Τη διάθεση έως και 10 δισ. ευρώ προβλέπει το σχέδιο για την επαναγορά «ακριβού» χρέους που έχει καταρτίσει το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης σε συνεργασία με τον Οργανισμό Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους. Το θέμα θα τεθεί άμεσα στο τραπέζι των συζητήσεων με τους εκπροσώπους των θεσμών με στόχο οι πρόωρες αποπληρωμές δανειακών υποχρεώσεων να προχωρήσουν το ταχύτερο δυνατό.
Από την έντυπη έκδοση
Του Θάνου Τσίρου
[email protected]
Τη διάθεση έως και 10 δισ. ευρώ προβλέπει το σχέδιο για την επαναγορά «ακριβού» χρέους που έχει καταρτίσει το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης σε συνεργασία με τον Οργανισμό Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους.
Το θέμα θα τεθεί άμεσα στο τραπέζι των συζητήσεων με τους εκπροσώπους των θεσμών με στόχο οι πρόωρες αποπληρωμές δανειακών υποχρεώσεων να προχωρήσουν το ταχύτερο δυνατό.
Η υλοποίηση του σχεδίου -το οποίο προβλέπει επαναγορά χρέους έως και 5 δισ. ευρώ από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και τουλάχιστον 4,5 δισ. ευρώ από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα- θα επιφέρει μείωση του ετήσιου κονδυλίου για τους τόκους κατά περίπου 200 εκατ. ευρώ και μάλιστα χωρίς να μειωθεί η χρονική περίοδος για την οποία θα είναι απολύτως εξασφαλισμένη η εξυπηρέτηση του ελληνικού χρέους. Συζητήσεις για το θέμα θα γίνουν τόσο με τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας όσο και με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.
Ο ESM θέλει πριν γίνει οποιαδήποτε «αξιοποίηση» πόρων που αποτελούν τμήμα του «μαξιλαριού ασφαλείας» της Ελλάδας (σ.σ.: το λεγόμενο buffer ανέρχεται αυτή τη στιγμή κοντά στα 30 δισ. ευρώ) να έχει στοιχεία στα χέρια του που να αποδεικνύουν ότι δεν θα επιβαρυνθεί η βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους.
Στην προκειμένη περίπτωση, η ελληνική πλευρά αναμένεται να υποστηρίξει ότι όχι μόνο δεν θα υπάρξει επιβάρυνση, αλλά το αντίθετο, θα προκύψει και όφελος λόγω της μείωσης του μεσοσταθμικού επιτοκίου. Τα επιτόκια των ομολόγων που κατέχει η ΕΚΤ κυμαίνονται ή ξεπερνούν το 6% ενώ μέχρι 4,9% φτάνει το επιτόκιο των δανείων του ΔΝΤ.
Από την άλλη συζητήσεις θα γίνουν και με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο προκειμένου το ποσό που θα καταβληθεί, ναι μεν να μειώσει το μέσο επιτόκιο με το οποίο χρεώνεται η Ελλάδα, αλλά χωρίς όμως να τεθεί υπό αμφισβήτηση ο «εποπτικός ρόλος» του ΔΝΤ τουλάχιστον μέχρι το 2022.
Την πρόθεση επαναγοράς «ακριβού» χρέους είχε αποκαλύψει ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος με τη συνέντευξη που παραχώρησε στη «Ναυτεμπορική», ενώ με τις δηλώσεις του προχθές στο κεντρικό δελτίο ειδήσεων της ΕΡΤ έγινε ακόμη σαφέστερος αναφέροντας ότι το ζητούμενο είναι να αποπληρωθεί χρέος και προς το ΔΝΤ και προς την ΕΚΤ.
Το σχέδιο για τις δύο αυτές υποχρεώσεις της χώρας έχει ως εξής:
Οι δόσεις στο ΔΝΤ
Μετά και την πληρωμή της δόσης που έληγε μέσα στον Σεπτέμβριο, οι υποχρεώσεις της Ελλάδας απέναντι στο ΔΝΤ έχουν περιοριστεί σε 10,4 δισ. ευρώ.
Από αυτό το ποσό, περίπου τα 5 δισ. ευρώ τοκίζονται με επιτόκιο της τάξεως του 4,9%. Και αυτό διότι το ΔΝΤ υιοθετεί κλιμακωτό επιτόκιο το οποίο αυξάνεται ανάλογα με την έκθεση που έχει η χώρα στα δάνεια του ΔΝΤ αναλογικά με τη «συμμετοχή» της στο ΔΝΤ.
Η συμμετοχή της Ελλάδας ανέρχεται σε περίπου 1,6 δισ. ευρώ οπότε το τμήμα του δανείου που ξεπερνά κατά τουλάχιστον τρεις φορές τη συμμετοχή εκτοκίζεται με επιτόκιο 4,9%.
Αυτό το τμήμα του δανείου (ή τουλάχιστον το μεγαλύτερο μέρος του) θέλει να αποπληρώσει η Ελλάδα καθώς με μια κίνηση θα μειώσει σημαντικά το συνολικό κονδύλι για τους τόκους.
Τα χρήματα θα προέλθουν από το «μαξιλάρι ασφαλείας» το οποίο έχει δημιουργηθεί κατά κύριο λόγο με τα δάνεια του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Στήριξης, τα οποία και «κοστίζουν» στον ελληνικό προϋπολογισμό περίπου 1,7% τον χρόνο. Αυτή η διαφορά των τουλάχιστον τριών ποσοστιαίων μονάδων μεταφράζεται σε όφελος της τάξεως των 150 εκατ. ευρώ τον χρόνο με μια κίνηση.
Εκτός από το επιχείρημα της μείωσης του μέσου επιτοκίου δανεισμού, οι εισηγητές της πρότασης να προχωρήσει άμεσα και κατά προτεραιότητα η μερική εξαγορά του δανείου του ΔΝΤ έχουν και άλλα επιχειρήματα:
1. Πρώτον, το δάνειο του ΔΝΤ έχει κυμαινόμενο επιτόκιο οπότε θεωρείται «αυξημένου ρίσκου», ειδικά από τη στιγμή που εκτιμάται ότι μπαίνουμε σε περίοδο αβεβαιότητας για τις διεθνείς αγορές.
2. Δεύτερον, η μερική αποπληρωμή των οφειλών ουσιαστικά δεν συρρικνώνει το «μαξιλάρι ασφαλείας» καθώς με τα κεφάλαια του ESM θα αποπληρωθούν οι δόσεις που λήγουν άμεσα και όχι οι τελευταίες.
Έτσι, το «μαξιλάρι» ναι μεν θα μειώνεται σε ποσοτικούς όρους αλλά ο χρόνος για τον οποίο αυτό το «μαξιλάρι» θα είναι επαρκές, θα παραμένει ουσιαστικά αμετάβλητος.
Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο οι αρμόδιοι του Οργανισμού Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους εισηγούνται στην κυβέρνηση να αποπληρωθούν κατά προτεραιότητα οι πρώτες λήξεις του δανείου του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και όχι οι τελευταίες.
Υπενθυμίζεται ότι το δάνειο που χορήγησε το ΔΝΤ λήγει οριστικά στις αρχές του 2024. Κάθε χρόνο θα πρέπει να αποπληρώνονται περίπου 2 δισ. ευρώ.
Έτσι, με περίπου 4-5 δισ. ευρώ καλύπτονται οι τελευταίες δόσεις του 2018 και το σύνολο των δόσεων του 2019 και του 2020.
Θέμα πολιτικής
Εκτός από την οικονομική διάσταση του θέματος, υπάρχει και η πολιτική. Το ΔΝΤ θα διατηρεί τον εποπτικό του λόγο στην Ελλάδα για όσο χρονικό διάστημα υπάρχει «ανοικτό δάνειο». Δηλαδή, μετά τις αρχές του 2024 το ΔΝΤ δεν θα έχει πλέον κανέναν ρόλο στην Ελλάδα καθώς θα έχει λήξει και η περίοδος της μεταπρογραμματικής εποπτείας. Πρόωρη αποπληρωμή των «τελευταίων δόσεων» του δανείου (σ.σ.: δηλαδή του 2023 και του 2024) θα σήμαινε και πρόωρο τέλος της σχέσης της Ελλάδας με το ΔΝΤ. Αυτό αποτελεί αντικείμενο πολιτικών διαπραγματεύσεων, καθώς πληροφορίες φέρουν και τους ευρωπαϊκούς θεσμούς να επιθυμούν την παρουσία του ΔΝΤ στις διαδικασίες της μεταμνημονιακής εποπτείας, τουλάχιστον μέχρι και το 2022, οπότε λήγει η περίοδος αυξημένης εποπτείας για την Ελλάδα, αλλά και η υποχρέωση παραγωγής πολύ υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων της τάξεως του 3,5% του ΑΕΠ.
Οφειλές στην ΕΚΤ από τα SMPs
Στο «ακριβό» και υποψήφιο προς εξαγορά τμήμα του ελληνικού χρέους κατατάσσεται και η οφειλή προς την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Πρόκεται για τα ομόλογα που απέκτησε η ΕΚΤ στην τριετία 2010-2012, στο πλαίσιο της στήριξης των τιμών των ομολόγων που κατέρρεαν. Τα συγκεκριμένα ομόλογα εξαιρέθηκαν από το PSI και αποπληρώνονται στο 100% της αξίας τους.
Στο «στόχαστρο» έχει μπει η δόση του 2019, συνολικού ύψους 4,791 δισ. ευρώ, η οποία έχει αυξημένο κόστος που ξεπερνά το 6%. Όπως αποσαφηνίζουν αρμόδιες πηγές, η πρόωρη αποπληρωμή δανειακών υποχρεώσεων που απορρέουν από τα SMPs (ή ακόμη και τα ΑNFAs που είναι τα δάνεια που διακρατούν οι εθνικές κεντρικές τράπεζες και τα οποία ανέρχονται στα 2,7 δισ. ευρώ) δεν επηρεάζει καθόλου τη συμφωνία για την επιστροφή των κερδών από τα ANFAs και τα SMPs στην Ελλάδα.
Πρόκειται για τις εξαμηνιαίες δόσεις των 600 εκατ. ευρώ εκάστη οι οποίες θα αποδίδονται στην Ελλάδα υπό την προϋπόθεση τήρησης των συμφωνηθέντων. Η πρώτη δόση είναι προγραμματισμένη να δοθεί φέτος τον Δεκέμβριο και η τελευταία τον Δεκέμβριο του 2022, οπότε και λήγει η περίοδος αυξημένης εποπτείας.