Η σημερινή έφοδος στα γραφεία της Deutsche Bank στο πλαίσιο έρευνας για τα Panama Papers δεν ήταν μεν αναμενόμενη. Αλλά ήταν τρόπον τινά μέρος της «ρουτίνας», που ζει η κορυφαία γερμανική τράπεζα την τελευταία δεκαετία. Όσο και εάν παλεύει να ξεφύγει από τα σκάνδαλα και να ρυθμίσει τις «αμαρτίες» της μέσω διακανονισμών με αρχές και επενδυτές, οι νομικές περιπέτειές της δεν φαίνεται να έχουν τέλος. Έχει δαπανήσει περισσότερα από 18 δισ. σε πρόστιμα και διακανονισμούς από το 2008, ενώ έχει δει την κεφαλαιοποίησή της να συρρικνώνεται 76% την τελευταία πενταετία.
Της Νατάσας Στασινού
[email protected]
Η σημερινή έφοδος στα γραφεία της Deutsche Bank στο πλαίσιο έρευνας για τα Panama Papers δεν ήταν μεν αναμενόμενη. Αλλά ήταν τρόπον τινά μέρος της «ρουτίνας», που ζει η κορυφαία γερμανική τράπεζα την τελευταία δεκαετία. Όσο και εάν παλεύει να ξεφύγει από τα σκάνδαλα και να ρυθμίσει τις «αμαρτίες» της μέσω διακανονισμών με αρχές και επενδυτές, οι νομικές περιπέτειές της δεν φαίνεται να έχουν τέλος.
Την τελευταία δεκαετία, σύμφωνα με υπολογισμούς του Bloomberg, έχει δαπανήσει περισσότερα από 18 δισ. δολάρια σε πρόστιμα και διακανονισμούς και ο λογαριασμός θα μπορούσε να φουσκώσει επικίνδυνα, όπως και οι πιέσεις στην μετοχή της. Η Deutsche Bank έχει δει την κεφαλαιοποίησή της να υποχωρεί 49,7% από τις αρχές του έτους. Την τελευταία τριετία έχει συρρικνωθεί κατά 58,64%, εάν πάμε μία πενταετία πίσω οι απώλειες υπερβαίνουν το 76%.
Μόλις πριν από δύο χρόνια, τον Νοέμβριο του 2016, η ραγδαία πτώση της μετοχής είχε πυροδοτήσει έντονες ανησυχίες για το μέλλον της γερμανικής τράπεζας. Το σφυροκόπημα τότε είχε πυροδοτήσει η απόφαση του αμερικανικού υπουργείου Δικαιοσύνης να επιβάλλει πρόστιμο ύψους 14 δισ. δολαρίων για την πώληση τοξικών τιτλοποιημένων χρεογράφων, που βρέθηκαν στο επίκεντρο της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης. Η διαπραγμάτευση έριξε τελικά το πρόστιμο στα 7,2 δισ. δολάρια. Ωστόσο η τράπεζα εξακολουθεί να έρχεται αντιμέτωπη με αγωγές για την πώληση τιτλοποιημένων ενυπόθηκων δανείων.
Σήμερα πέραν της έρευνας για τα Panama Papers, έντονη συζήτηση προκαλεί και η εμπλοκή της στο πολύκροτο σκάνδαλο της Danske Bank. Πρόκειται για μία υπόθεση ξεπλύματος μαύρου χρήματος, που έχει προκαλέσει αναταράξεις σε Ευρώπη, αλλά και ΗΠΑ. Στο μικροσκόπιο των αρχών βρίσκονται ύποπτες συναλλαγές ύψους 230 δισ. δολαρίων, με έναν μάρτυρα δημοσίου συμφέροντος να υποστηρίζει ότι το ήμιση εξ αυτών πέρασαν και από την αμερικανική μονάδα της Deutsche Bank. H ίδια η γερμανική τράπεζα έχει επιβεβαιώσει ότι λειτουργούσε ως ανταποκρίτρια τράπεζα της εσθονικής θυγατρικής της Danske, αλλά αρνείται την όποια γνώση για ξέπλυμα χρήματος ή την όποια παράτυπη ενέργεια.
