Η οικονομία έχει αρχίσει να ανακάμπτει, ωστόσο η ανάκαμψη εμποδίζεται από τον ανεπαρκή μετασχηματισμό του παραγωγικού προτύπου της χώρας, σημειώνει ο Σύνδεσμος Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών, τονίζοντας ότι ο βαθμός εξωστρέφειας, καθώς και η αποταμίευση και οι επενδύσεις, παραμένουν σε χαμηλά επίπεδα.
Η οικονομία έχει αρχίσει να ανακάμπτει, ωστόσο η ανάκαμψη εμποδίζεται από τον ανεπαρκή μετασχηματισμό του παραγωγικού προτύπου της χώρας, σημειώνει ο Σύνδεσμος Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών, τονίζοντας ότι ο βαθμός εξωστρέφειας, καθώς και η αποταμίευση και οι επενδύσεις, παραμένουν σε χαμηλά επίπεδα.
Στο μηνιαίο οικονομικό του δελτίο ο ΣΕΒ επισημαίνει ότι «η οικονομία παράγει δημοσιονομικά υπερπλεονάσματα, σε βάρος της επενδυτικής προσπάθειας των οργανωμένων και μεγαλύτερων επιχειρήσεων λόγω υπερφορολόγησης, και σε βάρος της απασχόλησης των εργαζομένων λόγω υψηλού μη μισθολογικού κόστους, και ιδίως στον τομέα των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης».
Όπως τονίζει ο ΣΕΒ, η χώρα, μετά το πέρας του 3ου μνημονίου, βρίσκεται εκτεθειμένη στις διακυμάνσεις των αγορών, χωρίς να υπάρχει πλέον ένα επαρκές σύστημα έγκαιρης εποπτείας και αποτελεσματικής παρέμβασης από την πλευρά των δανειστών. Συμπληρώνει, δε, ότι «η οικονομία βρίσκεται όμηρος προεκλογικών διακηρύξεων και εξαγγελιών, με τον κίνδυνο ανατροπής της μακροοικονομικής σταθερότητας να ελλοχεύει ανά πάσα στιγμή».
Ο ΣΕΒ σημειώνει επιπλέον πως «η διαφαινόμενη επαναφορά των εργασιακών σχέσεων στις κακές πρακτικές του παρελθόντος δεν βοηθάει στην ενδυνάμωση της επιχειρηματικής εμπιστοσύνης στις αναπτυξιακές προοπτικές της ελληνικής οικονομίας. Όλα αυτά επηρεάζουν δυσμενώς τις επενδυτικές προσδοκίες».
Όπως προσθέτει ο Σύνδεσμος, οι προσδοκίες αυτές βρίσκονται σήμερα σε αναντιστοιχία με το γεγονός ότι η χώρα έχει ήδη κάνει μεγάλα βήματα συμμόρφωσης με τα συμφωνηθέντα στα Μνημόνια, και έχει δεσμευθεί αφενός να εφαρμόσει μια σειρά από φιλικές προς την ανάπτυξη διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και αφετέρου να διατηρήσει σε μακροχρόνια βάση τη δημοσιονομική πειθαρχία που έχει επιτευχθεί. «Η επιχειρηματική κοινότητα θεωρεί, προς τούτο, ότι η ευθύνη όλων είναι μεγάλη ώστε η χώρα να μην τεθεί εκ νέου εκτός αγορών πριν καν καταφέρει να επιστρέψει σε αυτές», προσθέτει ο ΣΕΒ.
Κατά τον Σύνδεσμο, η ολοκλήρωση του 3ου προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής τον περασμένο Αύγουστο θέτει ξανά την Ελλάδα στο μικροσκόπιο των αγορών, από τις οποίες θα εξαρτάται σταδιακά όλο και περισσότερο ο δανεισμός της. Αυτό -προειδοποιεί ο ΣΕΒ- σημαίνει ότι δεν επιτρέπεται κανένας εφησυχασμός σε ό,τι αφορά την πορεία βασικών δεικτών που αποτελούν βαρόμετρο στις αξιολογήσεις των αγορών για την μακροοικονομική σταθερότητα και υγεία της οικονομίας. Τέτοιοι δείκτες, όπως επισημαίνει, είναι το ύψος του ιδιωτικού χρέους και η αναδιάρθρωση τόσο των τραπεζικών χαρτοφυλακίων όσο και των υπερχρεωμένων επιχειρήσεων, η πληθυσμιακή γήρανση, το ύψος της απασχόλησης και οι δαπάνες για το ασφαλιστικό σύστημα, η παραγωγικότητα της οικονομίας και της εργασίας, το εμπορικό έλλειμμα. Σύμφωνα με τον ΣΕΒ, οι μεταμνημονιακές πολιτικές πρέπει να εστιάσουν με σαφείς μετρήσιμους στόχους στη βελτίωση όλων των παραπάνω δεικτών ώστε να βελτιωθεί η εμπιστοσύνη αγορών και εταίρων στη δυνατότητα της Ελλάδας να επιστρέψει σε μια βιώσιμη ανάκαμψη.
Ο ΣΕΒ παρατηρεί πως η Ελλάδα ολοκλήρωσε το 3ο πρόγραμμα προσαρμογής, χωρίς ωστόσο να έχει ακόμα ξεπεράσει σημαντικά εμπόδια, ώστε να μπορέσει να εισέλθει σε μία τροχιά ισχυρής και δυναμικής ανάπτυξης. Τα εμπόδια αυτά κατά τον Σύνδεσμο σχετίζονται με την υπερ-φορολόγηση, τη συσσωρευμένη αποεπένδυση ύψους 100 δισ., το εμπορικό έλλειμμα, το οποίο αν και μειώνεται παραμένει αρκετά υψηλό, τη χαμηλή παραγωγικότητα, τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, τη χαμηλή επίδοση στον ψηφιακό μετασχηματισμό, την υψηλή ανεργία και το δημογραφικό πρόβλημα. Στη βάση αυτή, η στρατηγική ανάπτυξης σύμφωνα με τον ΣΕΒ θα πρέπει να προσανατολιστεί, πέρα από την επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων, και στην αντιμετώπιση αυτών των προκλήσεων, έχοντας στο επίκεντρο τη βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος.
Ο ΣΕΒ έχει επεξεργαστεί 115 προτάσεις για αλλαγή πολιτικής, εστιάζοντας σε τέσσερις πυλώνες:
Σε ό,τι αφορά τα τρέχοντα στοιχεία, τα οποία επικαλείται ο Σύνδεσμος, η ελληνική οικονομία ανέκαμψε το 2017 (+1,4%) και ενισχύθηκε περαιτέρω κατά το πρώτο εξάμηνο του 2018 (+2,2%), με υποχώρηση του ρυθμού ανάπτυξης ωστόσο στο 2ο τρίμηνο σε σχέση με το προηγούμενο. Η ανάκαμψη -αναφέρει ο ΣΕΒ- τροφοδοτείται πρωτίστως από την εγχώρια ζήτηση, κυρίως ως αποτέλεσμα της τόνωσης των επενδύσεων σε πάγια (από το 2017) και, για πρώτη φορά ύστερα από ένα μεγάλο χρονικό διάστημα, της ιδιωτικής κατανάλωσης.
Η πορεία των εξαγωγών, όπως παρατηρεί ο ΣΕΒ, παραμένει δυναμική και συμβαδίζει με την άνοδο της μεταποιητικής παραγωγής και του τουρισμού. Ωστόσο, όπως επισημαίνει, η συμβολή των καθαρών εξαγωγών, αν και θετική, είναι μικρή λόγω της ταχείας αύξησης των εισαγωγών, γεγονός που υποδηλώνει χαμηλό βαθμό υποκατάστασης των εισαγωγών στην οικονομία.
Παράλληλα, ο ΣΕΒ στέκεται στις επενδύσεις, τονίζοντας πως αυξάνονται σε όλες τις κατηγορίες, συμπεριλαμβανομένων των κατοικιών (+7,9% το 1ο εξάμηνο του 2018) και των λοιπών κατασκευών (+4,9% το 1ο εξάμηνο του 2018), με τις επενδύσεις σε μηχανήματα και εξοπλισμό, καθώς και εξοπλισμό ΤΠΕ, να ενισχύονται κατά +19% περίπου το 1ο εξάμηνο του 2018. Ο μεταφορικός εξοπλισμός μειώθηκε κατά περισσότερο από -50%, έχοντας αυξηθεί κατά περισσότερο από +80% το 2017, λόγω της μη βιώσιμης αύξησης των εισαγωγών πλοίων, το 2017. Εξαιρουμένων των εισαγωγών πλοίων, οι επενδύσεις σε πάγια αυξήθηκαν κατά +11,9% το 1ο εξάμηνο του 2018, μετά από αύξηση +4,9% το 2017. Όπως επισημαίνει ο ΣΕΒ, το ποσοστό των επενδύσεων στο ΑΕΠ στην Ελλάδα είναι σήμερα στο 12,6% ενώ ο μέσος όρος στην ΕΕ-28 είναι στο 20,1% (Τσεχία 25%, Ιρλανδία 24%, Ρουμανία 23%, Ισπανία 21% κ.ο.κ), που σημαίνει ότι η Ελλάδα θα πρέπει να αυξάνει τις επενδύσεις με πολύ ταχύτερους ρυθμούς από ό,τι γίνεται στην υπόλοιπη Ευρώπη.
Από την πλευρά της προσφοράς, με βάση της Ακαθάριστη Προστιθέμενη Αξία κατά κλάδο, η ανάπτυξη είναι ταχύτερη στη βιομηχανία, τις κατασκευές, το εμπόριο-τουρισμό-μεταφορές, και τις δραστηριότητες των ελεύθερων επαγγελμάτων και της ψυχαγωγίας, παρατηρεί ο ΣΕΒ. Όπως προσθέτει, μόνο ο χρηματοπιστωτικός τομέας (τράπεζες, ασφάλειες), καθώς και ο κλάδος ενημέρωσης και η επικοινωνίας (που περιλαμβάνει εκδόσεις, πληροφορική, τηλεπικοινωνίες και τηλεοπτικές / ραδιοφωνικές μεταδόσεις) συνεχίζουν να παρουσιάζουν φθίνουσα πορεία (με εξαίρεση την πληροφορική), κυρίως λόγω της αύξησης του ανταγωνισμού και τον δραστικό περιορισμό των προϋπολογισμών για διαφήμιση στις επιχειρήσεις ραδιοτηλεοπτικών εκπομπών.
Επιπλέον, οι κυριότεροι βραχυχρόνιοι δείκτες ακολουθούν μια γενικά θετική πορεία, επισημαίνει ο Σύνδεσμος. Ειδικότερα:
Παράλληλα όμως, όπως προειδοποιεί ο ΣΕΒ: