Να «τρέξουν» οι τράπεζες με τα «κόκκινα» δάνεια συστήνουν Γερμανία και ΕΚΤ, με δεδομένο ότι, όπως όλα δείχνουν, ανοίγει και ουσιαστικά πια η συζήτηση για την ευρωπαϊκή εγγύηση καταθέσεων, που όμως δεν μπορεί να ξεκινήσει με εξαιρετικά διαφοροποιημένο το επίπεδο των «κόκκινων» δανείων στις χώρες της Ζώνης του Ευρώ. Στο επίκεντρο μοιραία εισέρχεται το ελληνικό πρόβλημα.
Από την έντυπη έκδοση
Της Ειρήνης Σακελλάρη
[email protected]
Να «τρέξουν» οι τράπεζες με τα «κόκκινα» δάνεια συστήνουν Γερμανία και ΕΚΤ, με δεδομένο ότι, όπως όλα δείχνουν, ανοίγει και ουσιαστικά πια η συζήτηση για την ευρωπαϊκή εγγύηση καταθέσεων, που όμως δεν μπορεί να ξεκινήσει με εξαιρετικά διαφοροποιημένο το επίπεδο των «κόκκινων» δανείων στις χώρες της Ζώνης του Ευρώ. Στο επίκεντρο μοιραία εισέρχεται το ελληνικό πρόβλημα.
Σημειώνεται πως οι ελληνικές τράπεζες ετοιμάζουν για το τέλος Σεπτεμβρίου τους νέους στόχους τους για τα Μη Εξυπηρετούμενα Ανοίγματα (ΜΕΑ) έως το 2021 και η συζήτηση γίνεται για «κόκκινα» χαρτοφυλάκια που θα κινούνται μεταξύ 40 και 50 δισ. ευρώ
Ο γερμανικός Τύπος
Τα προβλήματα των ελληνικών τραπεζών για τα «κόκκινα» δάνεια και την ανασφάλεια που αυτά προκαλούν στους επενδυτές περιέγραψε χθες η «Handelsblatt».
Υπό τον τίτλο «Ανησυχίες για τις ελληνικές τράπεζες - Οι πιστωτικοί κίνδυνοι αναστατώνουν τους επενδυτές», η γερμανική εφημερίδα με αφορμή τη σημαντική υποχώρηση του τραπεζικού δείκτη στο Χρηματιστήριο σχολιάζει ότι «μόνο τον Σεπτέμβριο οι τέσσερις συστημικές τράπεζες έχασαν πάνω από το 25% της χρηματιστηριακής τους αξίας. Ακόμη χειρότερα τους τελευταίους τέσσερις μήνες οι αθροιστικές απώλειες των συγκεκριμένων μετοχών ξεπερνούν το 40%». «Ο τραπεζικός δείκτης της Αθήνας υποχώρησε στα χαμηλότερα επίπεδα των τελευταίων 31 μηνών», περιγράφει το δημοσίευμα, παρά το γεγονός πως την άνοιξη οι προβλέψεις μιλούσαν για ανάκαμψη.
Σύμφωνα με τη «Handelsblatt», η έξοδος από τα μνημόνια είναι πιο δύσκολη από ό,τι ανέμενε η ελληνική κυβέρνηση.
Οι πολιτικές αναταράξεις στην Ιταλία και η νομισματική κρίση στη γειτονική Τουρκία πιέζουν τις τιμές των ελληνικών ομολόγων, ενώ η χώρα απέχει σημαντικά από την επιστροφή στις κεφαλαιαγορές.
Το γεγονός πως η χώρα απέχει πολύ από την έξοδο προς τις αγορές κάνει πολύ πιο ακριβή μια ενδεχόμενη ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών και βέβαια οδηγεί σε περιορισμένα όρια τη ρευστότητα, επισημαίνει το δημοσίευμα.
Η εφημερίδα κάνει ειδική αναφορά στα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος σχετικά με τα NPEs (μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα), που τον Ιούνιο διαμορφώθηκαν στο 47,6% επί του συνόλου του χαρτοφυλακίου των δανείων που έχουν χορηγηθεί.
Εκείνο όμως που προκαλεί τη μεγαλύτερη ανασφάλεια στους επενδυτές είναι οι κίνδυνοι που απορρέουν από τα δάνεια και οι οποίοι καταγράφονται στους ισολογισμούς των τραπεζών.
Οι ελληνικές τράπεζες, αν και διαθέτουν ακόμη επαρκή κεφάλαια, ακόμη και στο σενάριο μιας ύφεσης, «στα τέλη Αυγούστου δημοσίευσαν απογοητευτικά οικονομικά στοιχεία. Με δεδομένο το γεγονός πως η πιστωτική επέκταση συρρικνώνεται και το κέρδος ανακύπτει όλο και μικρότερο».
Έτσι, στις τάξεις των επενδυτών εντείνονται οι φόβοι ότι ενδεχομένως οι τράπεζες να χρειαστούν μεγάλες κεφαλαιακές ενέσεις.