Να θυμίσουμε ότι τον Ιανουάριο του 2017 είχε κληθεί από βρετανικές και αμερικανικές ρυθμιστικές αρχές να πληρώσει πρόστιμο ύψους 629 εκατ. δολαρίων για ακόμη μία υπόθεση μαύρου χρήματος. Αυτή αφορούσε συναλλαγές ύψους 10 δισ. δολαρίων από Ρώσους πελάτες της. Έρευνα του αμερικανικού υπουργείου Δικαιοσύνης για την υπόθεση εξακολουθεί να βρίσκεται σε εξέλιξη. Η περιπέτεια αυτή ήταν σαφέστατα ένα πλήγμα για την τράπεζα, που διαθέτει παρουσία στη Ρωσία από το 1881.
Πολύ πιο ακριβά της στοίχισε βεβαίως η εμπλοκής της στο σκάνδαλο χειραγώγησης του διατραπεζικού επιτοκίου Libor. Από το 2013 έως το 2015 πλήρωσε περισσότερα από 3 δισ. δολάρια σε πρόστιμα στις αρχές Ε.Ε., Βρετανίας και ΗΠΑ για την υπόθεση.
Η γερμανική τράπεζα κλήθηκε να αντιμετωπίσει την τελευταία δεκαετία προβλήματα και προκλήσεις, που ταλάνισαν όλες τις ευρωπαϊκές τράπεζες. Ο συνδυασμός επίμονα αναιμικής ανάπτυξης και μηδενικών (ή και αρνητικών) επιτοκίων δεν αφήνει ιδιαίτερα περιθώρια κέρδους από τις χορηγήσεις δανείων. Δάνεια προς ναυτιλιακές και ενεργειακές επιχειρήσεις έσκασαν κατά την κορύφωση της οικονομικής κρίσης, ενώ και η έκθεση σε αγορές εμπορευμάτων αποδείχθηκε επώδυνη. Πιέσεις ασκεί και η προσπάθεια για περιορισμό των δραστηριοτήτων επενδυτικής τραπεζικής, με στόχο να περιοριστεί η έκθεση στο ρίσκο, αλλά και να ενισχυθεί η κεφαλαιακή επάρκεια.
Ωστόσο το μεγάλο αγκάθι εξακολουθούν να είναι οι νομικές περιπέτειες. Και αυτές επηρεάζουν συνολικά τη Γερμανία, όχι μόνο γιατί σκιάζουν το brand made in Germany. Πρόκειται για μία τράπεζα με ενεργητικό αξίας 1,47 τρισ. ευρώ, που παρά το μαχαίρι των τελευταίων ετών σε δραστηριότητες και θέσεις εργασίας εξακολουθεί να απασχολεί περισσότερους από 95.000 υπαλλήλους. Η πορεία της είναι καθοριστική για την πορεία της γερμανικής οικονομίας, για αυτό και το Βερολίνο φέρεται να έχει πιέσει ακόμη και για συγχώνευσή της με την μεγάλη ανταγωνίστριά της στη χώρα, Commerzbank.
Η Deutsche Bank έχει αποφασίσει να αποχαιρετίσει το όνειρο της Wall Street, περιορίζοντας αισθητά την παρουσία της στην αγορά της επενδυτικής τραπεζικής, που κάποτε πρωταγωνιστούσε μαζί με τους αμερικανικούς κολοσσούς. H έκθεσή της σε παράγωγα που πριν από μία δεκαετία ξεπερνούσε το 50% του συνολικού ενεργητικού, σήμερα έχει μειωθεί σε μόλις 24%. Και αυτό σημαίνει μικρότερο ρίσκο. Η γερμανική τράπεζα εστιάζει πλέον στην Ευρώπη και στους εταιρικούς πελάτες, αλλά η αναμόρφωσή της δεν θα είναι εύκολη υπόθεση.
Με πληροφορίες από Reuters, Bloomberg, WSJ