Σοβαρό προβληματισμό προκαλεί στην κυβέρνηση, στις επιχειρήσεις, στο Χρηματιστήριο και τους επενδυτές η παρατεταμένη εικόνα απαξίωσης που παρουσιάζει το Χρηματιστήριο Αθηνών, το οποίο βρίσκεται πλέον στα χαμηλότερα επίπεδα από τον Φεβρουάριο του 2017.
Από την έντυπη έκδοση
Σοβαρό προβληματισμό προκαλεί στην κυβέρνηση, στις επιχειρήσεις, στο Χρηματιστήριο και τους επενδυτές η παρατεταμένη εικόνα απαξίωσης που παρουσιάζει το Χρηματιστήριο Αθηνών, το οποίο βρίσκεται πλέον στα χαμηλότερα επίπεδα από τον Φεβρουάριο του 2017.
Η συνεχιζόμενη αποεπένδυση στους τραπεζικούς τίτλους, σε συνδυασμό με την υπόθεση Folli Follie και την αναταραχή στις αγορές ομολόγων λόγω της Ιταλίας, πιέζουν το σύνολο της αγοράς. Ο γενικός δείκτης καταγράφει απώλειες 11,54% σωρευτικά από τις 18 Σεπτεμβρίου, όταν άρχισε η πτωτική περίοδος, ενώ στο ίδιο διάστημα ο τραπεζικός δείκτης έχει χάσει περίπου το 20% της αξίας του. Η κεφαλαιοποίηση των τραπεζών βρίσκεται πλέον στα 4,8 δισ. ευρώ, ενώ η κεφαλαιοποίηση του Χ.Α. αποτιμάται στα 46,16 δισ. ευρώ, έχοντας χάσει 3,65 δισ. από τις 18 Σεπτεμβρίου.
Χαρακτηριστικό του αρνητικού κλίματος που επικρατεί στο Χρηματιστήριο είναι το γεγονός ότι η αγορά αγνοεί όλες τις θετικές ειδήσεις που αφορούν τις ελληνικές τράπεζες ή την ελληνική οικονομία, όπως την αναβάθμιση των τραπεζών από τη Fitch Ratings και την αναβάθμιση των προβλέψεων για την οικονομία από το ΔΝΤ.
Όπως σχολιάζει ο διευθυντής επενδύσεων της Κύκλος ΑΧΕΠΕΥ, Δημήτρης Τζάνας, «αυτό που συμβαίνει στο Χ.Α. αποτελεί σκηνικό αυτοτροφοδοτούμενης διαδικασίας πωλήσεων από πλευράς επενδυτών που υποβοηθείται από την υποτιμητική κερδοσκοπία και τις “αναγκαστικές” πωλήσεις όσων δραστηριοποιούνται βραχυπρόθεσμα και τα χαρτοφυλάκιά τους είναι σε συνθήκες margin call ή οφείλουν να προβούν σε stop loss.
Αναπόφευκτα, η τεχνική εικόνα επιβαρύνεται καθημερινά με τα όρια στήριξης να καταρρίπτονται ως χάρτινοι πύργοι, με τον Γ.Δ. να πιθανολογείται ότι σύντομα θα προσεγγίσει την περιοχή των 600 μονάδων.
Επιπλέον, στα καθ’ ημάς, η σεναριολογία για τα του τραπεζικού συστήματος είναι σε εξέλιξη. Η ανάγκη για επιτάχυνση της εξυγίανσης των τραπεζικών χαρτοφυλακίων συνυφαίνεται με διάφορες λύσεις, όπως η σύσταση μιας bad bank, η επιτάχυνση των τιτλοποιήσεων σε συνδυασμό με κρατικές εγγυήσεις ή άλλους τρόπους. Όλοι οι τρόποι, ωστόσο, έχουν ως κοινό παρονομαστή την υποβοήθηση από “νέο χρήμα” που είναι αναγκαίο να προέλθει από τους δανειστές, ώστε να επανέλθει η εμπιστοσύνη της επενδυτικής κοινότητας στις προοπτικές των τραπεζών, μια διαδικασία που αναπόφευκτα θα συνδεθεί με κάποιους όρους που θα ζητηθούν.
Εν όψει δε τέτοιων εξελίξεων, δεν είναι παράδοξη η καθημερινή κλιμάκωση της αποεπένδυσης από τους τραπεζικούς τίτλους, ενώ αρνητικά για την αξιοπιστία της αγοράς συνεχίζει να λειτουργεί η υπόθεση της Folli Follie, με τους ομολογιούχους να κλιμακώνουν τις ενέργειές τους στην προσπάθεια ελαχιστοποίησης των ζημιών τους.
Στις διεθνείς αγορές είναι εμφανής η επίπτωση του κλοιού των κλιμακούμενων επιτοκίων των ομολόγων. Οι επενδυτές ευλόγως επιλέγουν τη στροφή από τις μετοχές στα ομόλογα, εδραιώνοντας την πεποίθηση ότι ακόμη και στις ΗΠΑ εξαντλήθηκε η δυναμική των αγορών με τους δείκτες να έχουν ολοκληρώσει τον ανοδικό κύκλο τους».