Οικονομία & Αγορές
Παρασκευή, 21 Δεκεμβρίου 2018 09:44

Βελτίωση με αστερίσκους για τις τράπεζες

Βελτιωμένες συνθήκες στο τραπεζικό σύστημα ως προς κάποιες από τις πτυχές του βλέπει η ενδιάμεση έκθεση του διοικητή της ΤτΕ. Ωστόσο, ο κ. Στουρνάρας επισημαίνει τις χαμηλές επιδόσεις των ρυθμίσεων στα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα.
 

Από την έντυπη έκδοση 

Tης Ειρήνης Σακελλάρη
[email protected]

Βελτιωμένες συνθήκες στο τραπεζικό σύστημα ως προς κάποιες από τις πτυχές του βλέπει η ενδιάμεση έκθεση του διοικητή της ΤτΕ. Ωστόσο, ο κ. Στουρνάρας επισημαίνει τις χαμηλές επιδόσεις των ρυθμίσεων στα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα.

Η καταθετική βάση των τραπεζών εξακολουθεί να ενισχύεται και η προσφυγή σε χρηματοδότηση από την κεντρική τράπεζα έχει περιοριστεί σημαντικά. Συνεχίζεται η αντιμετώπιση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων. Η έκταση ωστόσο του προβλήματος είναι τέτοια ώστε θεωρείται σκόπιμο να εξετασθεί το ενδεχόμενο να μεταφερθούν τέτοια στοιχεία από τα βιβλία των τραπεζών σε έναν φορέα που θα συσταθεί για την αντιμετώπισή τους.

Τα αποτελέσματα των τραπεζών μειώθηκαν το 9μηνο του 2018 σε σχέση με το 9μηνο του 2017. Οι δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας παραμένουν υψηλοί, ενώ αυξήθηκε η κάλυψη των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων με προβλέψεις και εξασφαλίσεις σε σχέση με τον Δεκέμβριο του 2017.

Ανάκαμψη δείχνει η πιστωτική επέκταση των τραπεζών ιδίως προς τις μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις, ενώ τα επιτόκια καταθέσεων έχουν σταματήσει να μειώνονται και τα επιτόκια επιχειρηματικής πίστης συνεχίζουν να υποχωρούν.

Η αγορά ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου και η αγορά μετοχών στο Χ.Α. έχουν επηρεαστεί από τις αναταράξεις στις διεθνείς αγορές.

Οι κυριότερες εξελίξεις στον τραπεζικό τομέα το εννεάμηνο του 2018 ήταν η διενέργεια άσκησης προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων εκ μέρους της ΕΚΤ στις αρχές Μαΐου 2018, μέσω της οποίας επιβεβαιώθηκε ότι η κεφαλαιακή επάρκεια των συστημικών τραπεζών διατηρείται σε ικανοποιητικό επίπεδο, η διαφοροποίηση των πηγών χρηματοδότησης των τραπεζών και η σταδιακή υποχώρηση του αποθέματος των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (ΜΕΑ), σε συμμόρφωση με τους τεθέντες στόχους. 

Ωστόσο, το εν λόγω απόθεμα παραμένει ιδιαίτερα υψηλό, ενώ η οργανική κερδοφορία των τραπεζών παραμένει αδύναμη. Καταγράφηκε υποχώρηση των εσόδων από τοκοφόρες εργασίες, η οποία δεν αντισταθμίστηκε από την αύξηση που εμφάνισαν τα έσοδα από μη τοκοφόρες εργασίες (από προμήθειες και από χρηματοοικονομικές πράξεις). 

Κεφαλαιακή επάρκεια
Μειωμένες εμφανίστηκαν οι προβλέψεις της περιόδου για τον πιστωτικό κίνδυνο, δεδομένης της προόδου αναφορικά με τη διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, αλλά και της αύξησης του επιπέδου των προβλέψεων στην αρχή του έτους μετά την υιοθέτηση του ΔΠΧΠ 9. Όσον αφορά την κεφαλαιακή επάρκεια, τόσο ο Δείκτης Κεφαλαίου Κοινών Μετοχών (Common Equity Tier 1 - CET1) σε ενοποιημένη βάση όσο και ο Δείκτης Κεφαλαιακής Επάρκειας παρέμειναν στο τέλος Σεπτεμβρίου 2018 σε ικανοποιητικό επίπεδο (15,6% και 16,2% αντίστοιχα). 

«Κόκκινα» δάνεια
Αναφορικά με την ποιότητα του εγχώριου χαρτοφυλακίου δανείων, τα ΜΕΑ ανήλθαν στο τέλος Σεπτεμβρίου 2018 σε 84,7 δισ. ευρώ, μειωμένα κατά περίπου 9,7 δισ. ευρώ συγκριτικά με το τέλος Δεκεμβρίου 2017 και κατά περίπου 22,4 δισ. ευρώ (δηλ. περισσότερο από 1/6) έναντι του Μαρτίου 2016, οπότε είχε καταγραφεί και το υψηλότερο επίπεδο ΜΕΑ. Η υποχώρηση του αποθέματος των ΜΕΑ κατά τη διάρκεια του 2018 οφείλεται κυρίως σε διαγραφές ύψους 4,4 δισ. ευρώ (εκ των οποίων τα 2,6 δισ. αφορούν καταγγελμένες απαιτήσεις, κυρίως επιχειρηματικών δανείων) και πωλήσεις ύψους 5,2 δισ. ευρώ. Οι τελευταίες εμφανίζουν αύξηση το β’ και γ’ τρίμηνο του έτους, ενώ οι τράπεζες έχουν προαναγγείλει επιτάχυνση των πωλήσεων τα επόμενα τρίμηνα. 

