Διπλό καμπανάκι χτύπησε σήμερα για τη ζώνη του ευρώ από Κομισιόν και Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, που προειδοποιούν ότι οι «λιακάδες» του 2017 και ο γενικά «αίθριος» φέτος καιρός μπορεί να δώσει σύντομα τη θέση του σε καταιγίδες. Οι βροντές ακούγονται ήδη εντός και εκτός νομισματικής ένωσης και το ερώτημα είναι εάν αυτή τη φορά κυβερνήσεις και ρυθμιστικές αρχές κρατούν κάτι περισσότερο από ομπρέλα.
Της Νατάσας Στασινού
[email protected]
Διπλό καμπανάκι χτύπησε σήμερα για τη ζώνη του ευρώ από Κομισιόν και Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, που προειδοποιούν ότι οι «λιακάδες» του 2017 και ο γενικά «αίθριος» φέτος καιρός μπορεί να δώσει σύντομα τη θέση του σε καταιγίδες. Οι βροντές ακούγονται ήδη εντός και εκτός νομισματικής ένωσης και το ερώτημα είναι εάν αυτή τη φορά κυβερνήσεις και ρυθμιστικές αρχές κρατούν κάτι περισσότερο από ομπρέλα.
Πρώτη καταιγίδα έρχεται εξ Ιταλίας. Είναι το δεύτερο πιο υπερχρεωμένο κράτος στην Ευρωζώνη, μετά την Ελλάδα και αντιπαράθεσή του με τις Βρυξέλλες όχι μόνο αυξάνει το κόστος δανεισμού, αλλά θέτει στο στόχαστρο τις τράπεζές του, που εμφανίζουν έκθεση 360 δισ. ευρώ σε ιταλικά κρατικά ομόλογα. Ξαφνικά έρχεται στο προσκήνιο και πάλι το φάντασμα της διασύνδεσης κρατικών χρεών- τραπεζών, που στοίχειωσε για τα καλά τη νομισματική ένωση κατά την κορύφωση της κρίσης.
Η κριτκή στα σχέδια της ιταλικής κυβέρνησης δεν πηγάζει μόνο από μία εμμονή στη δημοσιονομική πειθαρχία και λιτότητα. Και άλλες χώρες άλλαξαν στο παρελθόν τη συνταγή προκειμένου να δώσουν ώθηση στην ανάπτυξη, όπως η Πορτογαλία. Αρκετά ακόμη κράτη- μέλη εμφανίζουν έλλειμμα άνω του 2% του ΑΕΠ και πολύ κοντά στο όριο του 3%. Γιατί οι Βρυξέλλες λοιπόν τα βάζουν αποκλειστικά με τους Ιταλούς;
Στην περίτπωση της Ιταλίας αυτό που αμφισβητείται έντονα από Κομσιόν, ΔΝΤ, διεθνείς οίκους, αλλά και το Γραφείο Προϋπολογισμού της ιταλικής Βουλής είναι το εάν τα συγκεκριμένα μέτρα, που έχουν εξαγγείλει, η κυβέρνηση Λέγκας- Κινήματος Πέντε Αστέρων, θα δώσουν πράγματι ώθηση στην ανάπτυξη, ώστε να μειώσουν μεσοπρόθεσμα το χρέος.
Όταν στην επιστολή της για τον προϋπολογισμό η Κομισιόν έκανε λόγο για «άνευ προηγουμένου αποκλίσεις» από τους κανόνες δεν αναφερόταν μόνο ή τόσο στην πρόθεση της Ρώμης να φουσκώσει αντί να μειώσει το έλλειμμα όσο στο γεγονός ότι το σχέδιο του προϋπολογισμού δεν έφερε καν την έγκριση της αρμόδιας ανεξάρτητης αρχής της χώρας. Το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής το είχε απορρίψει χαρακτηρίζοντας υπερβολικά αισιόδοξες τις εκτιμήσεις για την ανάπτυξη.
