών με τις καλύτερες ελάχιστες αποδοχές συμπληρώνουν η Γαλλία, η Ολλανδία και η Γερμανία, που προσφέρουν αντίστοιχα 9,18 ευρώ, 8,79 ευρώ και 8,57 ευρώ. Κάτω από τα 8 ευρώ είναι η κατώτατη αμοιβή για μιας ώρας εργασία στο Ηνωμένο Βασίλειο και ανέρχεται σε 7,62 ευρώ, ενώ Σλοβενία, Πολωνία και Μάλτα προσφέρουν κάτω από 6 ευρώ την ώρα (ήτοι 5,96 ευρώ, 5,28 ευρώ και 5,28 ευρώ αντίστοιχα). Άλλες χώρες, στη Νότια Ευρώπη και στα Βαλκάνια όπως η Ρουμανία, η Ισπανία, η Ουγγαρία, η Πορτογαλία, η Τσεχία, η Σλοβακία και η Κροατία προσφέρουν λιγότερα από 5 ευρώ την ώρα, ενώ το επίπεδο κατώτατου μισθού στην Ελλάδα είναι ακόμη χαμηλότερο (3,94 ευρώ) προσεγγίζοντας περισσότερο τα επίπεδα της Βουλγαρίας (3,28 ευρώ ανά ώρα), της Λιθουανίας (3,87 ευρώ), της Λετονίας (3,60 ευρώ) και της Εσθονίας (3,92 ευρώ). Η Ελλάδα στον παγκόσμιο χάρτη δεν απέχει πολύ από τη Βραζιλία (προσφέρει 1,67 ευρώ) και την Αργεντινή (από την οποία μάλιστα είναι λίγο «χειρότερη» 4,16 ευρώ). Συγκαταλέγεται δηλαδή μεταξύ των χωρών με τις χαμηλότερες ελάχιστες αποδοχές.
Τα στοιχεία του ελληνικού υπουργείου Εργασίας που έλαβε υπόψη το WSI στη μελέτη του δείχνουν ότι ο ελάχιστος μισθός στον ιδιωτικό τομέα στη χώρα μας υπολογίζεται με βάση μια εβδομάδα εργασίας 40 ωρών (173 ώρες ανά μήνα) και ανέρχεται σε 586,08 ευρώ τον μήνα ή 3,39 ευρώ την ώρα το 2018. Ενδιαφέρον έχει και η εξέλιξη του κατώτατου μισθού τις δύο τελευταίες δεκαετίες. Αξίζει να σημειωθεί ότι το 1998, από τα 417 ευρώ αυξήθηκε σε 425 ευρώ τον μήνα και μέχρι το 2000 έφτασε στα 458 ευρώ. Μέχρι το 2004 αυξήθηκε σε 560 ευρώ και το 2008 πήγε στα 701 ευρώ. Ο κατώτατος μηνιαίος μισθός έφθασε στο υψηλότερο επίπεδο της εξεταζόμενης περιόδου το 2012, που ήταν 751,39 ευρώ ή 4,34 ευρώ την ώρα. Από το 2013 μειώθηκε σε 586,08 ευρώ.
Οι τάσεις
Είναι σαφές ότι η στήριξη των χαμηλά αμειβόμενων εργαζομένων αποτελεί βασικό στόχο για τις κυβερνήσεις σε όλο τον κόσμο, ιδίως μετά την χρηματοπιστωτική κρίση που επιδείνωσε τις ανισότητες σε πολλές χώρες. Ο κατώτατος μισθός έχει θεσπιστεί προκειμένου να προσφέρει διέξοδο από το φάσμα της φτώχειας, αν και έχει αμφισβητηθεί αποτελώντας το επίκεντρο πολιτικά φορτισμένων συζητήσεων. Πρόσφατα, η ισπανική κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι ο ελάχιστος μισθός θα αυξηθεί κατά 22% το 2019. Πρόκειται για τη μεγαλύτερη αύξηση της τελευταίας 40ετίας. Αλλά και ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν δήλωσε ότι θα αυξήσει τον κατώτατο μισθό στη χώρα του. Ακόμα και στην Αυστραλία, η οποία διαθέτει ένα από τα υψηλότερα επίπεδα κατώτατου μισθού στον κόσμο, υπάρχει ένταση μεταξύ της αρμόδιας επιτροπής δίκαιης εργασίας (η οποία είναι επιφορτισμένη με τον καθορισμό του κατώτατου ορίου στους μισθούς) και των συνδικάτων, που θεωρούν ότι οι επιχειρήσεις έχουν την ευθύνη να πληρώσουν επαρκώς τους εργαζομένους τους ώστε αυτοί να μπορούν να ζήσουν. Υπάρχει βέβαια και η άλλη άποψη, που δεν ευνοεί την περαιτέρω αύξηση του κατώτατου μισθού και η οποία υποστηρίζει ότι ένας υψηλός κατώτατος μισθός αντιβαίνει στις πολιτικές αύξησης των θέσεων εργασίας και εμποδίζει την επιχειρηματικότητα.
