Την ακτινογραφία των τραπεζών μέσα από το πρόγραμμα εξυγίανσης των ισολογισμών τους σε ό,τι αφορά τα «κόκκινα» δάνεια, αλλά και μέσα από τα προγράμματα χορηγήσεων που θα αναθερμάνουν και την ελληνική οικονομία, πραγματοποιεί αυτή την περίοδο η Moody’s, η οποία επισκέπτεται τούτες τις μέρες τις τέσσερις συστημικές τράπεζες.
Από την έντυπη έκδοση
Των Ειρήνης Σακελλάρη και Γιώργου Σακκά
Την ακτινογραφία των τραπεζών μέσα από το πρόγραμμα εξυγίανσης των ισολογισμών τους σε ό,τι αφορά τα «κόκκινα» δάνεια, αλλά και μέσα από τα προγράμματα χορηγήσεων που θα αναθερμάνουν και την ελληνική οικονομία, πραγματοποιεί αυτή την περίοδο η Moody’s, η οποία επισκέπτεται τούτες τις μέρες τις τέσσερις συστημικές τράπεζες.
Ο οίκος δείχνει μάλλον ικανοποιημένος από τα αποτελέσματα των συναντήσεών του, ενώ, αν και εφόσον οι εξελίξεις στα δύο παραπάνω θέματα κινηθούν σε έδαφος θετικό -και δεν υπάρξει κάποιο απρόοπτο γεγονός που να επηρεάσει την εθνική οικονομία-, φρονεί πως θα πρέπει να αξιολογήσει το ενδεχόμενο να κινηθεί σε δρόμο ανάλογο με τους άλλους οίκους αξιολόγησης. Υπενθυμίζεται πως η Moody’s την άνοιξη (Μάρτιος 2019) επαναξιολογεί οικονομία και τράπεζες και βρίσκεται αρκετά πίσω από τη βαθμολόγηση των λοιπών διεθνών οίκων, των οποίων τις εκτιμήσεις κάποια στιγμή θα πρέπει να συναντήσει...
Η συντηρητική εκτίμηση του διεθνούς οίκου μάλλον αντικατόπτρισε τα όσα συνέβησαν το προηγούμενο χρονικό διάστημα στο Χρηματιστήριο, ωστόσο τα πιστωτικά ιδρύματα της χώρας έδειξαν πως αντιμετωπίζουν με εμπροσθοβαρές σύστημα το πρόβλημά τους και προτίθενται να κινηθούν επιθετικά προκειμένου να επιτύχουν τον μέσο όρο «κόκκινων» δανείων στην Ευρώπη.
Οι χορηγήσεις των πιστωτικών ιδρυμάτων, σε συνδυασμό με το κατά πόσον οι ελληνικές τράπεζες θα σταθούν αρωγοί στον αγώνα των ελληνικών επιχειρήσεων διαμορφώνουν τις συνθήκες εκείνες που θα επιτρέψουν στους οίκους μια αξιοκρατική αξιολόγηση.
Ήδη κάποιες τράπεζες έχουν κινηθεί με ταχύτητα προς αυτήν την κατεύθυνση, όπως η Eurobank, ενώ κάποιες άλλες διαμορφώνουν συνθήκες επιτυχούς χρηματοδότησης της εθνικής οικονομίας, όπως π.χ. η Alpha Bank.
H Moody’s δεν θα δει σε αυτή τη φάση την Τράπεζα της Ελλάδος, θεωρεί όμως θετική την προσέγγισή της για τα «κόκκινα» δάνεια και περιμένει επισημοποίηση της πρότασης όταν αυτή αξιολογηθεί πλήρως από τους θεσμούς.
Οι εκτιμήσεις, πάντως, μιλούν για ένα πλήθος λύσεων που θα διαμορφωθούν στην πορεία και οι οποίες θα καθοριστούν μέσα από τις δυνατότητες και τις ανάγκες των πιστωτικών ιδρυμάτων, που σε κάθε περίπτωση δεν είναι όλες ίδιες.
Τα «κόκκινα» δάνεια, όπως λένε όλοι οι τραπεζίτες, σηματοδοτούν μια νέα ακτινογραφία για τις τράπεζες:
* Αλλαγή στο status του ισολογισμού των πιστωτικών ιδρυμάτων
* Ανάγκες για κεφαλαιακή ενίσχυση
* Δυνατότητες χρηματοδότησης της οικονομίας μέσω της χορήγησης νέων δανείων
* Συνεργασίες με διεθνή funds για αναδιάρθρωση, πώληση, τιτλοποίηση.
