Η επίτευξη των στόχων μείωσης των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων περιορίζει τα περιθώρια βελτίωσης των αποδόσεων για τις ελληνικές συστημικές τράπεζες, σημειώνει η Morgan Stanley σε έκθεσή της.
Η επίτευξη των στόχων μείωσης των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων περιορίζει τα περιθώρια βελτίωσης των αποδόσεων για τις ελληνικές συστημικές τράπεζες, σημειώνει η Morgan Stanley σε έκθεσή της.
Σύμφωνα με τη Morgan Stanley, ο στόχος που έχει τεθεί για το 2021, σε ό,τι αφορά τα NPEs, παραμένει πάνω από το 20%, συνεπώς είναι λίγες οι ευκαιρίες για τους επενδυτές να «ποντάρουν» στην ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας μέσω των τραπεζών.
Στην έκθεση τονίζεται ότι μια «bad bank» θα «ξεκλείδωνε» το αισιόδοξο σενάριο για τις μετοχές της Εθνικής Τράπεζας και της Eurobank.
Η Morgan Stanley χαρακτηρίζει φιλόδοξους τους στόχους μείωσης των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων για το 2021. Όπως τονίζει, δεδομένης της πτώσης της τιμής των τραπεζικών μετοχών, υπάρχει σκεπτικισμός στην αγορά, σε ό,τι αφορά την ικανότητα των τραπεζών να επιτύχουν τους στόχους τους με κεφαλαιακά ουδέτερο τρόπο.
Σύμφωνα τη Morgan Stanley, οι τράπεζες μπορούν να πετύχουν τους στόχους αυτούς, ωστόσο οι αποδόσεις τους θα παραμείνουν σημαντικά πιεσμένες. Η επενδυτική τράπεζα δηλώνει λιγότερο αισιόδοξη για τον ρυθμό της ανάκαμψης των οργανικών NPEs. Στο βασικό της σενάριο, προβλέπει πως οι τράπεζες θα ανταποκριθούν στους στόχους μείωσης των NPEs, ωστόσο το κόστος του ρίσκου τους θα παραμείνει σε αυξημένα επίπεδα και οι αποδόσεις θα παραμείνουν πιεσμένες.
Η Morgan Stanley στέκεται στο σχέδιο της Τράπεζας της Ελλάδος για μία «bad bank» που θα επιταχύνει τη μείωση των NPEs. Κατά τις εκτιμήσεις της, δεδομένης της πρόθεσης δημιουργίας οχήματος ειδικού σκοπού, το κόστος για τους επενδυτές αν το επίπεδο των NPEs μειωνόταν στο 10% το επόμενο έτος, θα ανερχόταν σε 11,1 δισ. ευρώ, καθώς σε μια τέτοια περίπτωση θα απαιτηθούν επιπλέον κεφάλαια.
Τα βασικά συμπεράσματα της έκθεσης της Morgan Stanley, μεταξύ άλλων, είναι: