Οικονομία & Αγορές
Τρίτη, 06 Νοεμβρίου 2018 20:57

Ευρωζώνη: Όταν το «φάρμακο» του QE τελειώσει...

Όταν η ΕΚΤ αποφάσισε πριν από 3,5 χρόνια να κολυμπήσει στα αχαρτογράφητα ύδατα της ποσοτικής χαλάρωσης (QE), είχε να αντιμετωπίσει τις έντονες αντιδράσεις Γερμανών και όχι μόνο, που πίστευαν ότι το πρόγραμμα θα ωφελήσει πρωτίστως εκείνους που δεν θέλουν να προβούν στις απαραίτητες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Φοβούνταν τις παρενέργειες ενός ισχυρού «φαρμάκου». Τώρα οι ανησυχίες έρχονται από την απέναντι πλευρά και αφορούν τις επιπτώσεις από την απουσία του. Τι θα κάνει η κεντρική τράπεζα από το 2019; 

Της Νατάσας Στασινού
[email protected] 

Όταν η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αποφάσισε πριν από 3,5 χρόνια να κολυμπήσει στα αχαρτογράφητα ύδατα της ποσοτικής χαλάρωσης (QE), είχε να αντιμετωπίσει τις έντονες αντιδράσεις Γερμανών και όχι μόνο, που πίστευαν ότι το πρόγραμμα θα ωφελήσει πρωτίστως εκείνους που δεν θέλουν να προβούν στις απαραίτητες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Φοβούνταν τις παρενέργειες ενός ισχυρού «φαρμάκου». Τώρα οι ανησυχίες έρχονται από την απέναντι πλευρά και αφορούν τις επιπτώσεις από την απουσία του. 

Μπορεί οι δυναμικές επιδόσεις του 2017- οι καλύτερες εδώ και μία δεκαετία- να είχαν ενισχύσει τις φωνές που ζητούσαν από την ΕΚΤ να ακολουθήσει τα βήματα της FED με μεγαλύτερη αποφασιστικότητα, αλλά σήμερα η εικόνα έχει αλλάξει άρδην. Η ευρωπαϊκή οικονομία κατεβάζει συνεχώς ταχύτητα και το τρίτο μεγαλύτερο μέλος του ευρώ βρίσκεται σε μετωπική σύγκρουση με τις Βρυξέλλες. Αλλάζει τη συνταγή της λιτότητας, για να δώσει έμφαση στην ανάπτυξη, αλλά δεν πείθει προς το παρόν τις αγορές ότι μπορεί να το πετύχει.

Στον ιταλικό «ιό» μπορεί κανείς να προσθέσει Brexit, εμπορικές αντιπαραθέσεις, γεωπολιτικές εντάσεις, κρίση στις αναδυόμενες αγορές για να αντιληφθεί γιατί ορισμένοι επιμένουν στην ανάγκη «φαρμάκου».  

Η ΕΚΤ έχει φροντίσει εδώ και καιρό να κόβει σταδιακά τη «δόση», ώστε να αποφευχθεί ένα σοκ στον οργανισμό της νομισματικής ένωσης και ειδικά των πιο αδύναμων μελών, όταν η χορήγηση κοπεί. Ακόμη, όμως, και μετά τον τερματισμό του QE, οι τονωτικές ενέσεις δεν θα λείψουν. Δεν είναι μόνο τα επιτόκια, που θα διατηρηθούν σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα τουλάχιστον έως το καλοκαίρι του 2019, είναι και το πρόγραμμα επανεπένδυσης των ομολόγων, που έχει ήδη αγοράσει η ΕΚΤ. 

Σε αυτό βρίσκεται το κλειδί για την επόμενη ημέρα. Η διαδικασία δεν έχει οριστικοποιηθεί, καθώς προβλέπεται να δοθεί μάχη στους κόλπους του διοικητικού συμβουλίου για το εάν θα διατηρηθεί ο ισχύον κανόνας (capital key) για το ποσοστό συμμετοχής των ομολόγων της κάθε χώρας και στις επανεπενδύσεις ή θα υπάρξει αλλαγή. Αν το πλαίσιο για το capital key, που στηρίζεται στο μέγεθος της κάθε οικονομίας και την συνεισφορά της στο κεφάλαιο της ΕΚΤ, μείνει ως έχει, τότε ο επαναπροσδοριορισμός με βάσει τα τελευταία δεδομένα θα αυξήσει περαιτέρω το μερίδιο της Γερμανίας και θα συρρικνώσει εκείνο της Ιταλίας. Με τη χώρα να δέχεται ήδη πιέσεις από τις αγορές, η εξέλιξη θα μπορούσε να προκαλέσει ευρύτερη ανησυχία. 

Θα πρέπει να σημειωθεί ότι παρά τις βολές, που έχει δεχθεί από τον Ματέο Σαλβίνι η ΕΚΤ, το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης έχει ουσιαστικά ευνοήσει την Ιταλία όσο ελάχιστες χώρες. Το μερίδιό των ιταλικών τίτλων στο σύνολο των κρατικών ομολόγων, που έχει αγοράσει η ΕΚΤ, ανέρχεται στο 18,8% και σε απόλυτους όρους το ποσό στα 361,8 δισ. ευρώ. Εάν εξαιρεθεί η Ελλάδα, που δεν συμμετέχει στο πρόγραμμα, η συμμετοχή της Ιταλίας είναι 4,6% υψηλότερη από ό,τι θα επέτρεπε το capital key, σύμφωνα με υπολογισμούς του Reuters. Κάτι αντίστοιχο συμβαίνει και με τα ομόλογα της Γαλλίας, καθώς όπως εξηγεί το πρακτορείο, η ΕΚΤ τείνει να λαμβάνει υπόψη την Ελλάδα στους υπολογισμούς της, παρά το γεγονός ότι έχασε το τρένο του QE.  

Aν λοιπόν το ιταλικό μερίδιο συρρικνωθεί απότομα, οι αναταράξεις δεν θα αργήσουν και κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει ότι δεν θα μεταδοθούν. 

Πηγές της κεντρικής τράπεζας σχολίαζαν στο Reuters πως «σε καμία περίπτωση δεν θέλουμε να προκαλέσουμε αναταραχή στην αγορά». Η αναπροσαρμογή του capital key, εξηγούσαν, θα πρέπει να γίνει, αλλά θα είναι σταδιακή. Η Bundesbank άλλωστε σε καμία περίπτωση δεν θα μπορούσε να αποδεχθεί ευνοϊκή μεταχείριση των Ιταλών. Αλλά και ο ίδιος ο Ιταλός Ντράγκι σε καμία περίπτωση δεν θέλει να στείλει το μήνυμα ότι προσφέρει χείρα βοηθείας στη χώρα του πόσο μάλλον στη λαϊκιστική κυβέρνησή της.

Όσο προσεχτική και εάν είναι η ΕΚΤ, πάντως, όσο και εάν προσπαθήσει να τηρήσει ισορροπίες, η αύξηση στις αποδόσεις των ομολόγων από τον Ιανουάριο του 2019 θα αρχίσουν πιθανότατα να ανεβαίνουν, καθώς εκεί οδηγεί η νέα διεθνής πραγματικότητα στις αγορές χρέους. Και αυτό με ή χωρίς «φάρμακο» καμία χώρα στην Ευρωζώνη δεν μπορεί να το αγνοήσει. 

naftemporiki.gr