Κατά τη διάρκεια της κρίσης, οι τέσσερις συστημικές τράπεζες ανακεφαλαιοποιήθηκαν τρεις φορές. Υπάρχουν αμφιβολίες για το κατά πόσο ιδιώτες επενδυτές θα τις τροφοδοτούσαν με νέα κεφάλαια.
Οι πρόσφατες απώλειες των ελληνικών τραπεζικών μετοχών αντικατοπτρίζουν κυρίως την ανησυχία ότι θα μπορούσε να ακολουθήσει ενδεχομένως ένα bail-in των ελληνικών τραπεζών.
Το πρόβλημα στη γενικότητά του εντόπισε και ο Μάριο Ντράγκι σε ομιλία του στο Παρίσι, στην οποία επεσήμανε την ανάγκη επίσπευσης της εξυγίανσης των ισολογισμών για τα «κόκκινα» δάνεια, για όλες τις ευρωπαϊκές τράπεζες.
Πλην όμως οι πάντες γνωρίζουν πως το πρόβλημα είναι ιδιαιτέρως έντονο σε κάποιες χώρες της Ευρωζώνης, με κυρίαρχη δυστυχώς την Ελλάδα.
Να εντείνουν λοιπόν τις προσπάθειές τους στη μείωση των «κόκκινων» δανείων, προκειμένου να ενισχύσουν την πιστωτική επέκτασή τους και μαζί με αυτήν τη συμβολή τους στην πραγματική οικονομία κάλεσε τις τράπεζες της Ευρωζώνης ο Μάριο Ντράγκι. Αυτός θα είναι, όπως είπε, και ένας τρόπος ενίσχυσης της κερδοφορίας των τραπεζών. Τα ποσοστά των μη εξυπηρετούμενων δανείων ανά την ήπειρο, αν και έχουν μειωθεί αισθητά τα τελευταία χρόνια, παραμένουν πολύ υψηλότερα από εκείνα στις Ηνωμένες Πολιτείες. Βεβαίως η εικόνα δεν είναι ίδια για όλα τα μέλη της Ευρωζώνης.
«Οι τράπεζες με υψηλά επίπεδα κόκκινων δανείων έχουν διατηρήσει σε χαμηλά επίπεδα τις χορηγήσεις δανείων, καθώς η δυνατότητά τους να χτίσουν την κεφαλαιακή τους βάση είναι περιορισμένη» είπε ο πρόεδρος του Δ.Σ. της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας από το βήμα συνεδρίου στο Παρίσι.
«Ομοίως η χαμηλή κερδοφορία και η αβεβαιότητα για την αποτίμηση αυτού του ενεργητικού περιορίζουν την ελκυστικότητα των διασυνοριακών εξαγορών και συγχωνεύσεων», συμπλήρωσε.
Τραπεζική ένωση
Να προχωρήσουν τα κράτη-μέλη της Ευρωζώνης στην «ολοκλήρωση της τραπεζικής ένωσης» ζήτησαν χθες από το Παρίσι ο πρόεδρος της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι και ο διοικητής της Τράπεζας της Γαλλίας Φρανσουά Βιλερουά ντε Γκαλό, στο πλαίσιο συνεδρίου που οργάνωσε στο Παρίσι η Αρχή Προληπτικής Εποπτείας και Ρυθμίσεων (ACRP).
Ο Μάριο Ντράγκι μίλησε για τα οφέλη που προήγαγε η ενιαία εποπτεία.
Οι δύο άνδρες ζήτησαν μεταξύ άλλων «τη δημιουργία ενός αποτελεσματικού μηχανισμού εγγύησης καταθέσεων και την πλήρη λειτουργικότητα του Ενιαίου Μηχανισμού Εξυγίανσης, προκειμένου να βελτιωθεί η οικονομική σταθερότητα των 19».
Το θέμα της άμεσης «πλήρους λειτουργικότητας» του Ενιαίου Μηχανισμού Εξυγίανσης υπογράμμισε ιδιαίτερα ο διοικητής της Τράπεζας της Γαλλίας που είναι και μέλος του συμβουλίου των διοικητών της ΕΚΤ. Ο κ. Φρανσουά Βιλερουά ντε Γκαλό δήλωσε ότι «η εφαρμογή του θα πρέπει να ξεκινήσει μέχρι το τέλος του έτους».
Στο πλαίσιο της ομιλίας του ο Μάριο Ντράγκι αναφέρθηκε στις δυσκολίες που υπάρχουν για την τραπεζική ένωση, εξαιτίας του κατακερματισμού του τραπεζικού τομέα: «Ο τραπεζικός τομέας της Ευρωζώνης διαθέτει ενιαίο ρυθμιστικό πλαίσιο και καλά εναρμονισμένη νομοθεσία, παραμένει όμως κατακερματισμένος και η διασυνοριακή ενοποίηση, που συνιστά μέσο αύξησης των διασυνοριακών πιστώσεων, έφθασε πρόσφατα σε χαμηλά ιστορικά επίπεδα», τόνισε.
