Οικονομία & Αγορές
Πέμπτη, 15 Ιουνίου 2006 14:18

Στη δημοσιότητα το τελικό σχ/ν για την ασφάλιση από τροχαία

Στη δημοσιότητα δόθηκε το τελικό κείμενο του σχεδίου νόμου που τροποποιεί το Ν. 489/76 «Υποχρεωτική ασφάλιση για την αστική ευθύνη έναντι τρίτων από ατυχήματα αυτοκινήτου», όπως αυτό διαμορφώθηκε μετά τις παρατηρήσεις των φορέων κατά τη διάρκεια της δημόσιας διαβούλευσης.

Πριν το σχέδιο νόμου κατατεθεί στη βουλή προς ψήφιση, δίνεται διάστημα 15 ημερών στους φορείς να διατυπώσουν τυχόν τελευταίες τους παρατηρήσεις. Οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να αποστείλουν τις παρατηρήσεις τους μέχρι τις 30 Ιουνίου 2006:

· είτε με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο (e-mail) μέσω της ιστοσελίδας [email protected]

· είτε με κατάθεση - αποστολή στην διεύθυνση:

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ

ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΕΜΠΟΡΙΟΥ

Δ/ΝΣΗ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ & ΑΝΑΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ

10181 Αθήνα Πλ. Κάνιγγος

κ. Ντίνα Λόντου

Τηλ 210-3893550

Φαξ 210-3803756

Ακολουθεί το πλήρες κείμενο του σχεδίου νόμου:

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ

«Τροποποίηση του ν. 489/1976 (ΦΕΚ Α΄ 331)

«Περί υποχρεωτικής ασφαλίσεως της εξ ατυχημάτων

αυτοκινήτων αστικής ευθύνης»

¶ρθρο 1

1. Στο άρθρο 1 του Ν.489/76 προστίθεται εδάφιο ι) ως εξής:

«ι) Ενοποιημένη Συμφωνία του Συμβουλίου των Γραφείων (Internal Regulations of the Council of Bureaux – Reglement General du Conseil des Bureaux) – Official Journal of the European Union L 192/23 –31/07/03 είναι η συμφωνία η οποία από την 1η Ιουλίου 2003, σύμφωνα με την οδηγία 72/166/EEC άρθρο 2 (2) ενσωμάτωσε όλες τις προβλέψεις της Συμφωνίας Ενιαίου Τύπου (Uniform Agreement) και της Πολυμερούς Σύμβασης Εγγυήσεως (Multilateral Guarantee Agreement) μεταξύ Εθνικών Γραφείων Διεθνούς Ασφάλισης και αντικατέστησε τις παραπάνω δύο συμφωνίες σύμφωνα με απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής από 28/7/03 που δημοσιεύθηκε στο ίδιο ως άνω φύλλο της Eπίσημης Eφημερίδας της Ε.Ε.»

2. H παράγραφος 2 του άρθρου 2 του Ν. 489/76 τροποποιείται και προστίθεται παράγραφος 3 ως εξής:

«2. Αυτοκίνητο που έχει τον τόπο συνήθους στάθμευσης του στην Ελλάδα και εξέρχεται από τα όρια της Ελληνικής Επικράτειας, πρέπει να εφοδιάζεται με πιστοποιητικό Διεθνούς Ασφάλισης (Πράσινη Κάρτα) που ισχύει τουλάχιστον για τα Ευρωπαϊκά εδάφη των Κρατών – μελών του ΕΟΧ και τα λοιπά Κράτη, των οποίων τα Εθνικά Γραφεία Διεθνούς Ασφάλισης δεσμεύονται να εφαρμόζουν το τμήμα ΙΙΙ της κατά το άρθρο 1 (ι) Ενοποιημένης Συμφωνίας.