Τα στοιχεία αυτά είναι που πλέον θα διαμορφώσουν τον τρόπο με τον οποίον θα κινηθούν οι διεθνείς οίκοι αξιολόγησης, οι οποίοι θα κρίνουν και μέσα από αυτό το πρίσμα τον ρόλο στα κεφάλαια των τραπεζών των αναβαλλόμενων φορολογικών απαιτήσεων. Ας σημειωθεί πως οι οίκοι αξιολόγησης, σε αντίθεση με τον τρόπο με τον οποίον κινούνται οι αρχές (π.χ. ΕΚΤ), δεν υπολογίζουν ως κεφάλαιο των αναβαλλόμενο φόρο και επομένως σκιαγραφούν ως μεγαλύτερες τις κεφαλαιακές ανάγκες των πιστωτικών ιδρυμάτων.
Στις επενδύσεις επικεντρώνεται η Citi
Εν τω μεταξύ, σε έκθεσή της η Citigroup παρατηρεί πως μαζί με τα καλύτερα του αναμενομένου δημοσιονομικά αποτελέσματα, υπήρξε κάποια αποκατάσταση της εμπιστοσύνης μεταξύ των ξένων επενδυτών στην ελληνική οικονομία.
Το πραγματικό ΑΕΠ επιταχύνθηκε κατά πάσα πιθανότητα πάνω από 2% το 2018, καταγράφοντας τον ταχύτερο ρυθμό από το 2007, αν και το επίπεδο του ΑΕΠ παραμένει κατά περίπου 25% κάτω από το επίπεδο του 2007. Όπως επισημαίνει η Citigroup, οι εσωτερικές αποταμιεύσεις εξακολουθούν να είναι σε μεγάλο βαθμό ανεπαρκείς για την κάλυψη των επενδυτικών αναγκών της οικονομίας, αφού οι πραγματικές επενδύσεις μειώθηκαν κατά 65% από το 2007.
Οι τραπεζικές πιστώσεις εξακολουθούν να συρρικνώνονται, καθώς οι τράπεζες επιβαρύνονται με υψηλά (αν και μειωμένα) μη εξυπηρετούμενα δάνεια (42,3% των δανείων).
Η Τράπεζα της Ελλάδος σχεδιάζει να δημιουργήσει ένα είδος «κακής τράπεζας» για να μεταφέρει μέρος των μη εξυπηρετούμενων δανείων των τραπεζών, ώστε να αποδεσμευτούν ορισμένες πιστώσεις στην οικονομία το 2019-2020.
Συνολικά, ωστόσο, οι οικονομικές προοπτικές παραμένουν σε μεγάλο βαθμό εξαρτημένες από τις διακυμάνσεις της εμπιστοσύνης μεταξύ των ξένων επενδυτών, οι οποίοι παραμένουν σχεδόν οι μόνοι χρηματοδότες για την οικονομία.
To 2019 ο εκλογικός κίνδυνος είναι υψηλός, αναφέρει η έκθεση. Οι γενικές εκλογές αναμένονται το αργότερο στις 19 Σεπτεμβρίου, αλλά υπάρχουν εικασίες ότι η κυβέρνηση μπορεί να τις προκηρύξει τελικώς αρκετά νωρίτερα, δηλαδή την άνοιξη.
Η βελτίωση της οικονομίας συνέβαλε στη δημοσκοπική ανάκαμψη του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά όχι αρκετά για να ξεπεράσει το κύριο κόμμα της αντιπολίτευσης, τη συντηρητική Νέα Δημοκρατία.
Μια συντηρητική κυβέρνηση θα ήταν πιθανότατα πιο φιλική προς την αγορά και τις επιχειρήσεις, αν και μπορεί να είναι δύσκολο να επιτευχθεί αυτοδυναμία, δεδομένου του κατακερματισμού του Κοινοβουλίου, αναφέρεται στην έκθεση. Με αυτόν τον τρόπο ο οίκος επισημαίνει τον πολιτικό κίνδυνο.
Η Deutsche Bank για τα NPLs
Οι ελληνικές τράπεζες μείωσαν τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια κατά 4% στο τρίτο τρίμηνο, σημειώνει η Deutsche Bank στην έκθεσή της για την πορεία των NPLs των ευρωπαϊκών τραπεζών. Η Deutsche Bank αναμένει πρόσθετες βελτιώσεις στο τελευταίο τρίμηνο του έτους, ενώ μετά την πρόταση της Τράπεζας της Ελλάδος για μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, αναμένει επίσης επιτάχυνση των στόχων μείωσης για το 2019-2021.