Η μείωση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης φαίνεται να συγκεντρώνει τα περισσότερα πυρά, ενώ και οι φοροελαφρύνσεις από μόνες δεν θεωρούνται επαρκές κίνητρο για επενδύσεις. Λιγότερες είναι οι ενστάσεις για την καθιέρωση ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος, αν και όπως φαίνεται εάν η Ρώμη τελικά θυσιάσει κάτι, θα είναι ακριβώς αυτό.
Υπό τις συνθήκες αυτές το ΔΝΤ βλέπει ρυθμούς ανάπτυξης μόλις 1% το 2019 και 0,9% το 2020 για την τρίτη μεγαλύτερη οικονομία του ευρώ. Ελαφρώς πιο αισιόδοξη η Κομισίον αναμένει μεγέθυνση του ιταλικού ΑΕΠ κατά 1,2% την επόμενη χρονιά και 1,3% το 2020. Οι επιδόσεις απέχουν πολλοί από τις ελπίδες της ιταλικής κυβέρνησης.
Δεύτερη καταιγίδα εκ Βρετανίας. Οι διαπραγματεύσεις για το Brexit έχουν περάσει από σαράντα κύματα. Κάθε φορά, που σημειώνεται πρόοδος στις επαφές της πρωθυπουργού Τερέζα Μέι με τους Ευρωπαίους ξεσπούν βροντές στο εσωτερικό της κυβέρνησής της. Και κάθε φορά που προσπαθεί να ξεδιαλύνει τα εσωκομματικά σύννεφα, ψυχραίνουν απότομα οι σχέσεις με τις Βρυξέλλες. Την τελευταία εβδομάδα έχουμε περάσει από διαρροές, που ήθελαν τις δύο πλευρές να είναι έτοιμες κατά 90% για συμφωνία έως επίσημες δηλώσεις του υπερσυντηρητικού κόμματος της Βόρειας Ιρλανδίας DUP (που στηρίζει την κυβέρνηση) ότι το no deal είναι πιο κοντά από ποτέ.
Αν δεν υπάρξει συμφωνία, δεν θα υπάρξει ούτε μεταβατική περίοδος, κάτι που θα πυροδοτήσει σοβαρή αναταραχή όχι μόνο για τη βρετανική οικονομία, αλλά και για τους κλάδους logistics, αεροπορικών μεταφορών, χρηματοοικονομικών υπηρεσιών και αγροτικών προϊόντων της Ευρωζώνης. Το πλήγμα προβλέπεται ισχυρότερο για τη Γερμανία.
Όσο για την καταιγίδα του σινο-αμερικανικού εμπορικού πολέμου, είναι ίσως η πιο ισχυρή. Η Ευρώπη επιχειρεί να τηρήσει λεπτές ισορροπίες. Από τη μία θέλει να αποφύγει τους αμερικανικούς δασμούς- ειδικά στις εισαγωγές αυτοκινήτων, που θα λύγιζαν έναν από τους πιο σημαντικούς κλάδους για την ανάπτυξη, Ο Τραμπ έχει επανειλημμένα απειλήσει με το συγκεκριμένο μέτρο, αλλά δεν το έχει κάνει ακόμη πράξη. Από την άλλη αντιλαμβάνεται ότι η Κίνα είναι μία δύναμη, που δεν μπορεί να αγνοήσει. Αρκετές χώρες έχουν συμμετοχή στον φιλόδοξο Νέο Δρόμο του Μεταξιού, ενώ προσβλέπουν σε άνοιγμα της πολυπληθέστερης αγοράς του πλανήτη για τα προϊόντα τους.
Μία κλιμάκωση της αντιπαράθεσης ανάμεσα στις δύο ισχυρότερες οικονομίες του κόσμου, θα έπληττε αναπόφευκτα και την Ευρώπη. Ήδη η επιδείνωση του οικονομικού κλίματος και η επιβράδυνση ανά την ήπειρο αποδίδονται σε μεγάλο βαθμό στις εμπορικές διαμάχες και την αβεβαιότητα, που γεννούν.
Τι κάνουν για όλα τα παραπάνω οι Ευρωπαίοι; Προς το παρόν παρακολουθούν αμήχανα. Αλλά όταν θα βρεθούν στο μάτι του κυκλώνα θα είναι αργά πια για «αντιπλημμυρικά» έργα.
naftemporiki.gr