3. Το κατά την παράγραφο 2 αυτοκίνητο εφόσον πρόκειται να κυκλοφορήσει στα εδάφη τρίτων χωρών έκτος του ΕΟΧ έχει την υποχρέωση να είναι εφοδιασμένο με Πιστοποιητικό Διεθνούς Ασφάλισης (Πράσινη Κάρτα) σε ισχύ για τις χώρες αυτές της κατά το άρθρο 1 (ι) Ενοποιημένης Συμφωνίας – Τμήμα ΙΙ. Παράβαση της υποχρέωσης αυτής συνεπάγεται ευθύνη των κυρίου, κατόχου και οδηγού έναντι του ασφαλιστή και του Γραφείου Διεθνούς Ασφάλισης, κατά τα ειδικότερα στα επόμενα άρθρα οριζόμενα.»

3. Η παράγραφος 5 του άρθρου 3 του ν. 489/76 καταργείται και η παράγραφος 6 αριθμείται ως παράγραφος 5.

4. Στην παράγραφο 3 του άρθρου 5 του ν. 489/76 διαγράφεται η φράση «….Συμπληρωματική Συμφωνία» και άντ’ αυτής τίθεται η κατά το άρθρο 1 ι) «Ενοποιημένη Συμφωνία - Τμήμα ΙΙΙ.»

¶ρθρο 2

Μετά το άρθρο 6 του ν. 489/76 προστίθενται νέα άρθρα 6α) και 6β) ως εξής :

«¶ρθρο 6α)

1. Για την παροχή ασφαλιστικής κάλυψης πριν από την έκδοση ασφαλιστηρίου απαιτείται σύμβαση προσωρινής κάλυψης η οποία αποδεικνύεται με το χορηγούμενο από τον ασφαλιστή προσωρινό ειδικό σήμα κάλυψης και με το έγγραφο προσωρινής βεβαίωσης του άρθρου 5 παρ. 2 του νόμου αυτού. Το σημείωμα προσωρινής κάλυψης ισχύει μέχρι την έκδοση του ασφαλιστηρίου, αλλά πάντως όχι πέρα της αναγραφόμενης σε αυτό ημερομηνίας λήξης.

Απαγορεύεται η επανέκδοση προσωρινού σήματος για το ίδιο ασφαλιστικό κίνδυνο εκτός από την περίπτωση που η εταιρεία που το εξέδωσε τέθηκε κατά την διάρκεια ισχύος αυτού σε ασφαλιστική εκκαθάριση ή αναστολή εργασιών ή αρνήθηκε την ανάληψη του εν λόγω κινδύνου .

Στη περίπτωση που επανεκδοθεί προσωρινό σήμα ο διαμεσολαβητής ευθύνεται με τις κυρώσεις που προβλέπονται από το Π.Δ. 298/86.

2. Με την επιφύλαξη της παρ. 3 του άρθρου 6 του παρόντος νόμου η ασφάλιση ισχύει για τα τοπικά όρια που ορίζονται στο ασφαλιστήριο.

3. Το ανώτατο όριο ευθύνης του ασφαλιστή ανά ατύχημα δεν δύναται να υπερβεί τα αναγραφόμενα στο ασφαλιστήριο συμβόλαιο ποσά ανεξάρτητα από τον αριθμό των ζημιωθέντων ανά ατύχημα.

Περισσότερες της μιας ανά ατύχημα από την ίδια αιτία προκληθείσες ζημίες λογίζονται ως ενιαίο ατύχημα.

4. Ο αντισυμβαλλόμενος και οι ασφαλισμένοι, σε περίπτωση αλλαγής της διευθύνσεως τους υποχρεούνται να γνωστοποιήσουν αμελλητί εγγράφως στον ασφαλιστή τη νέα διεύθυνση τους.

Ο ασφαλιστής, νομίμως προβαίνει σε οιαδήποτε γνωστοποίηση ή κοινοποίηση στην τελευταία δηλωθείσα διεύθυνση του λήπτη της ασφάλισης.

5. Σε περίπτωση ατυχήματος που προκλήθηκε από ρυμουλκό μετά ρυμουλκούμενου οχήματος, οι ασφαλιστές του ρυμουλκού και του ρυμουλκούμενου ευθύνονται εις ολόκληρον έναντι του ζημιωθέντος τρίτου. Η ευθύνη του ασφαλιστή είτε του ρυμουλκού είτε του ρυμουλκουμένου περιορίζεται μέχρι το ασφαλιστικό ποσό της σύμβασης του επιφυλασσομένου του δικαιώματος αναγωγής μεταξύ τους για την κατανομή της ζημίας.»