Σχετική βελτίωση εμφανίζουν το εννεάμηνο του 2018 και οι εισπράξεις από ρευστοποιήσεις, καθώς οι ηλεκτρονικοί πλειστηριασμοί παράγουν τα πρώτα αποτελέσματα. Το συνολικό ποσό που ανακτήθηκε από τις τράπεζες μέσω αυτής της οδού παραμένει ωστόσο χαμηλό μέχρι στιγμής. Γενικά, ανησυχητικό είναι το γεγονός ότι, παρά τις βελτιώσεις στο οικονομικό και θεσμικό περιβάλλον, οι εισπράξεις μέσω ενεργητικής διαχείρισης παραμένουν περιορισμένες. Επιπροσθέτως, οι νέες ροές μη εξυπηρετούμενων δανείων (defaulted) που δημιουργήθηκαν κατά τη διάρκεια του εννεαμήνου εξακολουθούν να υπερβαίνουν τις πιστώσεις που είχαν παρουσιάσει καθυστέρηση στο παρελθόν, αλλά άρχισαν και πάλι να εξυπηρετούνται (cured). Ο λόγος των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων προς το σύνολο των ανοιγμάτων παρέμεινε τον Σεπτέμβριο του 2018 σε υψηλό επίπεδο (46,7%). 

Ως προς τις επιμέρους κατηγορίες χαρτοφυλακίων, ο δείκτης ΜΕΑ διαμορφώθηκε σε 44,7% για το στεγαστικό, 53% για το καταναλωτικό και 46,9% για το επιχειρηματικό χαρτοφυλάκιο. Εντός του επιχειρηματικού χαρτοφυλακίου, ο δείκτης για το χαρτοφυλάκιο τόσο των ελεύθερων επαγγελματιών και πολύ μικρών επιχειρήσεων όσο και των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων παραμένει ιδιαίτερα υψηλός (68,6% και 60,9% αντίστοιχα), ενώ καλύτερες επιδόσεις παρατηρούνται στο χαρτοφυλάκιο των μεγάλων επιχειρήσεων (27,4%) καθώς και στο χαρτοφυλάκιο ναυτιλιακών δανείων (29,8%). Όσον αφορά τη διάρθρωση των ΜΕΑ, το 46,1% του υπολοίπου αφορά δανειακές συμβάσεις που έχουν ήδη καταγγελθεί από τις τράπεζες, το 31,4% αφορά δάνεια αβέβαιης είσπραξης («unlikely to pay») και το 22,5% δάνεια σε καθυστέρηση μεγαλύτερη των 90 ημερών, τα οποία δεν έχουν ακόμη καταγγελθεί. Επίσης, πολλοί δανειολήπτες έχουν αιτηθεί νομική προστασία (14,2% του συνόλου των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων). Όσον αφορά την κάλυψη των ΜΕΑ από προβλέψεις, ο σχετικός δείκτης κάλυψης αυξήθηκε το εννεάμηνο του 2018 σε 47,0%, από 46,3% στο τέλος του 2017, εξέλιξη που οφείλεται στις επιπλέον προβλέψεις που σχηματίστηκαν από τα πιστωτικά ιδρύματα στο πλαίσιο της εφαρμογής του ΔΠΧΠ 9 από την 1η Ιανουαρίου 2018.

Θετική εξέλιξη αποτελεί το γεγονός ότι τα τελευταία έτη οι τράπεζες συνομολογούν κυρίως λύσεις ρύθμισης μακροπρόθεσμου χαρακτήρα για τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα.

Aνησυχητικές οι επιδόσεις των ρυθμίσεων 
Στο τέλος Σεπτεμβρίου 2018 το υπόλοιπο των ΜΕΑ που συνδεόταν με ρυθμίσεις ανερχόταν σε 31,9 δισ. ευρώ. Ανησυχητικά υψηλό παραμένει το ποσοστό των δανείων που είχαν τεθεί σε καθεστώς ρύθμισης, αλλά εμφάνισαν και πάλι καθυστέρηση μετά τη συνομολόγηση της ρύθμισης. 

Σε μεγάλο μέρος των ρυθμίσεων τόσο βραχυπρόθεσμου όσο και μακροπρόθεσμου τύπου, η καθυστέρηση εμφανίζεται μόλις ένα τρίμηνο μετά την εφαρμογή της ρύθμισης. 

Όσον αφορά τους στόχους που έχουν θέσει οι τράπεζες για τη μείωση των ΜΕΑ, κατά το γ’ τρίμηνο του 2018 τα ΜΕΑ διαμορφώθηκαν σε επίπεδο 1,9 δισ. ευρώ χαμηλότερα από το ποσό-στόχο. 

Σε επίπεδο δανείων σε καθυστέρηση άνω των 90 ημερών, τα πραγματοποιηθέντα μεγέθη είναι καλύτερα από τον στόχο κατά περίπου 1 δισ. ευρώ. Συνολικά, και με βάση τις τάσεις που παρατηρούνται τα τελευταία δύο τουλάχιστον χρόνια, ο ρυθμός μείωσης των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων, αν και βελτιώνεται, δεν είναι ικανός ώστε να επιτευχθεί σύντομα μία σημαντική αποκλιμάκωση του υπολοίπου, γι’ αυτό και η ΤτΕ δημιούργησε νέα πρόταση για την αντιμετώπισή του μέσω της σύστασης Εταιρείας Ειδικού Σκοπού.