Μια έκθεση του βρετανικού Ινστιτούτου Φορολογικών Μελετών (Institute for Fiscal Studies), που επικαλείται σε ένα σχετικό άρθρο στο WEF η Emma Charlton, προειδοποίησε ότι η αύξηση του κατώτατου μισθού διαβίωσης θα μπορούσε να αναβαθμίσει τον κίνδυνο να χαθούν πολλές θέσεις εργασίας λόγω της αυτοματοποίησης. Οι ακαδημαϊκές μελέτες δίνουν αντικρουόμενα συμπεράσματα αμφισβητώντας τις ιδέες που έχουν διατυπωθεί τα προηγούμενα χρόνια σχετικά με τα κατώτατα όρια αμοιβών και τη σύνδεσή τους με τις περικοπές θέσεων εργασίας, τη μείωση του χρόνου εργασίας, τις πιέσεις στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και στις τιμές. Πλέον διαπιστώνεται ότι είναι πολύ μικρές οι επιπτώσεις στην απασχόληση από τις αυξήσεις στις ελάχιστες μισθολογικές απολαβές.
Αξίζει να σημειωθεί ότι στην πραγματικότητα, πολλοί χαμηλόμισθοι εργαζόμενοι σε ανεπτυγμένες χώρες εργάζονται στον τομέα των υπηρεσιών. Σ' αυτόν τον κλάδο είναι ευκολότερο να μετακυλιστούν οι αυξήσεις των αμοιβών στους καταναλωτές μέσω υψηλότερων τιμών. Επίσης, ορισμένες εταιρείες δεν φοβούνται να πληρώνουν περισσότερα χρήματα για μισθούς, επειδή μειώνουν τις δαπάνες για προσλήψεις και κατάρτιση. Ωστόσο, υπάρχουν διαφοροποιήσεις. Στις ΗΠΑ για παράδειγμα, το κατώτατο όριο μισθού ποικίλλει ανά περιοχή. Πάντως στα στοιχεία του WSI εμφανίζεται να προσφέρει κατώτατο μισθό για μια ώρα απασχόλησης στα 5,83 ευρώ. Το κόστος ζωής επίσης κάνει τη διαφορά. Ενώ το επίπεδο αμοιβών σε απόλυτες τιμές στις ΗΠΑ έχει αυξηθεί τα τελευταία 50 χρόνια, οι εργαζόμενοι είναι φτωχότεροι, επειδή οι αυξήσεις δεν συμβαδίζουν με τον πληθωρισμό.
Υπάρχει όμως ένας ακόμη τρόπος να εξετασθούν και να διερευνηθούν οι επιπτώσεις των κατώτατων μισθών και των μεταβολών τους στην αγορά εργασίας: η παρακολούθηση της εξέλιξης αυτών των κατώτατων ορίων σε σχέση με τους μέσους μισθούς. Αυτό μπορεί να προσφέρει ένα μέτρο για το πόσο μπορεί να αυξηθεί ο κατώτατος μισθός, χωρίς όμως να οδηγήσει σε σημαντικές απώλειες θέσεων εργασίας.
Χάσμα αμοιβών και μεταξύ των φύλων
Δεν θα πρέπει να παραβλέπεται και η συζήτηση γύρω από το χάσμα αμοιβών μεταξύ των δύο φύλων που εργάζονται σε χαμηλόμισθες θέσεις.
Σε συνδυασμό με το γεγονός ότι οι άνδρες και οι γυναίκες διαφέρουν σημαντικά ως προς τις κατηγορίες θέσεων εργασίας που καλύπτουν, οι διαφορές αυτές οδηγούν σε χάσμα ελάχιστων μισθών μεταξύ των δύο φύλων.
Είναι ενδεικτικό ότι στην Αυστραλία, που προσφέρει υψηλές κατώτατες αμοιβές, οι γυναίκες με ελάχιστο μισθό κερδίζουν περίπου 10% λιγότερα ανά ώρα από τους άνδρες συναδέλφους τους.
Διαπιστώνεται επίσης ότι συνήθως οι κατώτατοι μισθοί είναι χαμηλοί στις θέσεις εργασίας που καλύπτονται παραδοσιακά από γυναίκες.
Όσο υψηλότερο είναι το μερίδιο των ανδρών στην απασχόληση σε ένα επάγγελμα ή σε έναν βιομηχανικό κλάδο, τόσο υψηλότερα είναι και τα επίπεδα των μισθών - τόσο για τους άνδρες όσο και για τις γυναίκες.
Αναλυτές επισημαίνουν ότι το χάσμα μεταξύ των φύλων σε ό,τι αφορά τους κατώτατους μισθούς θα μπορούσε να μειωθεί εάν ήταν ουδέτερο σε σχέση με τη σύνθεση των φύλων, των επαγγελμάτων και των κλάδων.
Το εάν και πώς οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής θα πρέπει να αντιμετωπίσουν αυτό το ζήτημα πιο σοβαρά εξαρτάται από το γιατί υπάρχουν χαμηλότεροι κατώτατοι μισθοί για τις θέσεις εργασίας που συνήθως κατέχονται από τις γυναίκες.