«¶ρθρο 6β)

1. Εξαιρούνται της ασφαλιστικής κάλυψης ζημιές που προκαλούνται :

α) Από πρόθεση του λήπτη της ασφάλισης ή των ασφαλισμένων.

β) Από οδηγό που δεν έχει την προβλεπόμενη στο νόμο και για την κατηγορία του οχήματος που οδηγεί, άδεια οδήγησης.

γ) Από οδηγό που κατά το ατύχημα βρισκόταν υπό την επίδραση οινοπνεύματος ή τοξικών ουσιών, ως αυτές ορίζονται από τον Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας και ανεξαρτήτως εάν η παράβαση αυτή συνετέλεσε στην πρόκληση του ατυχήματος.

δ) Όταν το όχημα χρησιμοποιείται για άλλη χρήση από αυτή που καθορίζεται στο ασφαλιστήριο συμβόλαιο και την άδεια κυκλοφορίας.

2. Με το ασφαλιστήριο μπορεί να συμφωνηθεί η διεύρυνση των εξαιρέσεων κάλυψης.

3. Ο ασφαλιστής δεν μπορεί να προβάλλει έναντι των τρίτων ζημιωθέντων τις εξαιρέσεις του παρόντος άρθρου καθώς και τις εξαιρέσεις του ασφαλιστηρίου, οι οποίες ισχύουν μόνον για τις μετά του ασφαλισμένου σχέσεις.

¶ρθρο 3

1. Το άρθρο 8 του ν. 489/76 αντικαθίσταται ως εξής :

«¶ρθρο 8

1. Σε περίπτωση μεταβίβασης της κυριότητας του αυτοκινήτου αιτία θανάτου, τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις του πρώτου κτήτορα από την ασφάλιση, μεταβιβάζονται στον νέο κτήτορα εκτός αν αυτός ειδοποιήσει για τη μη αποδοχή τους τον ασφαλιστή μέσα σε ένα μήνα από το θάνατο.

2. Σε περίπτωση μεταβολής της κυριότητας ή κατοχής του οχήματος συνεπεία ειδικής διαδοχής η ασφάλιση εξακολουθεί να ισχύει μέχρι την αναγραφόμενη στο ασφαλιστήριο ημερομηνία λήξης αυτής. Από την ημερομηνία αυτή επέρχεται η αυτοδίκαιη λύση της ασφαλιστικής σύμβασης έναντι πάντων χωρίς ν΄ απαιτείται καμία άλλη ενέργεια εκ μέρους του ασφαλιστή.

Εάν μετά την κατά τα ως άνω μεταβολή της κυριότητας ή κατοχής, συνήφθη νέα ασφαλιστική σύμβαση για το αυτό όχημα μόνος υπόχρεος προς καταβολή αποζημίωσης έναντι του τρίτου ζημιωθέντος είναι ο τελευταίος ασφαλιστής. Η προγενέστερη ασφάλιση καθίσταται αυτοδικαίως άκυρη.»

2. Το άρθρο 9 του ν.489/76 αντικαθίσταται ως εξής:

«¶ρθρο 9

1. Ο λήπτης της ασφάλισης ή ο ασφαλισμένος υποχρεούται χωρίς υπαίτια βραδύτητα και πάντως μέσα σε οκτώ ημέρες να δηλώσει προς τον ασφαλιστή κάθε ατύχημα για το οποίο έλαβε γνώση και αφορά στο ασφαλισμένο αυτοκίνητο.

Επίσης είναι υποχρεωμένος να παρέχει στον ασφαλιστή εφόσον του ζητηθεί κάθε πληροφορία και κάθε έγγραφο το οποίο είναι αναγκαίο στον ασφαλιστή ως και κάθε δικαστική αρωγή. Ο λήπτης της ασφάλισης ή ο ασφαλισμένος είναι υποχρεωμένος να παράσχει στον ασφαλιστή κάθε πληροφορία και έγγραφο που προβλέπεται στο ασφαλιστήριο και γενικά να πράξει ό,τι είναι δυνατόν για να περιορίσει την ζημιά.