Εγγύηση καταθέσεων
Σύμφωνα με τον πρόεδρο της ΕΚΤ, «η πρόοδος προς την οριστικοποίηση της τραπεζικής ένωσης -μέσα από την εναρμόνιση των επιλογών και της διακριτικής ευχέρειας, μέσα από την ολοκλήρωση των ρυθμίσεων και τη δημιουργία των βάσεων για τη θέσπιση ενός αποτελεσματικού μηχανισμού εγγύησης καταθέσεων- είναι ουσιαστικής σημασίας και είμαι πεπεισμένος ότι σύντομα θα κάνουμε σημαντικά βήματα προς αυτήν την κατεύθυνση».
Η χρηματοπιστωτική ολοκλήρωση αποδείχθηκε ρηχή και τελικώς αναστρέψιμη ανέφερε ο ισχυρός άνδρας της ΕΚΤ, σημειώνοντας πως κατά την έξαρση της κρίσης οι διατραπεζικές αγορές κατατμήθηκαν κατά μήκος των εθνικών γραμμών και απειλούσαν την ακεραιότητα του ενιαίου νομίσματος, καταργώντας τις υπάρχουσες γραμμές πτώχευσης στη νομισματική ένωση.
Ένα από αυτά τα σφάλματα ήταν το κατακερματισμένο σύστημα εθνικής εποπτείας, σημείωσε. Η τάση των εποπτικών αρχών να προωθούν και να προασπίζουν τους «εθνικούς πρωταθλητές» συχνά υπερισχύει της επιδίωξης της Ένωσης για αποτελεσματικότητα και σταθερότητα. Οι εσωτερικές πολιτικές τείνουν να ενισχύουν τις αρνητικές επιπτώσεις και να επιδεινώνουν τον συστημικό κίνδυνο σε ολόκληρη τη Ζώνη του Ευρώ, ανέφερε.
Διασυνοριακές πιστώσεις
Η τραπεζική ένωση αντιμετωπίζει αυτές τις αδυναμίες συγκεντρώνοντας τις εθνικές χρηματοοικονομικές πολιτικές σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης και υπηρετώντας δύο κύριους στόχους: οι τράπεζες να είναι υγιείς και να υπάρξει ουσιαστικότερη ένωση στον τραπεζικό τομέα.
Ο κ. Ντράγκι παρατήρησε πως το 86% των τραπεζικών δανείων σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά στη Ζώνη του Ευρώ ήταν εγχώρια το 2017. Έτσι η διασυνοριακή ενοποίηση, που είναι ένας τρόπος για την αύξηση του διασυνοριακού δανεισμού, έφθασε πρόσφατα σε ιστορικά χαμηλά. «Απαιτούνται περισσότερες προσπάθειες», είπε, «εάν θέλουμε να αποκομίσουμε τα οφέλη από μια ολοκληρωμένη αγορά που θα συμβάλει στην κατανομή των κινδύνων μέσω του ιδιωτικού τομέα και στη βελτίωση της μακροοικονομικής σταθερότητας στη νομισματική ένωση. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, για παράδειγμα, η ολοκλήρωση της λιανικής τραπεζικής έχει οδηγήσει σε σημαντική αύξηση του αριθμού των πολυκρατικών τραπεζών».
«Σε έναν πιο ενοποιημένο τραπεζικό τομέα στις ΗΠΑ, οι τράπεζες έχουν πιο διαφοροποιημένα δάνεια και βάσεις καταθέσεων. Ως αποτέλεσμα, οι αμερικανικές πιστωτικές αγορές εξομαλύνουν το ένα τέταρτο των τοπικών διαταραχών της οικονομίας, γεγονός που είναι σημαντικό, δεδομένου του πολύ μικρότερου ρόλου των τραπεζών στη χρηματοδότηση της οικονομίας σε σύγκριση με τις κεφαλαιαγορές. Στην Ευρωζώνη, αντίθετα, ο επιμερισμός των κινδύνων είναι πολύ λιγότερο προηγμένος. Μόνο το 12% των τοπικών διαταραχών εξομαλύνεται μέσω πιστωτικών αγορών», κατέληξε.
Επισημάνσεις από Σολτς
H Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να κάνει τα τελικά βήματα προς τη δημιουργία μιας τραπεζικής ένωσης, έτσι ώστε να μπορέσουν να δημιουργηθούν μεγαλύτερες τράπεζες, υποστήριξε ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών, Όλαφ Σολτς.
«Για μένα, είναι εξίσου σημαντικό να προσπαθήσουμε, ειδικά τώρα που βρισκόμαστε δέκα χρόνια μετά τη Lehman Brothers και την παγκόσμια οικονομική κρίση, να κάνουμε τα τελικά βήματα για τη δημιουργία μιας τραπεζικής ένωσης, μιας δημοσιονομικής ένωσης, έτσι ώστε να δημιουργηθούν για παράδειγμα μεγάλες ευρωπαϊκές τράπεζες» ανέφερε.
Αυτές οι μεγάλες τράπεζες θα είναι ικανές να συνοδεύουν τις μεγάλες ευρωπαϊκές επιχειρήσεις και με αυτόν τον τρόπο μια ευρύτερη ευρωπαϊκή κεφαλαιαγορά θα μπορέσει να αναπτυχθεί.