Οικονομία & Αγορές
Πέμπτη, 25 Οκτωβρίου 2018 13:11

Citi για Ελλάδα: Αδύναμη ανάπτυξη και εκτός investment grade έως το 2022

Αδύναμοι ρυθμοί ανάπτυξης και διατήρηση των αποδόσεων των ομολόγων στα σημερινά επίπεδα θα συνθέτουν το σκηνικό για την ελληνικό οικονομία μέσα στα επόμενα χρόνια, όπως προβλέπει η Citigroup. Όσον αφορά στη βωσιμότητα του χρέους, αυτή θα εξαρτηθεί, όπως σχολιάζει, περισσότερο από πολιτικούς, παρά από οικονομικούς παράγοντες. Τονίζει δε ότι ίσως θα πρέπει να επανεξεταστούν οι υπερβολικά επιθετικοί στόχοι για το πρωτογενές πλεόνασμα. Στη βάση αυτών η αμερικανική επενδυτική τράπεζα υπολογίζει ότι το αξιόχρεο της χώρας μας δεν θα ανέβει στην επενδυτική βαθμίδα (investment grade) έως το 2022. 

Αδύναμοι ρυθμοί ανάπτυξης και διατήρηση των αποδόσεων των ομολόγων στα σημερινά επίπεδα θα συνθέτουν το σκηνικό για την ελληνικό οικονομία μέσα στα επόμενα χρόνια, όπως προβλέπει η Citigroup. Όσον αφορά στη βωσιμότητα του χρέους, αυτή θα εξαρτηθεί, όπως σχολιάζει, περισσότερο από πολιτικούς, παρά από οικονομικούς παράγοντες. Τονίζει δε ότι ίσως θα πρέπει να επανεξεταστούν οι υπερβολικά επιθετικοί στόχοι για το πρωτογενές πλεόνασμα. Στη βάση αυτών η αμερικανική επενδυτική τράπεζα υπολογίζει ότι το αξιόχρεο της χώρας μας δεν θα ανέβει στην επενδυτική βαθμίδα (investment grade) έως το 2022. 

Στην έκθεσή της για τις παγκόσμιες προοπτικές, η Citi βλέπει την ελληνική οικονομία να αναπτύσσεται με ρυθμούς 2,1% φέτος για να κατεβάσει ταχύτητα στο 1,6% το 2019 και ακόμη περισσότερο τα επόμενα χρόνια, με το ελληνικό ΑΕΠ να μεγεθύνεται κατά 1,3% το 2020 και το 2021 και κατά 1,4% το 2022. Οι προβλέψεις συνάδουν εν πολλοίς με τις εκτιμήσεις Κομισιόν και ΔΝΤ για ανάπτυξη κοντά στο 1% με 1,5% μετά το 2020.

Πρόκειται για μία περίοδο κατά την οποία η Ευρωζώνη συνολικά θα κατεβάσει ταχύτητα, με ρυθμούς 1,9% φέτος, 1,7% το 2019 και το 2020, 1,6% το 2021 και 1,5% το 2022. Ωστόσο η ελληνική οικονομία έχει μόλις εξέλθει από βαθιά, πολυετή ύφεση και έχει πια «σπάσει» τα δεσμά του μνημονίου, έστω και εάν παραμένει σε καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας. Θα περίμενε κανείς να εμφανίζει ισχυρότερη δυναμική από την υπόλοιπη νομισματική ένωση, όπως έγινε για παράδειγμα με τις οικονομίες της Πορτογαλίας, της Ισπανίας και της Κύπρου, όταν βγήκαν από τα δικά τους προγράμματα (και σε πολύ εντονότερο βαθμό με της Ιρλανδίας, που όμως είναι πολύ διαφορετική περίπτωση). 

Ασθενικός θα είναι και ο πληθωρισμός, κάτι που σημαίνει δεν αναμένονται ουσιαστικές αυξήσεις μισθών και δυνατότητα των επιχειρήσεων να αυξήσουν τις τιμές τους. Φέτος υπολογίζεται στο 0,7%, την ώρα που στην Ευρωζώνη προσεγγίζει το 2%, ενώ το 2019 εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί στο 1,1% και την αμέσως επόμενη στο 1,4%. Καλύτερη θα είναι η εικόνα τη διετία 2021-2022 με τον πληθωρισμό στο 1,7% και 2% αντίστοιχα. 

Οι αναλυτές της Citi θυμίζουν ότι η ενίσχυση της εμπιστοσύνης ανάμεσα στην Αθήνα και τους πιστωτές, σε συνδυασμό με τις καλύτερες των εκτιμήσεων δημοσιονομικές επιδόσεις επέτρεψαν μιά συμφωνία για ελάφρυνση τους χρέους τον Ιούνιο. «Το ΑΕΠ συνεχίζει να αναπτύσσεται, αν και αργά, με οδηγό τις εξαγωγές, αλλά παρά την ουσιαστική μεταρρυθμιστική προσπάθεια και μία τεράστια εσωτερική υποτίμηση, η ανταγωνιστικότητα των ελληνικών εξαγωγών έχει βελτιωθεί λιγότερο από ό,τι σε οποιαδήποτε άλλη μνημονιακή χώρα» επισημαίνουν. Έτσι η ανάπτυξη, μετά την εφετινή καλύτερη επίδοση από το 2007, θα κατεβάσει και πάλι ταχύτητα τα επόμενα χρόνια, καθώς «η συνεχιζόμενη λιτότητα (για να επιτευχθούν οι στόχοι) θα συνεχίσει να βαρύνει στην ανάπτυξη» αναφέρουν. 

Όσον αφορά στη βιωσιμότητα του χρέους, αυτή «εξαρτάται από την πολιτική» τονίζουν. «Η όχι και τόσο ευοίωνη προοπτική ανάπτυξης καθιστά την μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του χρέους αμφίβολη, ακόμη και μετά τη συμφωνία ελάφρυνσης». Ωστόσο το 80% του δημοσίου χρέους είναι στα χέρια του επίσημου τομέα και το ποσοστό αυτό θα μειωθεί με πολύ βραδείς ρυθμούς τα επόμενα χρόνια. Έτσι είναι τα πολιτικά τεκταινόμενα περισσότερο από τα οικονομικά, που θα καθορίσουν την μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα» εξηγούν.

Όπως αναφέρουν η προθυμία των Ευρωπαίων πιστωτών να στηρίξουν την Ελλάδα (επιτρέποντας πιθανώς ένα λιγότερο επιθετικό/ φιλόδοξο πρωτογενές πλεόνασμα, εάν ο υφιστάμενος στόχος αποδειχθή μη εφικτός) θα παραμείνει καθοριστικής σημασίας στην εκτίμηση για το εάν η Ελλάδα μπορεί να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις της. 

Η Citi βλέπει πρωτογενές πλεόνασμα 3,9% φέτος και 3,5% του ΑΕΠ το 2019. Εκτιμά ότι το δημόσιο χρέος θα υποχωρήσει ελαφρώς στο 183% του ΑΕΠ το 2019 από 187% φέτος, στο 178% το 2020, θα βρεθεί έξι μονάδες χαμηλότερα ένα χρόνο αργότερα και θα είναι στο 166% του ΑΕΠ το 2022. 

naftemporiki.gr