«Στόχος μας είναι μέχρι την κατάθεση του προϋπολογισμού την 21η Νοεμβρίου να έχουμε συμφωνήσει με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για τις πολιτικές επίτευξης του δημοσιονομικού στόχου του 2019, ούτως ώστε να μην συμπεριληφθεί το - μη αναγκαίο, όπως συνεχώς τονίζουμε - μέτρο της μείωσης της "αρνητικής" προσωπικής διαφοράς στις συντάξεις», αναφέρει ο υφυπουργός παρά των πρωθυπουργώ, Δημήτρης Λιάκος, ξεκαθαρίζοντας ότι η μη περικοπή των συντάξεων «έχει μόνιμο χαρακτήρα».
«Στόχος μας είναι μέχρι την κατάθεση του προϋπολογισμού την 21η Νοεμβρίου να έχουμε συμφωνήσει με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για τις πολιτικές επίτευξης του δημοσιονομικού στόχου του 2019, ούτως ώστε να μην συμπεριληφθεί το - μη αναγκαίο, όπως συνεχώς τονίζουμε - μέτρο της μείωσης της "αρνητικής" προσωπικής διαφοράς στις συντάξεις», αναφέρει ο υφυπουργός παρά των πρωθυπουργώ, Δημήτρης Λιάκος, ξεκαθαρίζοντας ότι η μη περικοπή των συντάξεων «έχει μόνιμο χαρακτήρα».
Σε συνέντευξή του στο News 24/7, σημείωσε ότι «η διαδικασία εξελίσσεται αποκλειστικά ανάμεσα στην κυβέρνηση και τα ευρωπαϊκά όργανα, χωρίς τη συμμετοχή των υπολοίπων θεσμών», ενώ το ΔΝΤ, που εμπνεύστηκε το μέτρο «δεν είναι σε θέση να επηρεάσει τις εξελίξεις».
Ξεκαθάρισε επίσης, ότι «η παρέμβαση έχει μόνιμο χαρακτήρα. Μένει να καθοριστεί η τεχνική εξειδίκευση, σημείο που είναι μέρος των συζητήσεων που διεξάγονται αυτήν την περίοδο».
Στα περί «παροχολογίας» απαντά ότι η αντιπολίτευση «όλα αυτά τα χρόνια διαψεύδεται κι αποτυγχάνει να διαγνώσει σωστά τις θεμελιακές αλλαγές και τη νέα κατάσταση που διαμορφώνεται στη χώρα» και τονίζει ότι «η χώρα μας σήμερα αναπτύσσεται ξανά, η ανεργία μειώνεται με ικανοποιητικό πλέον ρυθμό, τα δημόσια οικονομικά μας είναι πλεονασματικά, οι επενδύσεις ανακάμπτουν και οι εξαγωγές αυξάνονται σε επίπεδα προ κρίσης».
Ο υφυπουργός παρά των πρωθυπουργώ σημειώνει ότι «κάθε νέο επίπεδο ανάπτυξης που κατακτάμε μας επιτρέπει και την περαιτέρω διόρθωση κοινωνικών αδικιών του παρελθόντος», τονίζοντας ότι η κυβέρνηση είναι σε θέση να φέρει «μια ακόμη δέσμη πολύ σημαντικών μέτρων όπως είναι η μείωση των ασφαλιστικών εισφορών για τους ελεύθερους επαγγελματίες, η κατάργηση του φόρου επιτηδεύματος για τους αγρότες, η επιδότηση των ασφαλιστικών εισφορών για νέους, η μείωση του ΕΝΦΙΑ μεσοσταθμικά 10% έως 30% για τα φτωχότερα νοικοκυριά το 2019 και μεσοσταθμικά 30% έως 50% το 2020».
«Όλα τα παραπάνω δε συνιστούν παροχολογία» συμπληρώνει, «γιατί είναι απολύτως κοστολογημένα από τις ελληνικές αρχές και σε συνεργασία με τις αντίστοιχες ευρωπαϊκές αρχές και μάλιστα υπό εναλλακτικά σενάρια και υποθέσεις, ώστε να αποκλειστούν πιθανές αρνητικές εξελίξεις στον προϋπολογισμό».
Ο κ. Λιάκος αναφέρει επίσης, ότι η μετάβαση στη μεταμνημονιακή εποχή γίνεται « με ασφαλείς προϋποθέσεις: θετική ανάπτυξη, αξιόπιστη λύση για το χρέος, δημοσιονομική σταθερότητα, βαθιές μεταρρυθμίσεις» και τονίζει ότι «έτσι θα πετύχουμε ένα πραγματικό επίπεδο ευημερίας, σε αντίθεση με την επίπλαστη, τεχνητή εικόνα αφθονίας των προηγούμενων ετών που κατέρρευσε απότομα και με τις γνωστές συνέπειες».
«Η ειδοποιός διαφορά ωστόσο με τη συντηρητική προσέγγιση» αναφέρει, «είναι ότι ανάπτυξη για μας σημαίνει αύξηση των εισοδημάτων, εργασιακή προστασία και ασφάλεια, περιβαλλοντικός σεβασμός, ισότητα των ευκαιριών και πάταξη κάθε είδους αποκλεισμών. Κι αυτό θα είναι το στοίχημα της επόμενης κυβερνητικής μας θητείας».
Σε ό, τι αφορά την προστασία της πρώτης κατοικίας, υποστηρίζει ότι «πρέπει να περάσουμε σε ένα καινούριο πλαίσιο που θα συνεχίσει να προστατεύει τόσο εκείνους που βρίσκονται σε αδυναμία, όσο και όσους χωρίς δόλο αδυνατούν να πληρώσουν το σύνολο των υποχρεώσεων τους αλλά, ταυτόχρονα θα δίνει και ευελιξία σε όλο το σύστημα, ώστε να μειωθεί το βάρος των τραπεζικών ισολογισμών και να αποκατασταθεί η εύρυθμη λειτουργία του συστήματος».
Εξάλλου, ερωτηθείς για το σχέδιο εξόδου της χώρας στις αγορές, ο Δ. Λιάκος τονίζει , μεταξύ άλλων, ότι «στις αγορές είμαστε και αυτό το αποδεικνύει η συμμετοχή ξένων επενδυτών σε όλες τις εκδόσεις εντόκων γραμματίων, με ιδιαίτερα χαμηλά επιτόκια». Χαρακτηρίζει δε, αφενός συγκυριακά τα σημερινά επίπεδα δανεισμού, ως αποτέλεσμα της αναστάτωσης που προκάλεσαν η Ιταλία και ορισμένες αναδυόμενες χώρες, συν την αλλαγή της νομισματικής πολιτικής της Fed, και αφετέρου ότι δεν συνάδουν ούτε με τα ποιοτικά στοιχεία του χρέους ούτε με τη δημοσιονομική και μακροοικονομική κατάσταση της χώρας που καθημερινά βαίνει βελτιούμενη.
Πηγή: ΑΜΠΕ