Την πάγια επιχειρηματολογία της κυβέρνησης, ότι η μείωση των συντάξεων δεν αποτελεί διαρθρωτικό μέτρο, ανέπτυξε ο Ευκλ. Τσακαλώτος στην Κρ. Λαγκάρντ και τον Π. Τόμσεν, οι οποίοι επεσήμαναν ότι το μέγεθος του δημοσιονομικού χώρου είναι πρωτίστως ζήτημα μεταξύ Ελλάδας και Ευρωπαίων.
Την πάγια επιχειρηματολογία της κυβέρνησης, ότι η μείωση των συντάξεων δεν αποτελεί διαρθρωτικό μέτρο, ανέπτυξε ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος στη γενική διευθύντρια του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου Κριστίν Λαγκάρντ και τον επικεφαλής του ευρωπαϊκού τμήματος του ΔΝΤ Πολ Τόμσεν, οι οποίοι επεσήμαναν ότι το μέγεθος του δημοσιονομικού χώρου είναι πρωτίστως ζήτημα μεταξύ Ελλάδας και Ευρωπαίων.
Ο κ. Τσακαλώτος συναντήθηκε στο περιθώριο των εργασιών της ετήσιας συνόδου του ΔΝΤ στο Μπαλί πρώτα με τον κ. Τόμσεν στις 9 π.μ. (τοπική ώρα) και στη συνέχεια με την γενική διευθύντρια του ΔΝΤ κ. Κριστίν Λαγκάρντ στις 15.00 (τοπική ώρα).
Όπως έγινε γνωστό από το υπουργείο Οικονομικών, και οι δύο άκουσαν τα επιχειρήματα της ελληνικής πλευράς με ενδιαφέρον, τόσο για το ότι η μείωση των συντάξεων δεν αποτελεί διαρθρωτικό μέτρο όσο και για το ότι υπάρχει πλέον ο δημοσιονομικός χώρος για να υλοποιηθεί η πλειονότητα των αντιμέτρων σε βάθος τετραετίας.
Επεσήμαναν, δε, ότι το μέγεθος του δημοσιονομικού χώρου είναι πρωτίστως ζήτημα μεταξύ Ελλάδας και Ευρωπαίων και τέλος, ότι ο δημοσιονομικός χώρος πρέπει να ξοδευτεί προς όφελος της κοινωνίας και της ανάπτυξης.
Οι συναντήσεις έγιναν με γίνουν με ανοιχτά χαρτιά και ήρθαν στον απόηχο της έκθεσης του ΔΝΤ, στην οποία αναθεωρούνται επί τα βελτίω οι εκτιμήσεις για τους ρυθμούς ανάπτυξης του 2019, αλλά χαμηλώνει αισθητά ο πήχης για το 2023. Κρίσιμα θεωρούνται και τα όσα προβλέπει για το πρωτογενές πλεόνασμα, με τους ειδικούς του ΔΝΤ να αναθεωρούν στο 3,5% από 2,9% την εκτίμηση του Ταμείου.
Η κ. Λαγκάρντ, απαντώντας χθες Πέμπτη σε σχετική ερώτηση δημοσιογράφου, αναγνώρισε εκ νέου ότι έγιναν λάθη εκ μέρους του Ταμείου στο πρώτο πρόγραμμα. Ωστόσο έσπευσε να προσθέσει ότι ένα από τα βασικά προβλήματα στην περίπτωση της Ελλάδας ήταν το γεγονός ότι οι κυβερνήσεις δεν ανελάμβαναν την «ιδιοκτησία» του προγράμματος.
naftemporiki.gr