2. Σε περίπτωση υπαίτιας παράβασης των ανωτέρω υποχρεώσεων ο λήπτης της ασφάλισης ή ο ασφαλισμένος δύναται να υποχρεωθεί κατ’ εύλογη κρίση του δικαστηρίου σε αποζημίωση του ασφαλιστή όχι ανώτερη των 2.000 ευρώ.

3. Η καταβολή ασφαλιστικής αποζημίωσης στον ασφαλισμένο ή οποιουδήποτε ποσού επιστροφής σ΄ αυτόν γίνεται με την έκδοση δίγραμμης επιταγής επ’ ονόματί του εφόσον πρόκειται για ποσό μεγαλύτερο του ποσού των 100 ΕΥΡΩ. Στην περίπτωση που η καταβολή της αποζημίωσης γίνεται συνέπεια δικαστικής απόφασης και η αμοιβή του δικηγόρου θα γίνει με την έκδοση δίγραμμης επιταγής.

4. Σε περίπτωση που δεν έχει γίνει επαναπροσδιορισμός του ασφαλιστικού ποσού με την ευθύνη της ασφαλιστικής εταιρείας τότε δεν μπορεί να γίνει επίκληση του κριτηρίου παλαιότητος από αυτή κατά την καταβολή της ασφαλιστικής αποζημίωσης .

5. Με απόφαση του αρμόδιου Υπουργού που εκδίδεται εντός εξαμήνου από τη δημοσίευση του παρόντος, καθορίζονται οι όροι διακανονισμού και καταβολής της αποζημίωσης , συμπεριλαμβανομένων και των κυρώσεων σε περίπτωση μη τήρησης των όρων αυτών».

¶ρθρο 4

Το άρθρο 11 του ν. 489/76 αντικαθίσταται ως εξής :

«Αρθρο 11

1. Ο ασφαλιστής δεν μπορεί να αντιτάξει κατά του προσώπου που ζημιώθηκε, όταν τούτο ασκεί την κατ΄ άρθρο 10 παρ. 1, αξίωση, ενστάσεις που απορρέουν από την ασφαλιστική σύμβαση, επιφυλασσομένου σ΄ αυτόν του δικαιώματος αγωγής κατά του ασφαλισμένου, του αντισυμβαλλομένου και του οδηγού.

2. Η ακύρωση, λύση, λήξη ή αναστολή της ασφαλιστικής σύμβασης δύναται να αντιταχθεί κατά του τρίτου που ζημιώθηκε, μόνον εάν το ατύχημα συνέβη μετά πάροδο δεκαέξι ημερών από την εκ μέρους του ασφαλιστή γνωστοποίηση της ακύρωσης , λύσης, λήξης ή αναστολής, όπως ειδικότερα προβλέπεται στις διατάξεις του άρθρου 11α του παρόντος νόμου.

3. Σε περίπτωση ύπαρξης διαδοχικών ασφαλίσεων μόνος υπόχρεος προς καταβολή αποζημίωσης έναντι του τρίτου ζημιωθέντος είναι ο τελευταίος ασφαλιστής. Οι προγενέστερες ασφαλίσεις είναι αυτοδικαίως άκυρες χωρίς να απαιτείται άλλη γνωστοποίηση ή καταγγελία.»

¶ρθρο 5

Μετά το άρθρο 11 του ν.489/76 προστίθεται άρθρο 11α ως εξής:

«¶ρθρο 11 α)

1. Τα συμβαλλόμενα μέρη με έγγραφη συμφωνία μπορούν να λύουν οποτεδήποτε την ασφαλιστική σύμβαση. Η λύση γνωστοποιείται με επιμέλεια του ασφαλιστή μόνο στο Κέντρο Πληροφοριών, ισχύει δε και έναντι των τρίτων μετά την πάροδο 16 ημερών από την πιο πάνω γνωστοποίηση.

