Στην ανάγκη αυτοσυγκράτησης και υπευθυνότητας από όλες τις πλευρές -Πολιτεία, εργοδότες και εργαζομένους- ώστε να αποφευχθούν υπέρογκες και μη βιώσιμες αυξήσεις μισθών πέραν των ορίων που θέτει η αύξηση της παραγωγικότητας της οικονομίας, στέκεται ο Σύνδεσμος Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών (ΣΕΒ) στο εβδομαδιαίο οικονομικό του δελτίο.
Στην ανάγκη αυτοσυγκράτησης και υπευθυνότητας από όλες τις πλευρές -Πολιτεία, εργοδότες και εργαζομένους- ώστε να αποφευχθούν υπέρογκες και μη βιώσιμες αυξήσεις μισθών πέραν των ορίων που θέτει η αύξηση της παραγωγικότητας της οικονομίας, στέκεται ο Σύνδεσμος Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών (ΣΕΒ) στο εβδομαδιαίο οικονομικό του δελτίο.
«Στην χώρα μας η κανονικότητα στη σχέση μισθών και παραγωγικότητας απειλείται σήμερα, στον βαθμό που παγιωθούν εκ νέου βλαπτικές πρακτικές του παρελθόντος στην αγορά εργασίας, όπως η διαμόρφωση μισθών χωρίς να λαμβάνονται υπ’ όψιν οι δυνατότητες της οικονομίας, οι αλόγιστες επεκτάσεις συλλογικών συμβάσεων από διαιτητικές αποφάσεις ή ομοιοεπαγγελματικές συμβάσεις που δεν ικανοποιούν κανόνες αντιπροσωπευτικότητας κοκ.». σημειώνει ο ΣΕΒ.
Προειδοποιεί, δε, πως μια τέτοια εξέλιξη απειλεί όχι μόνο να εκτροχιάσει την παρούσα αναιμική ανάκαμψη της οικονομίας, αλλά και να δυναμιτίσει την πρόσβαση των επιχειρήσεων, των τραπεζών και του κράτους στις διεθνείς αγορές κεφαλαίων και χρηματοδότησης.
Αναφέρει επίσης ότι «επειδή η οικονομική κατάσταση της χώρας κρίνεται ως ιδιαιτέρως εύθραυστη, όπως αποτυπώνεται και στην πρόσφατη απόφαση της Moody’s να διατηρήσει αμετάβλητη την αξιολόγηση της ελληνικής οικονομίας, παρά τη μετάβαση στη μετα-μνημονιακή εποχή, απαιτείται αυτοσυγκράτηση και υπευθυνότητα όλων, Πολιτείας, εργοδοτών και εργαζομένων, ώστε να αποφευχθούν υπέρογκες και μη βιώσιμες αυξήσεις μισθών πέραν των ορίων που θέτει η αύξηση της παραγωγικότητας της οικονομίας».
Όπως συμπληρώνει, τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ ήδη καταγράφουν αυξήσεις μισθών -χωρίς οιαδήποτε παρέμβαση- κατά το 2017 και το πρώτο εξάμηνο του 2018, που συμβαδίζουν με την πορεία της παραγωγικότητας σε κλάδους που μπορούν να τις αντέξουν.
«Η πρόσβαση των κοινωνικών εταίρων στα στατιστικά στοιχεία του συστήματος ΕΡΓΑΝΗ, που ακόμη παραμένει μια εκκρεμότητα, θα μπορούσε να συμβάλλει στην καλύτερη κατανόηση των δεδομένων και των εξελίξεων στην αγορά εργασίας. Επιτυχημένες είναι οι επιχειρήσεις που έχουν ικανοποιημένους εργαζόμενους. Καμία επιχείρηση που πηγαίνει καλά και μπορεί να δώσει αυξήσεις δεν θα αρνηθεί να το πράξει. Σε αυτό το πλαίσιο, η ουσιαστική συζήτηση που θα έπρεπε σήμερα να γίνει από τα πολιτικά κόμματα και τους φορείς της επιχειρηματικότητας, αφορά στις δράσεις που πρέπει να αναληφθούν για την ισχυρή ανάκαμψη της παραγωγικότητας, που ακόμη παραμένει καθηλωμένη. Μόνο έτσι η ευημερία των εργαζομένων θα αποκτήσει γερά θεμέλια!», προσθέτει ο ΣΕΒ.
Αναφέρεται, εξάλλου, στο παράδειγμα της Δανίας, που συνδυάζει τα χαρακτηριστικά μιας ανοιχτής οικονομίας, με ευελιξία στην αγορά εργασίας, υψηλή παραγωγικότητα, ανεργία μόλις στο 4,8% και ισχυρό κράτος πρόνοιας για τους εργαζόμενους.
Ο ΣΕΒ σημειώνει πάντως ότι η παρατεταμένη ανισορροπία μεταξύ μισθών και παραγωγικότητας, που χαρακτήριζε τη λειτουργία της ελληνικής οικονομίας τη δεκαετία πριν το ξέσπασμα της κρίσης σε βάρος της διεθνούς ανταγωνιστικότητάς της, δηλαδή οι αυξήσεις μισθών ενώ υποχωρούσε η παραγωγικότητα, αντιστράφηκε κατά τη διάρκεια της κρίσης. «Σε αυτό συνέβαλαν οι μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας που, σε ένα βαθμό, συνετέλεσαν στην ανάκαμψη της οικονομίας. Η μείωση της ανεργίας κατά 8 μονάδες τα τελευταία 4 χρόνια σε συνθήκες σχεδόν μηδενικής ανάπτυξης οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στις μεταρρυθμίσεις που προσέδωσαν μεγαλύτερη ευελιξία στην αγορά εργασίας», συμπληρώνει στον ΣΕΒ.