2. α) Κάθε ένα από τα συμβαλλόμενα μέρη μπορεί ελεύθερα και κατά πάντα χρόνο, να καταγγείλει την ασφαλιστική σύμβαση. Η καταγγελία γίνεται με γραπτή δήλωση, τα αποτελέσματα της οποίας επέρχονται μετά την πάροδο ενός μηνός από τότε που θα περιέλθει στον λήπτη της ασφάλισης ή τον ασφαλισμένο.

β) Σε περίπτωση που η καταγγελία ασκείται από τον ασφαλιστή λόγω καθυστέρησης καταβολής του ασφαλίστρου, γνωστοποιείται στον λήπτη της ασφάλισης ότι η περαιτέρω καθυστέρηση καταβολής του ασφαλίστρου θα επιφέρει μετά πάροδο ενός (1) μηνός από την περιέλευση της γραπτής δήλωσης σε αυτόν, τη λύση της σύμβασης.

γ) Η καταγγελία γίνεται στην κατοικία ή διαμονή του λήπτη της ασφάλισης ή του ασφαλισμένου που αναγράφεται στο ασφαλιστήριο. Ως κατοικία ή διαμονή θεωρείται και η τελευταία διεύθυνση που ο λήπτης της ασφάλισης δήλωσε εγγράφως στον ασφαλιστή.

Για την περιέλευση της καταγγελίας στο λήπτη της ασφάλισης ή ασφαλισμένο αρκεί η δυνατότητα γνώσης αυτού.

¶ρνηση παραλαβής, μη ανεύρεση στην αναγραφόμενη στο ασφαλιστήριο διεύθυνση ή στην τελευταία δηλωθείσα εγγράφως στον ασφαλιστή, μη προσέλευση του παραλήπτη της επιστολής στο Ταχυδρομείο προς παραλαβή αυτής μετά από σχετική ειδοποίηση του εξομοιούται με περιέλευση, εκτός εάν ο ασφαλισμένος αποδείξει ότι δεν είχε τη δυνατότητα να λάβει γνώση εξαιτίας σπουδαίου λόγου.

δ) Όταν η καταγγελία ασκείται από τον ασφαλιστή γνωστοποιείται από αυτόν και στο Κέντρο Πληροφοριών. Η σχετική βεβαίωση του Κέντρου Πληροφοριών αποτελεί πλήρη απόδειξη του περιεχομένου της καταγγελίας. Σε περίπτωση καταγγελίας από το λήπτη της ασφάλισης, ο ασφαλιστής γνωστοποιεί στο Κέντρο Πληροφοριών τη λύση της σύμβασης.

3. Ο ασφαλιστής μπορεί να επικαλεσθεί τη λύση της ασφαλιστικής σύμβασης έναντι του τρίτου ζημιωθέντος, μετά την πάροδο δεκαέξι (16) ημερών από τη γνωστοποίηση στο Κέντρο Πληροφοριών της λύσης αυτής κατά τα οριζόμενα στην ανωτέρω παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου.

4. Μέχρι την λειτουργία του Κέντρου Πληροφοριών οι κοινοποιήσεις αυτές γίνονται στην Διεύθυνση Ασφαλιστικών Επιχειρήσεων και Αναλογιστικής

5. Η ασφαλιστική σύμβαση ισχύει για την ασφαλιστική περίοδο που ορίζεται στο ασφαλιστήριο και ανανεώνεται κατά τη λήξη της ασφαλιστικής περιόδου για ίσο χρονικό διάστημα, εκτός εάν ένα από τα συμβαλλόμενα μέρη ειδοποιήσει το άλλο προ 30 ημερών περί του αντιθέτου εγγράφως. Ο ασφαλιστής μπορεί να επικαλεσθεί τη λήξη της ασφαλιστικής σύμβασης έναντι του τρίτου ζημιωθέντος μετά την πάροδο δεκαέξι (16) ημερών από την γνωστοποίηση αυτής στο Κέντρο Πληροφοριών.

6. Η ισχύς της ασφαλιστικής σύμβασης αναστέλλεται μετά από έγγραφη αίτηση του λήπτη της ασφάλισης και έκδοση πρόσθετης πράξης από τον ασφαλιστή. Ο ασφαλιστής μπορεί να επικαλεσθεί την αναστολή έναντι του τρίτου ζημιωθέντος μετά την πάροδο δεκαέξι (16) ημερών από τη γνωστοποίηση αυτής στο Κέντρο Πληροφοριών.

Η αναστολή ισχύει για ορισμένο ή αόριστο χρόνο και πάντως για χρονικό διάστημα όχι μικρότερο των τριάντα (30) ημερών. Εάν η αναστολή χορηγήθηκε για αόριστο χρόνο, η ασφαλιστική σύμβαση επαναφέρεται σε ισχύ κατόπιν έγγραφης αίτησης του λήπτη της ασφάλισης.

Σε περίπτωση αναστολής για ορισμένο χρόνο, η διάρκεια της ασφαλιστικής σύμβασης παρατείνεται για ίσο με της αναστολής χρονικό διάστημα ή επιστρέφονται τα ασφάλιστρα που αντιστοιχούν στον χρόνο της αναστολής.»

¶ρθρο 6

1. α) Η παράγραφος 2 του άρθρου 13 του ν. 489/1976 αριθμείται ως παράγραφος 1 και αντικαθίσταται ως εξής :

«1. Δεν ενεργείται έλεγχος για την ύπαρξη ασφαλιστικής κάλυψης σε αυτοκίνητα που εισέρχονται ή κυκλοφορούν στην Ελλάδα, τα οποία έχουν τόπο συνήθους στάθμευσης στο έδαφος άλλου κράτους, το Εθνικό Γραφείο του οποίου έχει προσυπογράψει μετά του Ελληνικού Γραφείου Διεθνούς Ασφάλισης την κατά το άρθρο 1 ι) του παρόντος Ενοποιημένη Συμφωνία – Τμήμα ΙΙΙ».

β) Η παράγραφος 3 του άρθρου 13 του ν. 489/1976 αριθμείται ως παράγραφος

2. To πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 27 του ν. 489/1976 αντικαθίσταται ως εξής :

«1. Το Γραφείο Διεθνούς Ασφάλισης διακανονίζει ζημίες και καταβάλει αποζημιώσεις για λογαριασμό αλλοδαπών Γραφείων Διεθνούς Ασφάλισης μέσα στα όρια του νόμου αυτού, εξ΄ αιτίας ατυχημάτων που προκαλούνται από την κυκλοφορία στην Ελλάδα αυτοκινήτων, που έχουν τόπο συνήθους στάθμευσης σε χώρες μετά των αντιστοίχων Γραφείων των οποίων εφαρμόζεται η κατά το άρθρο 1 ι) Ενοποιημένη Συμφωνία - Τμήμα ΙΙ και εφόσον τα αυτοκίνητα αυτά είναι εφοδιασμένα με πιστοποιητικό διεθνούς ασφάλισης που ισχύει».

Στην παράγραφο 1 δεύτερο εδάφιο του άρθρου 27 του ν. 489/1976 η παραπομπή στη διάταξη του άρθρου 13 διορθώνεται αντί της παρ.2 στην παρ.1.

3. Η διάταξη της παρ. 5 (β) του άρθρου 28 του ν. 489/1976 όπως έχει τροποποιηθεί με το άρθρο 37 παρ.12 του Ν. 2496/97 αντικαθίσταται ως εξής:

«(β) Εντός έξι μηνών από της δημοσιεύσεως του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως καθίστανται υποχρεωτικώς μέλη του Γραφείου Διεθνούς Ασφάλισης και οι αλληλασφαλιστικοί συνεταιρισμοί που διέπονται από τις διατάξεις των άρθρων 35 παρ.1, 3, 36 και 37 του ν. δ/τος 400/1970 όπως ισχύει, εφόσον καλύπτουν τον ίδιο κίνδυνο.»

4. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 5 του άρθρου 29 του ν. 489/1976 αντικαθίσταται ως εξής:

«Οι υποχρεώσεις των παραπάνω μελών από την έκδοση πιστοποιητικών διεθνούς ασφάλισης του Ελληνικού Γραφείου, ρυθμίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 27 του παρόντος και την κατά το άρθρο 1 ι) Ενοποιημένη Συμφωνία – Τμήμα ΙΙ.»

5. Η παράγραφος 1 του άρθρου 30 του ν. 489/76 αντικαθίσταται ως εξής:

1. «Το Γραφείο Διεθνούς Ασφάλισης προσυπογράφει και δεσμεύεται να τηρεί τις υποχρεωτικές διατάξεις της κατά το άρθρο 1 ι) Ενοποιημένης Συμφωνίας καθώς και να τηρεί τις διατάξεις τις οποίες έχει υπογράψει με τα αντίστοιχα Γραφεία του Τμήματος ΙΙ της Ενοποιημένης Συμφωνίας που αφορούν τις σχέσεις μεταξύ των Γραφείων οι οποίες βασίζονται στο Πιστοποιητικό Διεθνούς Ασφάλισης – Πράσινη Κάρτα.

Επίσης δεσμεύεται να τηρεί τις διατάξεις του Τμήματος ΙΙΙ της Ενοποιημένης Συμφωνίας που βασίζονται στην τεκμαρτή ασφαλιστική κάλυψη με τα Γραφεία των Κρατών του ΕΟΧ και των συνδεδεμένων κρατών που προσχώρησαν σε πολυμερή συμφωνία κατά το άρθρο 17 της Ενοποιημένης Συμφωνίας και που αναφέρονται στο Παράρτημα της Απόφασης της Επιτροπής της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά την έγκριση αυτής την 28η Ιουλίου 2003 (L. 192/23/314-07-03) με την οποία επικυρώθηκε η Συμφωνία η οποία υπεγράφη στο Ρέθυμνο (Κρήτη) την 30 Μαΐου 2002.

Επίσης το Γραφείο Διεθνούς Ασφάλισης υπογράφει κάθε άλλη συμφωνία αναγκαία προς εκπλήρωση των υποχρεώσεων του.»

6. Η παράγραφος 2 του άρθρού 34α του ν. 489/76 όπως προσετέθη με το άρθρο 37 παρ. 18 του Ν. 2496/97 αντικαθίσταται ως εξής:

2. «Από 1ης Ιουλίου 2003 όλες οι υποχρεώσεις του Γραφείου Διεθνούς Ασφάλισης είτε προ είτε μετά τη ημερομηνία αυτή, ρυθμίζεται από τις κατά το άρθρο 1 ι) διατάξεις της Ενοποιημένης Συμφωνίας.»

7. Στην παράγραφο 2 του άρθρου 38 του ν. 489/76 αντί της φράσης «μέχρι 1.000.000 δραχμών» τίθεται η φράση «μέχρι 2.935 ευρώ.»

8. Στην παράγραφο 4 του άρθρου 38 του ν. 489/76 αντί της φράσης «μέχρι το σε δραχμές ισόποσο των 4.000 Ευρωπαϊκών Λογιστικών Μονάδων» τίθεται η φράση «μέχρι 4.000 ευρώ.»

¶ρθρο 7

1. Για κάθε θέμα που δεν ρυθμίζεται ειδικά από τις διατάξεις του ν. 489/76 εξακολουθεί να ισχύει συμπληρωματικά ο ν. 2496/97.

2. Η παρ. 8 του άρθρου 6 του ν. 489/76 και η Υ.Α. Κ4/585/78 (ΦΕΚ 795 ΤΑΕ και ΕΠΕ) καταργούνται.

3. Η παρ. 6 του άρθρου 43 του ν. 2696/1999 (ΦΕΚ 57 Α΄) Κ.Ο.Κ. καταργείται.

¶ρθρο 8

Η ισχύς του αρχίζει από την δημοσίευση του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως .

Στον Υφυπουργό Ανάπτυξης αναθέτουμε την δημοσίευση και εκτέλεση του παρόντος.